Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2025

(Ν. Καρούζος, Ποιήματα Α’ και Β’) Για τον Ιησού Χριστό

 «Χάθηκε αυτός ο οδοιπόρος.

Είχε συνάξει λίγα φύλλα

ένα κλαδί γεμάτο φως

είχε πονέσει.

Και τώρα χάθηκε…

Αγγίζοντας αληθινά πουλιά στο έρεβος

αγγίζει νέους ουρανούς

η προσευχή του μάχη.

Έαρ μικρό έαρ βαθύ έαρ συντετριμμένο.»

 


«
Με τι βιασύνη προχωρεί ο Ιησούς εφέτος

προς την Ανάσταση

παραμερίζει πανέρια τεράστια

γιομάτα βιολέτες

σπρώχνει τους αέναους παπάδες

τινάζει νευρικά προς τα πίσω τη μαλλούρα του

το γεγονός είναι ολοφάνερο: βαρέθηκε».

 

-«Τίποτα δεν αγγίζει τις απριλιάτικες βιολέτες; τίποτα-: μονάχα ο ακάνθινος Ιησούς.»
 
 
Το άφθαρτο ξύλο: Ο σταυρός είναι δυο επιθυμίες. Η μια επιθυμία που ερωτεύτηκε τα ουράνια σμίγει και σταυρώνεται με την επιθυμία καθώς διασχίζει τη γη. Κι ο Χριστός στο Έαρ Σταυρωμένος.» 
 
 
 

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΕΝΩΜΕΝΟΙ / Τσιάβος Χρήστος

 


Από πριν βγεις απ’ την κοιλιά,
Σε αγαπάω.
Ο Νονός σου,
Να γίνω ήθελα,
Και να σου χαρίσω.
Τ’ όνομά σου.
ΔΗΜΗΤΡΑ.
 
Η μέρα που γεννήθηκες,
Η καλύτερη του κόσμου.
Κάθε χρόνο την θυμάμαι
Και χαίρομαι που είσαι εδώ.
 
Με υπομονή να σε κλείσω,
Στην αγκαλιά μου περίμενα.
Έρωτας με την πρώτη ματιά.
Το πιο γλυκό και όμορφο μωρό,
Με ένστικτο δυνατό,
Ότι το αγαπάω βαθιά εγώ.
 
Με γελάκι μωρουδιακό,
Με σφίξιμο από το χεράκι,
Το μικροσκοπικό
Και με φιλάκι ρουφηχτό,
Πριν καταλάβει,
Τί είναι αυτό.
 
Η Αγάπη μας αμοιβαία.
Πάντα είμαστε μαζί,
Κι ας μην είμαστε.
Πνευματικός πατέρας σου είμαι,
Πνευματική μου κόρη είσαι,
Πνευματικά είμαστε ενωμένοι.
 
Με ψυχολογία κατεβασμένη,
Αν είμαι,
Ή κάτι με απασχολεί,
Και το κρύβω,
Το καταλαβαίνεις,
Και προσπάθεια να αναπτερωθώ,
Εσύ την μεγαλύτερη κάνεις.
Μια αγκαλίτσα κι ένα φιλάκι,
Κι ένα μικρό αστειάκι,
Δίνεις και διασκορπίζεις,
Ό,τι με στεναχωρεί,
Κι η λύση προκύπτει στην στιγμή.
Η στήριξη αυτή αρκετή
Και η πίστη για την καλύτερη εκδοχή.
Συμβουλή να δώσει σοφή,
Κι εγώ κοντά της
Να την βοηθήσω,
Σε ό,τι χρειαστεί.
 
Η γυναίκα της Ζωής μου,
Η μικρή μου,
Που δίνει νόημα,
Όταν οι άλλες βρίσκουν δικαιολογίες,
Με ανόητες λέξεις και πράξεις.
Αυτή είναι εδώ.
Με καμιά δεν θα συγκριθεί,
Αφού λήγει πριν καν αρχίσει,
Με μία και μόνο νικήτρια,
Την βαφτιστήρα μου.
Πρώτη Αγάπη και παντοτινή,
Μετά την μητρική θαλπωρή.
Για την βαφτιστήρα μου,
Τα λέω όλα αυτά,
Πού είναι μέσα στην καρδιά,
Η πιο όμορφη κι η πιο γλυκιά,
Με θέση μόνιμη
Και δικά της κλειδιά.


Από την ποιητική συλλογή «Η Διέξοδος…» (2024)

Ποιήματα / Νικόλαος Σαλίβερος

 Ο Πατέρας
 
Το θάνατο του πατέρα σου,δεν είδες.
Οι ψυχές δεν χωράνε στα μνήματα.
Τι  κι’αν ήσουν κοντά....δέκα βήματα,
Δυστυχώς δεν κρατάς το κλειδί στις ελπίδες
 
Οντας μακρυά απο τις Καβο-κολώνες,
με της ζωής να παλεύεις τ’άγρια κύματα,      
στου κόσμου το «σύστημα»,όλοι γινόμαστε θύματα
και για ν’αντέξει ένα  σπίτι στέρεους θέλει πυλώνες.
 
Φοβάσαι το θάνατο,
Φοβάσαι τις μοίρες...
Στου άγνωστου τις σκότεινες θύρες,
έχασες,
εάν ξέχασες
κι’αγάπης φανάρι δεν πήρες.
Μη σε μαγέψουν της Κίρκης οι λύρες.
γιατί υπάρχουν  ανοιχτές της μνήμης οι θύρες.
 
Ανοιγοντάς τις ,με του πατέρα το ύψος
Θα ζήσεις της νιότης το μεγαλείο.
Που δεν το κρύβει των χρόνων ο γύψος
Αφου ό,τι σου έδωσε ζωής είναι στοιχείο.
 
Τότε ξανά θα ζείς της νιότης κι’έφηβικής ηλικίας
π’ αλί δεν γυρίζουν ανέμελης ζωής τον αγέρα.
Πάντοτε όμως θα γεύεσαι μιας μνήμης  γλυκίας.
Σιμά του ή όχι αν ζήσεις την έσχατη πνοή του πατέρα.
 
Η τιμή που του πρέπει , στο «Δούναι-λαβείν» δεν μετράει
Μπαμπάς σου ,θα μένει και τη ζωή σου θα ακουμπάει.
 
 
 
 
 
 
 
 
Ψάξε..
 
Ψάξε τις τσέπες σου
Θ’ανταμώσεις
λίγο φως ξεχασμένης αγάπης.
Ισως κάτι θα μείνει στα δάχτυλά σου
Που φέρνοτάς τα στα χείλη σου
αφανίσουν τη νύχτα της αβεβαιότητας,
της  απορίας διαπεράσουν τον  τοίχο
και με ένα της οργής λείχισμα
ίσως σκίσει η ζελαντίνη
της χολής του σκότους
που βλεφαρίζει μοναχά
το τρένο της αμάχης του κόσμου
και ξυπνήσει το αγνό πουλί
που, φοβισμένο ,κρύβεται
στης ψυχής το σκοτεινό ρυάκι.
Τότε  θα νικήσεις τη σκλαβιά σου.
--
Ψάξε τις τσέπες σου
Αφευκτη κίνηση για να ζήσεις.
Θα εκπλαγείς με το αποτέλεσμα.
Απέθαντη αγάπη θα καρποφορήσει
Κι’όταν ανοίξεις το παραθύρι σου
Της μέλισσας τον ανθό θα γευτείς
Το γρίφο του μέλλοντος θα κοιτάξεις
χωρίς στιγμή απάθειας
χωρίς μελετημένη αμέλεια
Χωρίς φοβο.
Το γέλιο  της θα κρούσει την αναλγησία του κόσμου.
Ο ήλιος της θα θρυμματίσει
το σκληρό τζάμι  των δεσμών σου.
Γέλα,μη χάσεις την επόμενη μέρα
Που πάντα είναι χειρότερη.
Το γέλιο είναι της αγάπης ο  καθρεφτης
Μην τον χτυπήσεις για όποιαν αιτία
Μην γίνεις φονιάς της αγάπης.
 
ΓΑΤΟΎΛΕΣ
 
Μάνα δεν έχει ανάγκη μόνο ο άνθρωπος
Μα και μια γατούλα νιογέννητη
----
Μιάς παλάμης του χεριού ψυχούλα
,θα τσιτσίριζε σε μας αν είχε χάσει τη μανούλα
. ζητώντας λίγες σταγόνες γαλατάκι,
με μπιμπερό στην τρυπούλα στοματάκι.
///
Μια ψυχούλα που δικαίωμα πνοής στη φύση
είχε κι'αυτό της ζωής το πρόβλημα να λύσει
Μιας παλάμης του χεριού στο σώμα
μέχρι να μπορέσει να στηριχθεί στο χώμα
//
Μόνο του,αλητάκι,στο δρόμο να επιβιώσει
ή κάποιος "Ανθρωπος"-με άλφα κεφαλαίο-
απ'το δρόμο μια ψυχούλα εκτιμητή να  σώσει.
Και όχι σαν αδέσποτο τέλος να’χει μοιραίο
 
Υ.Γ...............Οίστρος ποιήματος της μιας στιγμής
 
 
 
 
Η 12 εντολή (Δεμένη αγάπη)
 
 
Το Δώδεκα «Αφθονος» είναι αριθμός  στα μαθηματικά,
μα “Δέκα» μέτρησαν  οι άνθρωποι , Θεού τις «Εντολές»
Θαρρώ οι δύο σκόπιμα  σκεπάστηκαν  απ’τα θρησκευτικά,
η σκλαβιά και η αγάπη να δέχονται  φθόνου τις βολές.
/
Είναι η  δωδεκάτη εντολή το «Αγαπάτε αλλήλους»
που πρέπει να παρέχεται σε πλέρια αφθονία.
Κι ‘αφού βιώνει ο άνθρωπος σε βίους παραλλήλους,
βροχή αγάπης  χρήζει ολημερίς η κάθε κοινωνία
‘/
Στην πράξη τα «συμφέροντα» δεν βάζουνε μαράζι
και με λόγια την αγάπη, σ’ άγονο χώμα σπέρνουν.
Μα σαν είν’ αληθινή  κι’ αθώα, τις αλυσίδες σπάζει
κι’  ελεύθερη, το δίκιο της ,ποτέ δεν της το παίρνουν.
/
Η δωδεκάτη εντολή, σαν είν’ λευτερωμένη
γκρεμίζει κάστρα κι’οχυρά και βγαίνει κερδισμένη.
Τη δωδεκάτη εντολή, αν λογαριάζανε όλοι σοβαρά
δεν θα υπήρχε φθόνος , σκλαβιά, λίμα και διαφθορά .
 
 
 
 
 
 
Ο άνεμος και το κερί
 
«Αναψε το κερί σου πριν νυχτώσει»
μα πρόσεξε μην το σβήσεις πριν ξημερώσει
κι’ ευχή σου στις , Βουνόδες και Ναϊάδες
να κρατήσουν την οργή τους δεμένη,
μήπως μ’απρόσμενο άνεμο σβήσουν το κερί σου,
κι’αφωτη νύχτα τη ζωή σου πλακώσει.
 
Οταν η λογική , το ορθό σου ανακοινώσει,
αυτό στο μυαλό σου πρέπει να ριζώσει.
Κι’ αν οι Νύμφες τ’Ανέμου, μ ‘ηλιακτίνες μυριάδες, ,
θα σε λούσουν, και αυγή θ’ανταμώσεις αντησμένη,
μ’άσβεστο άρωμα θ’άστερώσεις τη ζωή σου.
Κι’ άφωτη νύχτα τη ζωή σκοτώσει
 
«Δεν είναι τυχαίο»
 
 
Ο πόλεμος του ΕΓΩ
Στ’ άδικο, μαχητικά δεν βγαίνουμε στους δρόμους
μένουμε οι ενήλικες σ’άνετους καναπέδες,
και με τα πόδια ξαπλωτά υβρίζουμε τους ώμους,
κι’η νεολαία άπραχτη, βαλτώνει με φραπέδες.
 
Οι «πρόεδροι» παράλογους ψηφίζουνε τους νόμους
και μας θωρούν από ψηλά στο ρούχο τους λεκέδες.
Ακούμε και διαβάζουμε τα ψέματα, σε τόμους
σοφοί θαρρούμε γίναμε κι’ είμαστε τενεκέδες.
 
Της μετριότητας λαοί βάζουν χωλούς ηγέτες
και προσδοκάνε άνοιξη απ’ ένα χελιδόνι.
Άφευκτη είν’ απόληξη να γίνονται επαίτες,
του δίκιου που πετάξανε από ζωής μπαλκόνι.
 
Κάπου η φύση μεριμνά μ’ άξιους ποδηγέτες
ισορροπία να κρατά και ν’ αλαφρώνουν πόνοι.
Η ιστορία έμπλεη και των σοφών μελέτες,
του άδικου υποτροπές , πουν άληστοι οι φόνοι.
 
Περίδακρυς ο άνθρωπος θα κλαίει ριζικό του,
ή σθεναρά θα μάχεται, να κάνει το δικό του.
Στα λόγια πιότερες φορές, καρπίζει η φιλία,
και του «Εγώ» το κύτταρο έχει βαθιά κοιλία.
 
 
 
Υβρις και Αγάπη
«λιος οχ περβήσεται μέτρα∙
ε δέ μήρινύες μιν Δίκης πίκουροι ξευρήσουσιν…».
Ηράκλειτος
 
 
Γεννήθηκα μοναχά για να προσφέρω,
να φροντίζω μικρούς, μωρά ,μεγάλους
πουλιά ,ζωάκια  και…. «βουκεφάλους».
Γεννήθηκα μοναχά  να υποφέρω.
 
Πονώ που στον απέναντι γυάλινο τοίχο,
(καλυμμένα με ομίχλης λόγο,
και θελημένα δεν δέχονται  ψόγο,)
ανεξίτηλα είναι γραμμένα και τα ζω:
Άμελγμα, Βία, Αλαζονεία, Βρισιά κι’ Υποκρισία,
Έπαρση,  Απληστία, Έχθρα και Προδοσία….
Κατακλυσμός η σήψη,
θλίψη.
Ερινύες, Τιμωρία πάντα αργοπορούν,
-ηθελημένα το πλείστον-
την δικαιοσύνη ν ’αποκαθιστούν
Ανθρώπου ευτελισμός.
Η φύση όμως είναι αμείλιχτη
και την τάξη σε δικό της χρόνο αποκαθιστά
και τότε,
Αφανισμός .
Όλα της ψυχής τα ευ….,
αιώνες συντρίβονται, φευ.
 
 
Πόσο μου μέλει ,σ’αυτόν τον κόσμο να ζώ;
Το κλάμα μου αθόρυβος θρήνος,
Μοναχά  σιγοβήχω,
στ’ακουσμα του πόνου ήχο.
Και μου μένει γιατρικό άκρατος οίνος.
Μες το ψέμα την αλήθειας  Ζω.
 
 
Μη με βρίζεται που γεννήθηκα Ανθρωπος.
Μη με βρίζεται που γεννήθηκα απ’τη μητέρα Αγάπη.
Κιβωτός της  ψυχής σωτηρία ,η Αγάπη.
Μοναδική υστεροφημία αιωνιότητας ας είναι η αγάπη.
Το άρμα που σε βγάζει στον Ουρανό, η Αγάπη. 
 

ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ / Αλεξανδρής Γιώργος

 


Είν’ εύκολο ν’ αφουγκραστείς
ως οιμωγή τη μέρα .
Παραιτείσαι κι απουσιάζεις.
Κι ακόμα ευκολότερο
να την εκχωρήσεις ως συνήθεια.
Περιθωριοποιείσαι και ανακουφίζεσαι.
Δε θα σε βαραίνει η συμμόρφωση
σε μια επαναλαμβανόμενη,
βέβαιη και σώφρονα καθημερινότητα.
Δε χρειάζεται ν’ ανακαλύπτεις.
Έτσι κι αλλιώς ανέχεσαι.
Κι αντέχεις!
Πού κουράγιο για διαμαρτυρία!
Τα όρια του καθωσπρεπισμού
είναι πιο κοντά απ’ ότι φαντάζεσαι.
Θεσμική συμπεριφορά.
Το δύσκολο είναι να επινοείς
αυτό που θες ν’ ανακαλύψεις,
‑καθολικός αυτοπροσδιορισμός‑,
κι ακόμα δυσκολότερο να δημιουργείς
πέρ’ απ’ την ταυτότητα των δυνάμεών σου
και την υστεροβουλία της ελευθερίας σου.
Ενάλια οδός
η δοκιμασία της επιλογής.
Αμφίδρομη, αμφίσημη.
Το κενό της ζωής
και η πληρότητα του θανάτου.
Από την έκσταση του πόθου
στο δημιουργικό πάθος
και την επιβεβαίωση της αβεβαιότητας.
Ενάλια οδός
η σωστή ώρα της απόφασης.
Μονοσήμαντη.
Απ’ την παραδοχή του σεβασμού
στην αμφισβήτηση της αξιοπρέπειας.
Απ’ τις αναστολές και τις ενοχές
στον αδυσώπητα επώδυνο συμβιβασμό.
Η οντότητα και η αυθυπαρξία
ως αρμονία της κραυγής και της σιωπής
μέσ’ απ’ την αναζήτηση και την προβολή
της απόλυτης ταύτισης.
Κι είναι η ταύτιση αυτή,
προσωπική ελευθερία και ολοκλήρωση.
Η  υπέρβαση και ο συμβιβασμός.

          Γιώργος  Αλεξανδρής

ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ / Σταυραετός / Β.Α

 


 
Σε κόσμο έναν που καταρρέει
όρθιες παραμένουν πάντα οι δυνάμεις
που μέσω του συμφέροντος τον καταστρέφουν.
Έτσι για να φιμώσουν τις κραυγές της ανεργίας
του νέου ανθρώπου για να κρύψουν την πληγή
φανταστικές προπαγανδίζουν θέσεις εργασίας.
Πολλές χιλιάδες
οικονομικές απολαβές υπόσχονται.
Και βάζουν αγγελίες.
Ζητείται δαμαστής για φάλαινες στον αρκτικό
και δάσκαλος για το Έβερεστ
καλά τα χιόνια κι από τσουλήθρα να γνωρίζει.
Για τη Σαχάρα πλοηγούς καμήλας θέλουνε
να ξέρουνε καλά να αστρονομούνε πίνοντας τσάι.
Εκπαιδευτές για βόες στη Σαβάνα
κι αφαλοκόφτες μαιευτές στις καμηλοπαρδάλεις.
Βοσκούς για άλκες στην Αλάσκα
με προϋπηρεσία σε αγέλες λύκων
και διασωστικό σκαρφάλωμα αρκούδας.
Ταϊστές για πιγκουίνους στην ανταρκτική
και ψυχολόγους για τις πολικές αρκούδες
με υπομονή μεγάλη στα αρκτικά ηλιοβασιλέματα
και δώρο ηλιοθεραπεία δωρέαν
στου  μεσονυχτίου τον ήλιο.
Στην Τούντρα ελαφοβοσκούς αναζητάν
να τρέχουν γρηγορότερα από ζαρκάδια και ελάφια.
Και στη Χαιρώνεια*
εκεί είναι όλα τα λεφτά
το χτύπημα το ολοκληρωτικό της ανεργίας
νέο η νέα αναζητάν
του ιστορικού του λιόντα τα μόρια να αερίζει
δίνοντας και επίδομα ιστορικό
και δωρεάν για την περίσταση το πετσετάκι.
Και συ τεμπέλη
τις θέσεις αυτές δεν αποδέχεσαι
κι ύστερα λες πως ανεργία ακόμα υπάρχει
και ψάχνεις για εργασιακή αξιοπρέπεια
και ισονομία σε έναν κόσμο που κυβερνάμε εμείς
της οικονομίας της ελεύθερης οι ρυθμιστές
και θες και συ ταλαίπωρε να συμμετέχεις.
 
