Του καινούριου του παραγγελιοδόχου
Η πολιτεία μου η Ινσταμπούλ
Μού’στελνε ένα κουτί
Από κυπαροσόξυλο
Κουτί νυφιάτικο
Κι αν τ’άνοιγα έτσι
Κάνοντας να κουδουνίζει
το μικρό καμπανάκι της κλειδαριάς
Να δυο τόπια υφάσματα
Δυο ζευγάρια πουκάμισα
Άσπρα μαντήλια κεντημένα
Με κλωστή ασημένια
Άνθη λεβάντας
Μέσα σε μικρά τούλινα σακουλάκια
Κι εσύ
Αν έβγαινες κι εσύ μέσα από εκεί
Θα σ’ έβαζα να κάτσεις
Άκρη άκρη στο κρεβάτι μου
Θα’βαζα κάτου απ’τα πόδια σου
Το λυκίσιο μου το δέρμα
Και θα’μενα μπροστά σου
Με τα χέρια μου δεμένα
Και σκυμμένο το κεφάλι
Θα σε κοιτούσα τότες τι χαρά
Θα σε κοιτούσα μαγεμένος
Πόσο όμορφη είσαι Θεέ μου
Αχ πόσο όμορφη
Ο αγέρας και το νερό της Ινσταμπούλ
Μες στο χαμόγελό σου
Όλη η ηδονή της πολιτείας μου
Μες στο βλέμμα σου
Ω Σουλτάνα μου ω αφέντρα μου
Κι αν μ’άφηνες
Κι αν ο Ναζίμ Χικμέτ ο σκλάβος σου τολμούσε
Θα’ταν σάμπως ν’ανάσαινε και να φιλούσε
Όλη την Ινσταμπούλ στο μάγουλό σου
Όμως φυλάξου φυλάξου
Έλα σιμά μου
Μου φαίνεται πως αν το χέρι σου
Άγγιξε το χέρι μου
Θα σωριαζόμουνα νεκρός
Στο τσιμεντένιο πάτωμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου