Παρασκευή 23 Ιουλίου 2021

Χρονογραφίες του Γιώργου Δουατζή

 


Οι Χρονογραφίες αποτελούν μία συλλογή σημειώσεων ημερολογίου του συγγραφέα, όπου ενυπάρχει και ένας φανταστικός διάλογος με τον Αλμπέρ Καμύ. Κάθε σημείωση, σταχυολογημένη από δεκάδες μικρά σημειωματάρια, είναι αποτέλεσμα μια στιγμιαίας έκλαμψης, μιας αντίδρασης σε κάθε λογής ερεθίσματα.


            Οι σημειώσεις αυτές, εν είδει αφορισμών, συνθέτουν ένα πολυδιάστατο μωσαϊκό σκέψεων για τη ζωή, τη δημιουργία, τον έρωτα, τον θάνατο, τη μοναξιά, την κοινωνία, την πολιτική, την τεχνολογία, την τέχνη, την ποίηση, την ανάγνωση, την κριτική κ.ά.

 

            Ευλόγως, όσοι γνωρίζουν τη συγγραφική πορεία του Γιώργου Δουατζή, χαρακτηρίζουν το στοχαστικό αυτό έργο ως κορύφωση, απόσταγμα της πολύχρονης θητείας του στην ποίηση και την πεζογραφία, ενώ η δομή του επιτρέπει και την αποσπασματική ανάγνωση.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ [Πηγή: Η ΝΕΩΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, του Γεωργίου Ρούσσου ]





(Εικόνα: Η δολοφονία του Καποδίστρια, Διονύσιος Τσόκος)


Ο Ιωάννης Καποδίστριας είναι ο πρώτος ανώτατος άρχων του αναγεννηθέντος Έθνους που τάχθηκε από την ιστορική του μοίρα να αποκαταστήσει την ευρυθμία μέσα στο χάος. Το ελληνικό κράτος της Επαναστάσεως ήταν στην ουσία ανύπαρκτο. Έπρεπε να δοθούν άμεσες λύσεις σε προβλήματα, επείγοντα και αλληλοσυγκρουόμενα, έπρεπε να δημιουργηθεί από την αρχή ένας οργανισμός και μια πολιτεία. Ο Κυβερνήτης, ο αρχοντογεννημένος και μορφωμένος στην Ευρώπη άντρας, ο διπλωμάτης και υπουργός της μεταναπολεόντειας τσαρικής απολυταρχίας, ανέλαβε την υψηλή του θέση, με αγαθές αναμφισβήτητα προθέσεις και τίμιες ελπίδες. Δεν μπόρεσε ωστόσο να καταλάβει την αλήθεια, δεν μπόρεσε να συλλάβει το βαθύτερο νόημα των συμβόλων που του προσέφερε η Επανάσταση, δεν είχε ίσως τις δυνάμεις που απαιτούσαν οι ανάγκες της εποχής του. Παρά τον μόχθο του, στάθηκε περισσότερο στο επίπεδο του θεωρητικού, παρασύρθηκε από ρεύματα, ροπές και ξένα συμφέροντα, δεν έδωσε πρακτικές λύσεις. Καρπός της βραχυχρόνιας εργασίας του όμως υπήρξε κάτι πολύ σημαντικό : η θεμελίωση ενός, του πρώτου, πολιτειακού ρυθμού.

ΤΟ ΡΟΚΕ ΤΗΣ ΛΥΤΡΩΣΗΣ του Βασίλη Π. Τραϊφόρου


 

Στο κατάφυτο Μπέλες, ανάμεσα στα χωριά άνω Πορόϊα και Νεοχώρι, στο βυζαντινό μοναστήρι, σκαρφαλωμένο επάνω σ’ έναν τεράστιο βράχο στην άκρη μιας χαράδρας, κρύβονται ένοχα μυστικά. Η ασκητική μορφή του Αγάπιου πρωτοστατεί στη φιλοξενία ενός νεαρού ζευγαριού φοιτητών, όμως δεν τους λέει όλη την αλήθεια.


Τι σχέση έχει άραγε με τον ποιητή της ψυχής Λίβα, που τόσο λατρεύουν, αλλά και τι κρύβει τόσο επιμελώς στη σκήτη του; Γιατί τον φθονεί  ο Προκόπιος και μέχρι πού μπορεί να φτάσει το μίσος του για τον μοναχό «αδελφό του»; Ποιος είναι ο συγγραφέας των αποκαλυπτικών επιστολών που καταφτάνουν στο μοναστήρι και εξεγείρουν συνειδήσεις;

Στο σκάκι, το «ροκέ» είναι η μοναδική κίνηση με την οποία ο παίκτης μπορεί να κινήσει ταυτόχρονα δύο πιόνια. Και φαίνεται να το γνωρίζουν καλά όσοι εμπλέκονται σε αυτό το μυθιστόρημα, στο οποίο ανταγωνίζονται η φαντασία, που διεκδικεί την αλήθεια της ζωής, με την πραγματικότητα που επιζητεί τον πλέον περίπλοκο μύθο. Η ιστορία μοιάζει μ’ ένα όνειρο που διηγείται κάποιος. Ο ποιητικός, ο φιλοσοφικός συμβολισμός είναι μύηση στα κοινά μυστήρια της ζωής και όχι η απόκρυψη των μυστικών της.

ΠΟΛΕΩΝ ΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΙΜΩΜΕΝΗ ΠΟΛΗ - ΚΕΡΑΤΣΙΝΙ [(Αναδημοσίευση από το χρονολόγιο του Βασίλη Τσακίρογλου 9 Ιουλίου 2021) ]

 Ο συγγραφέας Βασίλης Τσακίρογλου υμνεί το Κερατσίνι 






Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΟΘΩΝ [Πηγή: Η ΝΕΩΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, του Γεωργίου Ρούσσου]



(Εικόνα: H υποδοχή του Όθωνα στο Ναύπλιο (1835), Peter von Hess)

Οι Έλληνες ανέκτησαν την εθνική ελευθερία τους με τις δικές τους, βασικά, δυνάμεις. Έχασαν όμως τις πολιτικές ελευθερίες τους εξαιτίας ορισμένων φυλετικών ελαττωμάτων, τα οποία υποδαύλισαν επιδέξια και εκμεταλλεύτηκαν ασύστολα οι ευρωπαϊκές δυνάμεις. Ο φιλοπρωτισμός, η αρχομανία, ο εγωισμός και τα άλλα συναφή ανθρώπινα ελαττώματα υπάρχουν βέβαια σε πολλούς λαούς, σε κανέναν όμως δεν εκδηλώνονται με το πάθος με το οποίον κατατρύχουν τον ελληνικό λαό, αρχαίον και νεώτερον, και μάλιστα σε ώρες εθνικών εξορμήσεων. Στη μεγάλη εθνική εξόρμηση του ’21, η θρυλική γενιά των Τουρκομάχων εμφανίστηκε συχνά έρμαιο των αρνητικών αυτών ιδιοτήτων. Και παρασυρθείσα από τα πάθη της, ενέπεσε εύκολα στα δίχτυα, τα οποία είχε στήσει γύρω της η διπλωματία των ξένων ανακτοβουλίων. Μοιραία συνέπεια ήταν να απολέσει ένα από τα σπουδαιότερα αποκτήματα του αγώνα της – τις συνταγματικές ελευθερίες της. Έτσι δεν είναι υπερβολή αν πούμε ότι οι Έλληνες ενίκησαν εν πολέμω, αλλά υπέκυψαν εν ειρήνη.

Στη θεμελιώδη αυτή διαπίστωση βρίσκεται η βαθύτερη αλήθεια της πολιτειακής μας τραγωδίας, αυτής που άρχισε με το αυταρχικό καθεστώς του Καποδίστρια και συνεχίστηκε με την βαυαροκρατία και την απολυταρχική μοναρχία του Όθωνος. Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρα, τον Οκτώβριο του 1832, αντιπροσωπεία των Ελλήνων, η οποία αποτελείτο από τον Ανδρέα Μιαούλη, τον Κώστα Μπότσαρη και τον Δημήτριο Πλαπούτα, έφτασε στο Μόναχο για να υλοποιήσει την απόφαση της Εθνοσυνέλευσης της Προνοίας, δηλαδή την πρόσκληση του Όθωνος εκ μέρους όλων των Ελλήνων.

Έτσι ο ρομαντικός και αδύναμος γιος του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου, ο Όθων, έγινε ανώτατος άρχων της Ελλάδος με τις ευλογίες των μεγάλων δυνάμεων που υπολόγισαν ότι θα μπορούσαν εύκολα να ασκήσουν τις επιρροές τους πάνω του και να παίξουν έτσι ανενόχλητα το ιμπεριαλιστικό τους παιχνίδι στο μικρό, αλλά οπωσδήποτε χρήσιμο για τις βλέψεις τους βασίλειο των Ελλήνων. Ήλθε στη χώρα, που εξακολουθούσε ύστερα από τον θάνατο του Καποδίστρια να βρίσκεται στο χάος, ακατατόπιστος, απομονώθηκε μέσα σ’ έναν κύκλο ξένων συμφεροντολόγων αυλικών, παρασύρθηκε από τους αυλοκόλακες, έμεινε φανατικά προσηλωμένος στον καθολικισμό του κι εμπόδισε με την απολυταρχία του τον ελληνικό λαό να απολαύσει τον υπέρτατο καρπό του μεγάλου Αγώνα του, δηλαδή την πολιτική και δημοκρατική ελευθερία, και τη θεμελιωμένη στα εθνικά του μέτρα ευνομία. Η εποχή του Όθωνος ήταν μια πολύ κρίσιμη για την ανάπτυξη του Ελληνισμού περίοδος. Η βασιλεία δεν κατόρθωσε να συλλάβει το νόημά της, αναλώθηκε στην πραγματοποίηση του κατά βάση ανεδαφικού μεγαλοϊδεατισμού της  και αυτοκαταστράφηκε. Στα χρόνια της όμως ο ελληνικός κόσμος της Τουρκοκρατίας και της Επανάστασης εξευρωπαΐζεται.  

Σπασμένοι νόμοι / Κική Ματέρη



Πόσο στα αλήθεια μου αρέσει η ησυχία!
Πόσο στα αλήθεια με ενοχλεί η φασαρία;
Είμαι πολύ κουρασμενη για να αντιστέκομαι.
Κουραστήκαν τα μάτια μου στην ασυδοσία σας.
Χάρισμα σας, το κάτοπτρο  άνομης κοινωνίας .
Να μαι ,εντάσομαι  στο θέατρο του παραλόγου .
Σπασμένοι νόμοι ,γαλάζιοι πάλι οι αστυνόμοι.
Όχι ,προσδίδουν οι λέξεις μου σεβασμό.
Κωλόμπατσους  θα τους  λέω και έγω.



Τρίτη 20 Ιουλίου 2021

Νικόλαος Πουλινάκης: 5 ποιήσεις και μια απολογία



Διαβάζοντας την ποίηση του Νικόλαου Πουλινάκη,  προσωπικά είναι σαν να βρίσκομαι σε μια ανοχύρωτη πολιτεία, όπου τα συναισθήματα από προσωπικά βιώματα χτυπούν ανελέητα και συνθλίβουν τον αναγνώστη. Οι στίχοι κουβαλούν βαριά φορτία με κύριο χαρακτηριστικό τις "ανομοιοκατάληκτες απώλειες" που κύριο σκοπό έχουν την επούλωση πληγών. Φίλοι μου, η ποίηση του κ. Ν. Πουλινάκη, δεν μπορώ να πω ότι δεν περνά απαρατήρητη, μπορώ όμως να υποστηρίξω ότι πιθανόν να είναι οι ράγες πάνω στις οποίες κυλούν οι ζωές κάποιων από εμάς.

Δημήτριος Γκόγκας


 " Είχα μια μάνα "

Είχα μια μάνα πανέξυπνη.
Σπίρτο αναμμένο !
Ευαίσθητη , ανυποχώρητη
κι αποφασισμένη να με δείρει
άμα της πατούσα τον κάλο.
Άμα την ενοχλούσα κάνοντας
διάφορες ζαβολιές.
Όπως τότε , που βούτηξα
μέσα σε έναν μισογεμάτο
κάδο σφουγγαρίσματος
το καυχησιάρικο μαντολίνο μου.
Δώρο πολύτιμο της νονάς Ρένας.
Είχα μια μάνα μελαγχολική
σαν ανυποψίαστη κωδωνοκρουσία
που συνεχώς με σκυμμένο το κεφάλι
υπέμενε καρτερικά
τον αντισεισμικό παλμό
αγίνωτων χαμόγελων
αυριανών βροχών.
Είχα μια μάνα τρυφερή
σαν φρέσκο μαγιάτικο αμπελόφυλλο.
Σπίρτο μοναχό !
Δε χάριζε κάστανα σε κανέναν.
Κι όμως στη διάρκεια μιας βεγγέρας
έγινε κατακόκκινη σαν παπαρούνα
όταν εκμυστηρεύτηκε στην γειτόνισσα
πως δεν είχε βγάλει το δημοτικό.
Είχα μια μάνα πασπαλισμένη με ζάχαρη
που μεταμορφωνόταν σε καρβουνάκι για θυμίαμα.
Τότε ήταν που τα όνειρά της
έκαναν πέτσα πάνω - πάνω
και μου τα προσέφερε σε πήλινο.
Είχα μια μάνα σαν πρωινό αεράκι.
Τότε ήταν που φουρκιζόταν πολύ
άμα της πατούσα τον κάλο.
Δεν μπόρεσε να βγάλει το δημοτικό.
Εντούτοις , χάρη στη γραμματιζούμενη καρδιά της
έμαθα να συλλαβίζω τον στεναγμό του κόσμου
και να στοιχηματίζω στον σπόρο αγέννητων αιώνων.

**

" Δυο λόγια "
Αχ , Μάνα...Πατέρα... πιστέψτε με θέλω πίσω όλα μου τα βράδια. Τα βράδια που ιδρώτες και ιδρώτες με κρατούσαν ξύπνιο. Ναι...ναι τα βράδια , από παιδί , γινόμουν μούσκεμα στον ιδρώτα αναλογιζόμενος συνεχώς τους αγώνες της ζωής σας προκειμένου να με αναθρέψετε.
Αχ , Μάνα...Πατέρα...πάντα μου λέγατε πως ένα μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού των ονείρων μου έβρισκε χειμώνα , καλοκαίρι εργασία στα καπνοχώραφα , στα καπνομάγαζα και στις καπναποθήκες των ψυχών σας. Για να προσφερθεί κάποτε στην κοινωνία ένα φρεσκοτριμμένο ευωδιαστό χαρμάνι μιας εκλεκτής ποικιλίας ευθυμούντος μέλλοντος.
Αχ , Μάνα...Πατέρα...δεν θέλω να σας στενοχωρήσω αλλά σας πληροφορώ πως στις μέρες μας κανένας δεν δίνει δεκάρα τσακιστή για να γευτεί , να χορτάσει την πείνα και την δίψα του με τα εκκωφαντικά γουργουρητά σιωπής τούτου του ιδιότροπου χαρμανιού με τη σουβλερή μύτη και τα πράσινα μάτια που σκιτσάρατε από κοινού και ήταν γραφτό να βγει φουριόζικο , έντρομο και μαγεμένο στο φως του ήλιου κατρακυλώντας
αθόρυβα στις δαγκάνες σκουπιδοφάγου κοσμοχαλασιάς.
Ωστόσο μην ανησυχείτε. Όλα πάνε κατ' ευχήν. Αχ , Μάνα...Πατέρα...δε πρόκειται να σας ξεχάσω ποτέ !
Αναπαυθείτε εν ειρήνη ! Και να ξέρετε πως τούτο το χαρμάνι που εσείς δημιουργήσατε και τώρα δα του τρέχουν τα σάλια για ολόγιομα φεγγάρια θα σας ευγνωμονεί στους αιώνες των αιώνων γιατί του φανερώσατε την ελαφριά κλίση της κεφαλής ενός ταπεινού άσπρου γαρούφαλου που φυτρώνει , το αθεόφοβο , στο περβάζι τ ' ουρανού !

***
" Βαγονέτα άγνοιας "
Η στενή φόδρα της παιδικής μου ηλικίας
μου έχει αφήσει ένα κουσούρι.
Για δες ! Μένω άγρυπνος
τις νύχτες παίζοντας
με τα βαγονέτα της άγνοιάς μου.
Ούτε στιγμή μην αμφιβάλλεις.
Χρόνια τώρα ταξιδεύω
τη μάζα της σκοτεινής μου ύλης.
Κι εκείνη ακτινοβολεί.
Θαρρεί πως γίνεται πιο ζηλευτή.
Μάλιστα πριν από λίγη ώρα με συνεχάρει.
Αχ , δεν μπορεί να φανταστεί η άμοιρη
πως στην ουσία τορπιλίζω τη δυναμική της.

****
" Πληγές "
Έγραφε..έγραφε ποίηση
δίχως καμιά προειδοποίηση
για τις σεισμικές δονήσεις
στο ξέφωτο του έρωτα !
Στο τέλος φορτωμένος
με δισύλλαβα μέτρα
και μέχρι τα γόνατα χωμένος
στις βραγιές παροξύτονων
ανομοιοκατάληκτων απωλειών
απήγγελνε πληγές
που δεν λένε να κλείσουν.
Πληγές σαν μακροημερεύοντα
απότομα βράχια
στο εφήμερο ξέφρενων
κωδωνοκρουσιών δακρύων !

*****
" Ένα κοπελουδάκι "
Ε , ναι λοιπόν , είναι αλήθεια.
Μέχρι πρότινος απύρετος
και αιμοδυναμικά σταθερός.
Ώσπου ένα τόσο δα
μικιό κοπελουδάκι
ξανθό με μάτια γαλανά
τρύπωσε και ρίζωσε στα σπλάχνα μου.
Και τώρα απειλεί άμεσα
την αρτιμέλεια των κυττάρων μου.
Μεμιάς το πανάρχαιο σώμα μου λεηλατείτε.
Ενώ οι εργοστασιακές μου ρυθμίσεις
αποδιοργανώνονται αφού η συμπεριφορά
κυνηγετικής αγέλης φιλιών
τρομοκρατεί τα παράκτια και χερσαία
οικοσυστήματα των ονείρων μου.
Κι αλλάζει ο μηχανισμός βάδισης του βλέμματός μου.
Ναι...ναι ! Ένα τόσο δα
μικιό κοπελουδάκι
ξανθό με μάτια γαλανά
σαλεύει στα μαρτυριάρικα χιλιοστόλιτρα
του αίματός μου που ερμηνεύονται
από τα καύκαλα των πληγών μου
στον νυμφώνα του Ήλιου.
Αχ , Θεέ μου...Θεέ μου , τι απόκοσμο
συμπόσιο γλυκού θανάτου είναι τούτο ;
Αχ , Θεέ μου...Θεέ μου , κάνε κάτι
να είναι δυνατή η σωρευτική επιβολή
υψηλού προστίμου σε τούτον
τον περιπατητικό πόνο που με τυραννά !
Αχ , μικιό κοπελουδάκι
ξανθό με μάτια γαλανά
πες μου , ποιος στ' αλήθεια ,
ποιος σε βοήθησε να ξεθάψεις
το πανάρχαιο σώμα μου !
Πες μου , ποιος στ' αλήθεια ,
ποιος σε βοήθησε να τινάξεις
από πάνω μου όλες τις έγνοιες
των ασυλλόγιστων λιποταξιών μου ;
Πες μου...πες μου...ποιος !

******

" Κάπου στην Ταγγέρη "
Κάπου στην Ταγγέρη
με θέα στο στενό του Γιβραλτάρ
μια μάνα θηλάζοντας υπομονετικά
υποψίες έκπληκτων ονείρων
διηγείται ιστορίες παρακμής συναισθημάτων.
Κάπου στην Ταγγέρη
στο βορειότερο άκρο της
μια μάνα ξεροκαταπίνει
τις νυχτιές που τη φαρμακώνουν
με μια αίσθηση βραχνιάσματος της φωνής.
Και βήχει...βήχει...βήχει !
Θαρρεί κανείς πως κόλλησε στο λαιμό της
όλο το όξινο υλικό νευρικού βηματισμού ανομβρίας.
Κάπου στην Ταγγέρη
σε ένα ταπεινό σοκάκι
μια μάνα θηλάζοντας
ήσυχα ήσυχα
το βλέμμα της αιωνιότητας
γνωρίζει πως κάποτε θα την εξοντώσουν
αποκωδικοποιημένες βιασύνες ευημερίας
που μοιάζουν με βουρδουλιές
κατέχουσες προϋπηρεσία συνεχών πτήσεων
στη ράχη δουλοπάροικων χρόνων
που ξελαιμιάζονται να φωνασκούν
συνηχήσεις ερειπίων.
Κάπου στην Ταγγέρη
στον ίσκιο της περηφάνειας
αποκεφαλισμένων τραγουδιών
μια μάνα τυλίχτηκε στη στιγμή
με τα αίματα των επώδυνων πληγών της.
Για να εξασκηθεί. Για να γίνει πιο ανεκτική
αναγνωρίζοντας το μικρό προσδόκιμο ζωής
δουλοπρεπών συμπεριφορών ανθρωπομηχανών.
Αχ , πεινασμένα υπολείμματα πορτοκαλί
τα χρώματα των συμπληγάδων παύσεών της.
Κάπου στην Ταγγέρη
πλάι στα φύτρα των ουλών της
μια μάνα γονατιστή σαν ουρανός !

Οι Βεγγέρες της γειτονιάς / Σαλίβερος Νικόλας


Της φυλής απομεινάρι, η αρχαία Εσπερίδα,
με ...ξενόφερτη λέξη,τη βαφτίσανε <Βεγγέρα>.
Στις γειτονιές..<συλλείτουργο> εκάναν κάθε μέρα
της Σύρας οι κυράδες ..συνοδεία με <μαρίδα>
Σήμερα στης Βαγγελίτσας,αύριο στης Μαρουσώς,
<άγριο> ήταν το κουσκούς χτές βράδυ στην κυρ-Κούλα.
Και<περγαμόντο> στο..δροσιό έβαλ’η κύρα Βούλα,
<ακαθάριστη μαρίδα> τα παιδάκια της Σωσώς.
 Στα σκαλιά έξ’ απ’τις πόρτες ..Αρμένικες βεγγέρες,
τα καλοκαίρια κάνανε κάτω από τα άστρα.
Το Νικολάκη της Λενιώς,τρείς μέρες είχε άφτρα,
ο Γιάννης της μαμής με τη Ρένα <αλλάξαν βέρες>.
<Σπολλάτη τα μαντάτα>… το λόγο παίρνει η Λιολώ,
στο φεγγαρόφωτο παίζαν <κουτσό> τα κοριτσάκια,
<κυνηγητό>…<μακρυά γαϊδούρα>  τα αγοράκια.
Ο Μήτσος της Μπαλωματούς..έκλεψε τη Βαγγελιώ.
Χαιρετούσαν και αυτούς που ζούσανε στα γύφτικα,
καλησπερίζαν όλες τους περαστικούς διαβάτες,
μπαλωμένα είτε φορούσαν ή Αμερικής γραβάτες.
Απ’του Στέλιου το νταβά γιαούρτια παίρναν..ματσίτικα.
Το ..κουσέλι τους χειμώνες,ίδιο είχε αραλίκι,
μέσα στις <σάλες> των σπιτιών,γύρω απ’το μαγκάλι.
Η γιαγιούλα κρύωνε και πλεκτό εφόρα σάλι
κι’η <μαρίδα> στούς κοιτώνες έκανε χαλαμπαλίκι.
Σε μια καρέκλα σιωπηλός..τις άκουγε ο παππούς
κι’όταν οι…<κλώσσες> κάνανε.. καρπούζι το ρεβίθι,
όλοι γροικούσαν,σαν αυτός αρχίνα παραμύθι.
Κι’ήταν.. <δασκαλικό>,το..<θρίλερ>του παππού ν’ακούς.
Γυναικείο..νταραβέρι ήτανε η βεγγέρα.
Στην ταβέρνα πίνανε φτώχιας την πίκρα οι άντρες
κι’όλων η ζωή..<εβρόντα> σαν κομπολογιού τις χάντρες,
ακόμα κι’αν αναδουλειά υπήρχε τη Δευτέρα.
Σιγανά..τα μυστικά μ’άδολη λέγανε ..κακία
<Τι ντροπή,,,μ’έξη παιδιά,να ξελογιαστεί η Βέρα,
με το Γιώργο της Φανιώς,δυο παιδιών κι’αυτή μητέρα>.
Καλημέρα όμως τους λέγαν κι’ό,τι είπανε??. Βλακεία.
Πολλών οι..άντροι λείπανε σε  μακρινά ταξίδια..
Στη θάλασσα….στα σίδερα τους έταξε η μοίρα.
Της ανάγκης..πρόσφυγες, μακρυά από τη Σύρα.
Κι’αν χιονάς φυσούσε έξω,τους ζώνανε τα φίδια.
<Nάμα> οι βεγγέρες ήταν ,παρηγοριάς το <χάπι>,
στις γυναίκες που κρατούσαν σφαλιστή τη φαμελιά.
Κλεισμένες στο..τσιμέντο τώρα..με Τι-Βί στην αγκαλιά,
<μουγκές> το χρόνο σπαταλάνε,δίχως λαλιά κι’αγάπη.

Κυριάκος Στυλιανού: Δύο [2] ποιήματα

 
Πιο κάτω απ΄ το λόφο
 
Από νωρίς πήγε για ύπνο
να ονειρευτεί  τους αντιπάλους του να φαντάζουν εδώ
και  αιώνες  ηττημένοι
Στο πιο ψηλό σημείο του λόφου του ήταν μαζεμένοι 
όλοι οι αυλικοί του και τον περίμεναν
καθώς είχε έρθει και η δική του σειρά να ανέβει
 στο πιο σπουδαίο αξίωμα της χώρας του
Πηγαίνοντας όμως πρωί-πρωί
 να παραστεί στις τιμές που τού ετοίμαζαν
το βλέμμα του επηρμένο καθώς ήταν στα ουράνια δυστυχώς
δεν σκόνταψε  σ΄ ένα παιδί  που τον κοίταζε
 έντονα  στα μάτια
το βλέμμα του αδόξως δεν σκόνταψε ποτέ στα μεγάλα μάτια
του παιδιού.
 
Απουσία
 
Μια ανάσα έμενε από μένα
Για χρόνια τον έβλεπα
να κάθεται  στωικός κάτω από τη μεγάλη κληματαριά του σπιτιού του
λες και περίμενε κάθε μέρα να συναντήσει κάποιον
Σήμερα   όμως ο ηλικιωμένος άντρας δεν ήταν στη θέση του
Μόνο μια άδεια καρέκλα δήλωνε σιωπηλά  την απουσία του
Τι έγινε;
Ρώτησα κάποιον γείτονα
Πού να πήγε άραγε;
Πέθανε
μου απάντησε εκείνος ψυχρά
σαν να μην με είδε ποτέ
 να στρίβω κάθε μέρα τον δρόμο του
για να φτάσω στον δικό μου
Σαν να μην γνώριζε
πως τα σπίτια μας
ανάσαιναν λίγα βήματα απ΄ το δικό του.

Δευτέρα 19 Ιουλίου 2021

Το θαύμα / Γιώργος Παπασταθόπουλος

                        

 

                              Κορίτσι δωδεκάχρονο ασθένησε,  

                              είχε μαλλιά σα δάσος στο κεφάλι  

                              κι έπεσαν μια βραδιά στο προσκεφάλι,  

                              σαν ο σκληρός καρκίνος τα μηδένισε!  

 

                              Κι η φαλακρή παιδούλα σαν ατένισε  

                              νεκρά του κεφαλιού της τόσα κάλλη,  

                              κοιτά την Παναγιά πάλι και πάλι  

                              κι έπιασε μία κούκλα και τη χτένισε!  

 

                              Καιρό μετά, κάποιος γιατρός της μίλησε,  

                              αφού  πρώτα στα μάγουλα τη φίλησε  

                              και είπε στο μικρό ξεπεταρούδι:  

 

                              «Χαίρε χαρά μου! Τώρα πια ιάθηκες!  

                              Το νίκησες το τέρας, του αντιστάθηκες!»  

                              Και χάιδευε της κεφαλής το χνούδι!  


                                      

Σκοπός μας είναι η δημιουργία μιας Ανθολογίας Ποιημάτων από το σύνολο των Ελλήνων Ποιητών- Ποιητριών αλλά και ορισμένων ξένων, καθώς επίσης και κειμένων που έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον μας. Πιθανόν ορισμένοι ποιητές και ποιήτριες να μην έχουν συμπεριληφθεί. Αυτό δεν αποτελεί εσκεμμένη ενέργεια του διαχειριστή του Ιστολογίου αλλά είναι τυχαίο γεγονός. Όσοι δημιουργοί επιθυμούν, μπορούν να αποστέλλουν τα ποιήματά τους

στο e-mail : dimitriosgogas2991964@yahoo.com προκειμένου να αναρτηθούν στο Ιστολόγιο.

Θα θέλαμε να τονίσουμε ότι σεβόμαστε πλήρως τα πνευματικά δικαιώματα του κάθε δημιουργού, ποιητή και ποιήτριας και επισημαίνουμε πως όποιος δεν επιθυμεί την ανάρτηση των ποιημάτων του ή κειμένων στο παρόν Ιστολόγιο, μπορεί να μας αποστείλει σχετικό μήνυμα και τα γραπτά θα διαγραφούν.

Τέλος υπογράφουμε ρητά ότι το παρόν Ιστολόγιο δεν είναι κερδοσκοπικό και πως δεν η ανάρτηση οποιουδήποτε κειμένου, ποιήματος κτλ γίνεται με μοναδικό στόχο την προβολή της ποίησης και την γνωριμία όλων όσων ασχολούνται με αυτή, με το ευρύτερο κοινό του διαδικτύου.