«Αναγκάστηκα να την κόψω», άκουσα να λέει απ’ το τηλέφωνο ο πρώην συγκάτοικος. Τη χρονιά που έφυγες, την είχα παρακλαδέψει, γιατί είχε φτάσει μέχρι πάνω, σκεπάζοντας το παράθυρο του πρώτου ορόφου. Από τότε ξεράθηκε σιγά-σιγά.
Περίεργο ν’ απλωθεί και να ψηλώσει τόσο, αυτή που’ χε μεγαλώσει σε δυό πιθαμές χώμα, ένα παρτεράκι στην άκρη του πλακόστρωτου. Περίεργο, φιλόδοξο κι επισφαλές.
«Στεναχωρέθηκα που την έκοψα, γιατί την είχες φυτέψει εσύ.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου