Πάρτε μου
το κεφάλι
να τελειώνουμε
ζω σ’ ένα φιλμ
βουβό
με δίχως μπάντα
σ’ ένα
κάστινγκ που
δεν παίρνει άλλο
Πάρτε μου
το κεφάλι
να τελειώνουμε
ζω σ’ ένα φιλμ
βουβό
με δίχως μπάντα
σ’ ένα
κάστινγκ που
δεν παίρνει άλλο
Τούτος ο τόπος είναι μεγάλος,
έτσι όπως από παλιά φημολογείται.
Δεν τον ορίζεις με σύνορα και χάρτες
ούτε τον προλαβαίνεις με ταξίδια και περιγραφές
κι ακόμη δυσκολότερο να τον διαβάσεις
σε σημαδεμένες εποχές ιστορίας,
γιατί η κλειστή απεραντοσύνη του
είναι αγέρι του νότου από γόνιμες θάλασσες,
γέννα του βορρά από θυμωμένους ουρανούς
κι έρχεται μπροστά από το χρόνο
κι απ’ όλες τις γενιές που ακολουθούν.
Τούτος ο τόπος είναι ανθρώπινος
έτσι όπως από παλιά αναγνωρίζεται.
Δυο δρασκελιές ασυμμάζευτη γειτονιά
και μια οργιά αφύλαχτο καταφύγι,
να φτάνει η ανατολή γερόντισσα στους καημούς της
κι η δύση ξιπασμένη νια στον αυτισμό της,
κι ακόμη δικαιότερο του αληθινού,
πόρτα ανοιχτή στο άναρχο και το συνειδητό,
με την ανθρωπιά διάφορη από τη βία της τάξης
και την απείθεια στα μικρά και τα φτωχά,
φιλότιμο χωρίς ύστερα και προβολές στο μέλλον.
Από την παραδοχή της στυγνής πραγματικότητας
ως την επιλεκτική αμφισβήτηση και άρνηση,
η κάθε συλλογική των συμβιβασμών συμπεριφορά,
επινόηση είναι του ψεύδους και της αλήθειας
και τεκμήριο φαντασίας σε προσωπικές αξίες.
Σοφίας πρόκριμα είναι τα ευδόκιμα ρητά,
η εμπειρία κίνητρο κι αυτή στις αποφάσεις,
η αποξένωση αγκίστρωση λιτής λειτουργίας
και η παραίτηση λύτρωση απλή της σιγουριάς,
με ύφανση από κοινού αισθημάτων και λογισμών.
Η καθημερινότητα ενδελέχεια αφορισμών,
επιδοκιμασία συντελεστών και διαφάνειας
με όρους ευσύνοπτης υστερογραφίας
να είναι η ικεσία πρόσταγμα και απαντοχή,
μιας άλλης δόκιμης αρχής, δόγμα και πρακτική.
Με την αναγωγή των ιδεών σε πράξεις,
τα πιστεύω λάξευση του αυτοπροσδιορισμού
και ορθοπεδισμός, στις θεωρίες συνύπαρξης,
να είναι η συμπόρευση μέτρο ορθοφροσύνης
και η κοινωνία στέγασμα πληρότητας και ανάγκης.
Η παρουσία αντίθεση στο θέσπισμα του λόγου,
η αποδοχή παραίτηση από τις μνημονεύσεις
με το κατεστημένο σύμπλεγμα στις ωραιοποιήσεις,
την αναζήτηση βαθιά πλοκή στις γνωματεύσεις
να έχουν τα ρωτήματα απάντηση και τέλος.
Η συστοίχιση σε διδάγματα και αναφορές
κυκλοθυμικών καιρών και σκοτεινής ιστορίας,
παραίτηση είναι από το βούλευμα της αλήθειας,
εμπέδωση της συνήθειας και της μαρτυρίας,
να είναι η ομοιότητα καινοφανής και θελκτική.
Ξύπνησε με την ίδια αγχωμένη γραβάτα στο λαιμό του
μέσα σε καταρράκτες Ανασφάλειας
αν η επιχείρηση όπου δουλεύει θα ’χει βιωσιμότητα
αν ο εργοδότης του
—που όλα τα ισοπεδώνει
αλέθοντας σε υπολογιστικούς αλευρόμυλους-
τον θέσει σε αλκοολική διαθεσιμότητα.
Αν η αγορά μυρίζει υψηλή θνησιμότητα
αν θα επηρεαστεί η απασχολησιμότητα [sic]
και το ασφαλιστικό
κι άλλες παρόμοια αγωνιώδεις
πλάγιες ερωτήσεις ολικής αλέσεως.
Παράνοια αβεβαιότητας τον κυρίευσε.
Έξι καψούλια της τον παραμόνευαν στη θαλάμη
με τον παραλογισμό του ασφαλιστικού απασφαλισμένο.
Μα τι στήνεται στ’ απόσπασμα;
Για ποιον μοχθούσε τόσα κοπιαστικά χρόνια,
για ποιον εισέφερε ματωμένες κρατήσεις;
Αρπάζει τη γραβάτα, τη δένει θηλιά στην Ανασφάλεια
κι αντιστρέφει τους όρους σπρώχνοντας το σκαμνί.
Το «Αν-» κεφάλι της έμεινε να σπαρταράει αβεβαιότητα
και να στάζει «-ασφάλεια».
Αδράχνοντας αποφασιστικά τις διεκδικήσεις στο πανό
κατέβηκε στη διαδήλωση.
Δεν εκπλήσσει
που στη λήξη
κάθε διαγωνίσματος λογοτεχνίας
οι μαθητές σχολιάζουν
πως ζαλίστηκαν.
Φυσικό κι επόμενο
πρόκειται γι’ αντικείμενο
κατεξοχήν
μεθυστικό.
Της σήραγγας
η μαύρη τρύπα με ρουφά.
Μεταφορά ενέργειας.
Δεν ξέρω αν θα λιώσω
ή αν εξέλθω ζωντανός
σε σύμπαντα παράλληλα.
Ξανά στο φως.
Ξανά
στο ίδιο άγχος της πηχτής,
απόκοσμης ροής,
ξένης ροής
παράλληλων σωμάτων.
Είναι σαφές. Υπάρχουν
κι άλλα σύμπαντα.
Επακριβώς παράλληλα.
Του έλεγε να καταφύγει στην ποίηση,
γιατί μπορούσε ως μύστης να την υπηρετήσει,
στην τέχνη της να αφιερωθεί,
να λυτρωθεί στη δημιουργία
και να μεταλάβει της ζωής την ομορφιά,
στίχο το στίχο, στροφή τη στροφή
κι απ’ τη θεία τούτη μετάληψη
πολλοί πιστοί προσκυνητές και λειτουργοί να πιούνε.
Αρνήθηκε τη σιωπή, δίστασε και στον ύμνο,
γιατί η ποίηση δεν είναι του λόγου σμίλεμα
ούτε έμπνευση του απείθαρχου μυαλού.
Απέχει από την τέχνη και τη σπουδή
και δεν συνθέτει πανδαισία
ούτε έκφραση είναι και επικοινωνία.
Είναι οργή και σπαραγμός,
άλγος και ορρωδία,
κατάβαση είναι στα σκοτεινά του λογισμού,
και μοίρασμα και σκόρπισμα της ψυχής.
Είναι κραυγή απ’ την άβυσσο,
ανάστασης πισωγύρισμα,
γεννησημιού το φύτρο,
φως αστραπής που φλογίζει των αδύτων
και φαίνονται στο μεγαλείο τους,
τ’ ανθρώπινα τα πάθη.
Του έλεγε να αρμενίζει της ζωής,
με θάλασσα το στοχασμό και άνεμο το λόγο.
Οι λέξεις κόκκινα πανιά,
οι στίχοι του κατάρτια,
για μακρινά και άγνωστα λιμάνια,
για κλειστές και απροσπέλαστες ακτές.
Ανεπιτήδευτα της νύχτας αδελφοποιτοί,
το βίωσαν το ταίριασμα κι οι δυο
με ταυτισμένη σκέψη.
Γιατί η ποίηση είναι διαφυγή
και γλίστρημα στο χρόνο,
κρυφή καταφυγή κι αρμένισμα ονείρων.
Ολοφυρμός και οδύνη στ’ αδιέξοδα
και παράδοση στη μοναξιά τ’ απείρου.
Γι’ αυτό και όταν διαβάζεται,
προσωπική γραφή ομολογείται.
Της ψυχής μου το πλατύ και άδειο κατώφλι
είναι γεμάτο από το βλέμμα της απουσίας σου
και οι άρυθμοι χτύποι της καρδιάς μου
κρυφομιλητό κι αντίλαλος της γλυκομιλιάς σου.
Γέρνουν οι μέρες ανήλιες και συννεφιασμένες
στο μυστικό το λάτρεμα της ομορφιάς σου
και οι νύχτες βαραίνουν απόμακρες και σκοτεινές
στις θύμησες της μεγαλόκαρδης αγκαλιά σου.
Ροδόχρωμη φωτεινή σκιά στο περπάτημά σου
ο ζήλος της αντάμωσης και της χαράς το γέλιο,
ο κόσμος όλος διπλανός στης γης την απλωσιά
και ουράνια η στέγαση στο σμίξιμο της αγάπης.
Φωτιά στα στήθη μου το πάθιασμα της αγάπης,
δροσιά στα χείλη μου του γυρισμού ο γλυκασμός,
ο ερχομός προσκύνημα κι αγνάντι η ευφροσύνη
στο στένεμα του καιρού, στ’ απέραντο της πίστης.
Ανασαιμιά ζωής σε λαχταρώ για ν’ αναπνεύσω,
λιόφωτες στράτες να διαβώ μαζί σου να περπατήσω
στων αγγέλων τα περάσματα, σε αβάδιστα σοκάκια
και να ‘ναι η αγάπη ταίριασμα και λάμπρισμα ονείρων.
Σε θέλω ανέσπερο χθες κι αβασίλευτο αύριο,
απάνθισμα πόθων σ’ αποζητώ και μαγεία,
να είναι το γήτεμα της ζωής μοιρασιά ευτυχίας,
λατρεία στον έρωτα και της ψυχής γηθοσύνη.
ΑΠΟΨΕ νοιώθω πως οι κύκνοι κρυώνουν.
Ένα πλοίο παιδικό έφυγε.
Το νερό είναι παγωμένο. Ένας κρίνος νυστάζει.
Πού είσαι; Κλείσε το παράθυρο. Δίπλωσε τη σημαία
και φύλαξε τη στο μπαούλο της γιαγιάς με ναυθαλίνη.
Φωτιά ερημική στο βραδυνό βουνό. Δεν είναι
βοσκοί να θυμηθούν. Δεν είναι τίποτα
να ζεσταθεί. Τίποτα εκτός απ’ την ίδια τη φωνή σου
που ενθαρύνει σιγά τον εαυτό της.
ΚΙ ΌΜΩΣ είναι πολύ απλό αυτό που σου λέω.
Σα να κατεβαίνεις πιασμένος απ’ το χέρι του ίσκιου πολλά σκαλοπάτια.
Πολλά σκαλοπάτια. Τότε μάζευες τα πανιά του ανέμου σαν ένας εύθυμος ναύτης
κ’ ήξερες πως κάθε Κυριακή
στο προαύλιο με τα’ άσπρα και μαύρα πλακάκια
οι μικροί άγγελοι βάφαν τα σκολιανά παπούτσια τους
και τραγουδούσαν κείνο το παλιό ποιμενικό τραγούδι. Μήτε που το θυμάμαι.
Μη το θυμάσαι τάχα εσύ; Κάθε πρωί Κυριακής…
(αποσπασμα)
Νυχτερινό λιμάνι
φώτα πνιγμένα στα νερά
πρόσωπα δίχως μνήμη και συνέχεια
φωτισμένα απ’ τους περαστικούς προβολείς μακρινών πλοίων
κι ύστερα βυθισμένα στη σκιά του ταξιδιού
λοξά ιστία με κρεμασμένες λάμπες ονείρου
σαν τις ραγισμένες φτερούγες των αγγέλων που αμάρτησαν
οι στρατιώτες με τις κάσκες
ανάμεσα στη νύχτα και στο κάρβουνο
τραυματισμένα χέρια σαν τη συγνώμη που έφτασεν αργά.
Αιχμάλωτοι δεμένοι στις άγκυρες
ένας κρίκος γύρω στο λαιμό του ορίζοντα
κι άλλες αλυσίδες εκεί στα πόδια των παιδιών
και στα χέρια της αυγής που κρατούν μια μαργαρίτα.
...
Είχαμε τον κήπο στην άκρη της θάλασσας.
Απ’ τα παράθυρα γλιστρούσε ο ουρανός
κι η μητέρα καθισμένη
στο χαμηλό σκαμνί
κεντούσε τους αγρούς της άνοιξης
με τ’ ανοιχτά κατώφλια των άσπρων σπιτιών
με τα όνειρα των πελαργών στην αχυρένια στέγη
γραμμένη στη γλαυκή διαφάνεια.
Εσύ δεν είχες έλθει ακόμη.
Κοιτούσα τη δύση και σ’ έβλεπα
_ μια ρόδινη ανταύγεια στα μαλλιά σου
_ ένα μειδίαμα σκιάς βαθιά στη θάλασσα.
Η μητέρα μου κρατούσε τα χέρια.
Μα εγώ
πίσω απ’ τον τρυφερό της ώμο
πίσω απ’ τα μαλλιά της τα χλωμά
στρωτά μ’ ένα άρωμα υπομονής και ευγένειας
κοιτούσα σοβαρός τη θάλασσα.
...
Παιδί μελαχρινό με τα γαλάζια μάτια
με τα πυκνά μαλλιά που τα χτένισε η θάλασσα
παιδί με το ανεύθυνο βάδισμα που ποτέ δεν ρωτούσε τη γη
περήφανο παιδί που αρνιόσουνα την εκκλησία της Κυριακής
που έφτιαχνες χαρταετούς και πλοία με τετράδια της αριθμητικής
θυμάσαι το γέρο καπετάνιο
που ξέχασε το λιμάνι κοιτάζοντας τ’ αστέρια
για να κερδίσει τη νιότη τραγουδώντας τη θάλασσα;
Έτσι την ώρα που μας άφηνε
το τελευταίο χαμόγελο της νύχτας
και δεν είχαμε άλλο πλοίο να μπαρκάρουμε
κι ήταν οι προκυμαίες χωρίς φανάρια κι επιβάτες
απαντήσαμε τον ίσκιο μας ώ παιδί της θάλασσας
απαντήσαμε σένα μ’ ένα φεγγάρι ανοιξιάτικο στα χέρια
να βηματίζεις μονάχο στ’ ακρογιάλι ανάμεσα στα βράχια
όπου ρεμβάζουν γαλήνια τα καβούρια κι οι φώκιες.
Μάτια χορτασμένα με ζωγραφιές υδάτινες
που πεινούν ακόμη το νερό
παρελάσεις άστρων στη μνήμη κομισμένων γλάρων
έφοδος ξαφνική των δελφινιών, πανικός των υδροβίων
και πάνω στους ραγισμένους καθρέφτες του νερού
η κυκλική απόδραση του γαλαξία.
Η σιγή να φεύγει πάλι τρομαγμένη
μακριά στη κοιμισμένη παραλία
-η λευκή κόρη των πνιγμένων καπετάνιων
που ζει στα ερείπια του πανάρχαιου μώλου
και κάθε νύχτα που γεμίζει το φεγγάρι
την κυνηγούν οι μεθυσμένοι ναύτες.
Κύριε τ’ ουρανού της γης και της θάλασσας
ως πότε θ’ αγρυπνούμε
ως πότε θα διψάμε
ως πότε δε θα πεθαίνουμε;
Σκοπός μας είναι η δημιουργία μιας Ανθολογίας Ποιημάτων από το σύνολο των Ελλήνων Ποιητών- Ποιητριών αλλά και ορισμένων ξένων, καθώς επίσης και κειμένων που έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον μας. Πιθανόν ορισμένοι ποιητές και ποιήτριες να μην έχουν συμπεριληφθεί. Αυτό δεν αποτελεί εσκεμμένη ενέργεια του διαχειριστή του Ιστολογίου αλλά είναι τυχαίο γεγονός. Όσοι δημιουργοί επιθυμούν, μπορούν να αποστέλλουν τα ποιήματά τους
στο e-mail : dimitriosgogas2991964@yahoo.com προκειμένου να αναρτηθούν στο Ιστολόγιο.
Θα θέλαμε να τονίσουμε ότι σεβόμαστε πλήρως τα πνευματικά δικαιώματα του κάθε δημιουργού, ποιητή και ποιήτριας και επισημαίνουμε πως όποιος δεν επιθυμεί την ανάρτηση των ποιημάτων του ή κειμένων στο παρόν Ιστολόγιο, μπορεί να μας αποστείλει σχετικό μήνυμα και τα γραπτά θα διαγραφούν.
Τέλος υπογράφουμε ρητά ότι το παρόν Ιστολόγιο δεν είναι κερδοσκοπικό και πως δεν η ανάρτηση οποιουδήποτε κειμένου, ποιήματος κτλ γίνεται με μοναδικό στόχο την προβολή της ποίησης και την γνωριμία όλων όσων ασχολούνται με αυτή, με το ευρύτερο κοινό του διαδικτύου.