Από τότε που η θάλασσα έγινε η παλαίστρα μου
Ασκούμαι τρυφερά στη θωπεία υφάλων
Ίσως κάποιοι να μʼέβλεπαν κρεμασμένη
Σε βαγόνια γρήγορων τρένων
Σε καράβια κρυφά χωρίς εισιτήριο
Σε ψηλούς κορμούς δέντρων που σκόρπιζαν τα φύλλα
Και το νερό τους αλλόκοτα
Όμως εγώ σε όλα τα ταξίδια
έψαχνα την κοινή μας κλίνη Στον Νότο
Ξεκλείδωτες κάμαρες άστρωτα σεντόνια
Μπαλκόνια με ροπή στον βυθό
Να ποτίζουμε τα φεγγαράκια και τους αστερίες στη γλάστρα
Στο ξέφωτο των θερινών σινεμά νʼαγκαλιαζόμαστε
Σε κέντρα λαϊκά να συλλαβίζουμε απʼτην αρχή την αγάπη
Ρομαντικά παλιομοδίτικα πράγματα~θα μου πεις~ξεπερασμένα
Ενώ εκκρεμεί ανάρμοστο λαστιχάκι στην παιδική μας σφεντόνα
Που πασχίζει να ρίξει όλες τις πέτρες~ζάρια για την πανύστατη ρίξη
Στο προαύλιο της κόλασης που ισοπεδώνεται ο μύθος του νερού
Με ασύμμετρη λάμα έλα και κόψε μου τα λέπια ένα ένα
Γιατί στην πλάτη μου αναρριχώνται κισσοί καθώς ροδίζουν
Τʼακρογιάλια του Παπαδιαμάντη
Ο γάμος του Λόρκα ευαγγελίζεται τον Παράδεισο
Και η Λαίδη Μάκβεθ ματώνει την άτρακτο του διαστημόπλοιου
Όπως προσπαθεί νʼανεβεί δένοντας το πέπλο της στην έλικα
Περαστικοί Δαίδαλοι~ανεξάντλητοι κανόνες που ελπίζουν
Στην εξαίρεση της ετικέτας
Αδαμάντινο αστέρι μου που είσαι μακρινό ακόμη
Όπως η Αρζεντίνα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου