καυμούς
που φεύγαν κι άλλοι ερχόταν
μες στην καιρόχρονη ψυχή στου κύκλου τα γραμμένα
τραίνα μετρούσε
και χρονιές που διάβαιναν αντάμα
κρύβοντας θάβοντας βαθιά τα όνειρα της νιότης
μες τη σιωπή
που ο σταθμός ιερουργεί τις νύχτες
και μόνο λιγοστές φορές τη σπάει η φωνή του γκιώνη.
Πέρναγαν έτσι οι καιροί !
Σφυρίζοντας τα τραίνα !
Μες την καρδιά άγριας νυχτιάς ! Σε ανθισμένη μέρα!
Κι όλα διαβήκαν!
Διάβηκε μια νύχτα κι ο σταθμάρχης
μ'ένα εξπρές που απεύχεται καθένας μας να διάβει
του κόσμου τούτου τους σταθμούς
τις ράγες
τις διαβάσεις !
Κι όπως κοιμόταν στο ύστατο του κόσμου το ταξίδι
με ένα παράπονο κρυφό στα μάτια τα κλεισμένα
-το νυχτοπούλι σιώπησε γνοφό ήταν το φεγγάρι-
θλιβά στη νύχτα
σφύριζαν όσα περνούσαν τραίνα.
Β.Α.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου