Κατεβήκαμε πάλι στη θάλασσα
Καθένας με το βήμα του
Τώρα τα σώματα αλλιώτικα.
Πίσω τα βουνά,
διάζωμα που πάλλεται για δράμα,
Κατρακυλούσαν
Από το άντρο της άφαντης θεάς
Μέχρι την άμμο,
Εκεί που καρφωμένο μοναχό κλαρί ολοκάθετο
Αρκεί για να σημάνει την ώρα,
Την πάντοτε σωστή ώρα που είσαι.
Το άκρατο φως
Γεννούσε χρόνο, τόπο και σκιά
Να αναληφθεί πάχνη πυκνή, σώμα της μνήμης.
Άπλωσα τα θαλασσινά μου σύνορα
ν' αφουγκραστώ ·
Ξέρει πολλά να πει η άκρη του νερού
Για τις ζωές που πέρασαν πατώντας.
Καινούργια τα σχήματα στο αδηφάγο φως
Γεωμετρείς απ' την αρχή
(Μηδείς αγεωμέτρητος)
κι η θάλασσα να προσδοκά
την άδολή σου είσοδο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου