Κυπαρισσόβουνος
μέχρι να βρω στα άγια χώματά σου, αίμα ηρώων.
Περιμένω τη σχάση του χρόνου,
όπου θα γίνει λάβα το αίμα και ανάσταση.
υμνολογώντας εργάτες που σκότωσε η Ρήγαινα.
Ο ασκητής σαν ρόδο μες στ΄ αγκάθια, στην εισβολή φωνάζει τα παιδιά του
κι ύστερα αφήνει πνοή καπνού ως τα ουράνια. Στους αγνοούμενους θυσία.
πατώντας με την παλάμη του, την κορυφή σου.
Τώρα ήρθε η σειρά μου. Δεν γνωρίζω αν πολεμήσω.
Γνωρίζω πως οφείλω. Για πληρωμή, πρέπει να ζήσω.
Πέταξα στα μυστικά περάσματα σου.
Κάθε πέτρα, ένας στρατιώτης.
Σε κάθε βόλι, μια πικράδα χρόνου.
Άτροπος στον κόρφο τους κι έτσι πεθάνανε στην κοίτη του ποταμού.
Είπαν την πίστη τους νερό να γίνει.
Ο ουρανός να πέσει στον κάμπο, να μεστώσουν τα στάχυα.
Να ζήσει αιώνια, η κόρη της νήσου.