                                                                          Β.Α.
 
 
Χαιρώνεια*
Κωμόπολη της Βοιωτίας στην Ελλάδα
γνωστή για τη μάχη Αθηναίων Μακεδόνων
που στήθηκε τρόπαιο ένα πέτρινο λιοντάρι.

Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2025

ΚΑΤΑΖΗΤΕΙΤΑΙ / Σταυραετός / Β.Α

 


 
Ανάμεσα στο κροτάλισμα των πολυβόλων
στις εκρήξεις των πυραύλων
στο κλάμα των παιδιών για τη νεκρή μάννα
διαβαίνουν μοναχικοί ποιητές.
Ο στίχος αόρατος αθάνατος υπερχρονικός
μορφοποιείται πάνω στην πονεμένη ανθρώπινη ψυχή
διαβαίνοντας σαν ανάλαφρο αεράκι
σαν χάδι παρηγοριάς κι αυριανής ελπίδας.
Τα χωμάτινα ερπετά ουρλιάζουν
μάταια σηκώνοντας το κεφάλι να τον καταπιούν.
Οι μακελάρηδες των λαών
τοιχοκολάν επικηρύξεις καταζητούμενης σκέψεις.
Οι ψεύδο γραμματικοί στήνουν ενέδρες
σκυλοταϊσμένου ευτραφούς κατεργασμένου λόγου
μέσα σε αδιέξοδα ημίφωτα αμφιθέατρα
για να φοβίζουν την καθημερινή απλή επικοινωνία.
Οι τραπεζίτες γίνονται εκδότες
στο μέτρο που το αλφάβητο μπορεί να αλεστεί
στον παχυλό μύλο του εμπορίου.
Αν υπήρχαν στίχοι που να εκφράζονται
με αριθμούς αρπαγία χρέη και απληστία
σίγουρα πολλοί θα ήταν οι καλύτεροι ποιητές.
Και το νόημα παραμένει στριμωγμένο
ανάμεσα στην τηλεοπτική σεξουαλική εκτόνωση
και την αναγκαστική καθημερινή εργασιακή κηδεία.
Βέβαια δε λείπει και το θεατρικό χιούμορ.
Προχθές κάποιος πολιτικός
χρησιμοποίησε τρεις στίχους ποιητικούς
για να δηλώσει το τέλος
ενός πολέμου που προκάλεσε.
Κι ο στίχος με πατερίτσες για τη νάρκη που έσκασε
κουτσαίνοντας πήγε στο νεκροταφείο χαμογελώντας
να πει στους νεκρούς στρατιώτες
ότι οι άοπλοι ποιητές πέτυχαν κάποια σημαντική νίκη
μικρή μεν για τα άνθρωπο θηριακά δεδομένα
αλλά τρομακτικά ελπιδοφόρα
για το μέλλον της ανθρωπότητας.
 
                                                                        Β.Α.
 
 
 

ΠΟΛΗ / Γιώργος Αλεξανδρής


Ράθυμη πόλη,
πόλη αλαζονική,
πόσο μικρή και άχρωμη
στους πλατιούς και πολύβοους δρόμους,
πόσο στενάχωρη και θλιβερή
στο φτιασίδωμα και την ξιπασιά
της στολισμένης βιτρίνας.
Αναστενάρισσα πόλη,
πόλη αυτάρεσκη
χωρίς ταυτότητα και ψυχή,
γέρνεις καλάμι στο πρωί
την ώρα που ένα αβέβαιο χέρι
σε δαχτυλοδείχνει κι αμφισβητεί
την πλαστική σου καθημερινότητα,
την ώρα που φυλακίζεσαι
πίσω απ’ το σίγουρο ήχο της κλειδαριάς,
από εικόνες που τρέχουν,
από φόβους που παραστέκουν
ως υποψία αντίστασης.
Φοβάμαι πως σου μοιάζω!
Και σφίγγεται η ψυχή μου
στην απουσία των ελπίδων
στο κενό των ονείρων
και την άτιτλη προσδοκία.
Ανέραστη πόλη,
πόλη χλωμή,
φοβάμαι κείνες τις ώρες
που όταν προσεύχονται οι κορφές των δένδρων
στη σιωπή του ουρανού
βγαίνουν σε πλειστηριασμό
άδεια και ξέπνοα κορμιά,
κείνες τις ώρες που λόγια κι αισθήσεις
παραδίνονται μ’ εκπτώσεις κι εκποιήσεις.
Αγύρτισσα πόλη,
τσιγγάνα ανέμελη στη βροχή,
στου στενοσόκακου τη γιορτή
αναπνέεις ζωή
και τρέχω κοντά σου μικρό παιδί.
Σφιγμένο το χέρι,
το βλέμμα βαθύ,
απ΄ την ίδια γραφή κι οι δυο,
στη γη τεντωμένοι.
Ανιστόρητη πόλη,
πόλη μαγική!


Κυριακή 24 Αυγούστου 2025

ΠΕΝΤΕ ΔΑΚΤΥΛΑ * / Δημήτριος Γκόγκας

 


 
 
Κυπαρισσόβουνος
 
Χίλια είκοσι-τέσσερα βήματα,
μέχρι να βρω στα άγια χώματά σου, αίμα ηρώων.
Περιμένω τη σχάση του χρόνου,
όπου θα γίνει λάβα το αίμα και ανάσταση.
 
Άγιος Ιλαρίωνας
 
Βουβός ένας ήχος καμπάνας, ταξιδεύει με τον άνεμο,
υμνολογώντας εργάτες που σκότωσε η Ρήγαινα.
Ο ασκητής σαν ρόδο μες στ΄ αγκάθια, στην εισβολή φωνάζει τα παιδιά του
κι ύστερα αφήνει πνοή καπνού ως τα ουράνια. Στους αγνοούμενους θυσία.
 
Πενταδάκτυλος
 
Έπραξες το χρέος. Πατριδοκαπηλία είπε ο Διγενής
πατώντας με την παλάμη του, την κορυφή σου.
Τώρα ήρθε η σειρά μου. Δεν γνωρίζω αν πολεμήσω.
Γνωρίζω πως οφείλω. Για πληρωμή, πρέπει να ζήσω. 
 
Βουφαβέντο
 
Έγινα αετός.
Πέταξα στα μυστικά περάσματα σου.
Κάθε πέτρα, ένας στρατιώτης.
Σε κάθε βόλι, μια πικράδα χρόνου.
 
Καντάρα
 
Άτροπος στον κόρφο τους κι έτσι πεθάνανε στην κοίτη του ποταμού.
Είπαν την πίστη τους νερό να γίνει.
Ο ουρανός να πέσει στον κάμπο, να μεστώσουν τα στάχυα.  
Να ζήσει αιώνια, η κόρη της νήσου.
 
 
* Συμμετοχή στην Ποιητική Ανθολογία για τον Πενταδάκτυλο, κατόπιν συμμετοχής σε σχετικό  ποιητικό διαγωνισμό από την Ένωση Λογοτεχνών Κύπρου

ΜΟΝΟ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ / Τσιάβος Χρήστος

 


 
Η ψυχή του παιδιού αγνή,
Και η καρδιά του,
Τεράστια κι ανοιχτή,
Για οποιονδήποτε,
Να βρεθεί εκεί.
Ανιδιοτελής η Αγάπη,
Που σου δίνουν.
Για να βρεθείς στην καρδιά τους
Και για να κερδίσεις την Αγάπη τους,
Με πράγματα απλά,
Θα τα καταφέρεις.
Ένα χαμόγελο, μια λέξη
Και ηρεμία στο βλέμμα.
Με ένστικτο λειτουργεί ένα παιδί.
 
Κι αν είσαι άνθρωπος περίεργος,
Με κακή ψυχή,
Μόνο με τεχνάσματα ύπουλα,
Θα μπεις
Μες στην καρδιά του,
Και θα του δώσεις μόνο αρνητικά.
Αχ Θεέ μου γιατί να υπάρχουν,
Αυτοί οι άνθρωποι;
 
Αν όμως είσαι άνθρωπος σωστός,
Ένα παιδί ενστικτωδώς,
Θα σε συμπαθήσει,
Είτε αγόρι είτε κορίτσι κι αν είναι.
 
Να ήμασταν όλοι παιδιά,
Θα ήταν ο κόσμος μια αγκαλιά.
Να μάθουμε από τα παιδιά,
Κι όχι να τα μαθαίνουμε εμείς αυτά
Τα λάθος πρότυπα.
«Γιατί;» θα αναρωτηθείς.
Δες τον κόσμο γύρω
Και θα καταλάβεις.
 
Τον είδες;
 
Οι σχέσεις όλες δεν ευδοκιμούν,
Γιατί όλοι το συμφέρον κοιτούν,
Και πληγώνουν όσους,
Την πραγματική φιλία
Και τον πραγματικό Έρωτα αναζητούν.
Ξεχνάνε ότι κάποτε ήτανε παιδιά,
Κι όλοι παίζανε σαν μια συντροφιά.
 
Όσο μεγαλώνει κάποιος,
Τόσο χάνει την παιδική ψυχή του.
Αυτό του επιβάλλει η κοινωνία
Κι η οικογένειά του.
 
Καιρός να αντισταθείς,
Και το παιδί που είσαι,
Να το διατηρείς.
Άσε τους γονείς να λένε.
Γίνε πρότυπο και για αυτούς.
Κι αν δεν θέλουν,
Άφησε τους στη μιζέρια,
Και φτιάξε τον δικό σου κόσμο.
 
Διάδωσέ  το παντού.
Βοήθησε ένα παιδί,
Να μείνει πάντα,
Σε αυτή την στιγμή,
Και τους γονείς αυτού,
Ν’ ανακαλύψουν,
Την κρυμμένη πλευρά,
Που λύνει όλα τα προβλήματα.
Κι αν δεν θέλουν,
Δείξε τους τί χάνουν
Και σώσε τα παιδιά.
 
Σώσε τα παιδιά.
Η Ελπίδα του κόσμου είναι αυτά.
Κάτι ξέρουν τα παιδιά
Που δικό τους κόσμο φτιάχνουν,
Με ψεύτικα πρόσωπα, πλασματικά.
Μόνο τα παιδιά.
Αυτά ξέρουν,
Μόνο αυτά.
Μόνο τα παιδιά.
Από την ποιητική συλλογή «Η Διέξοδος…» (2024)

ΠΟΛΙΤΕΣ ΤΗΣ ΓΗΣ/ Αλεξανδρής Γιώργος

 


Με λογισμό και όνειρα
αποτείχιζαν την πατρίδα,
ψηλαφούσαν τ’ ανάγλυφο της γης με δέος
κι έσφιγγαν στην ψυχή τους
τη μόνη τους προσδοκία.
Να χωρέσουν στο νέο τόπο.
Τρύπωνε στο βλέμμα τους  πεισματικά η ανάγκη,
μια ως παράκληση και μια ως ανταρσία,
ανώνυμοι στην υποταγή,
μόνοι στον αυτοσαρκασμό και την ειρωνεία
και στα σφιγμένα χείλη τους,
σώπαιναν την πικρόχολη οργή
και μάθαιναν την περηφάνια.

Είχε βαθιές ρωγμές και απορίες
τούτη η απαιτητική σιωπή
και προστρέξαμε να δικαιωθούμε
με αυτάρεσκους φόβους
και προστατευτικές ενοχές.
Τους σημαδέψαμε μετανάστες  κι εισβολείς
μ’ ένα εξιλεωτικό σύνδρομο
πνευματικής υστέρησης και ψυχικής αναπηρίας.
Επιβεβαιωθήκαμε  με μαρτυρίες
πίσω από επίπλαστες κοινωνικές ηχήσεις
και  υστερικά  εθνικά σαλπίσματα ,
κι αποφύγαμε να τους δεχτούμε  πολίτες της γης,
χωρίς να μας βαραίνει ο υβρισμός και η αθλιότητα.

Μινύρισμα  των ανθρώπων οι καιροί
σε περιτειχισμένες  και απρόσωπες πολιτείες,
δύσκολοι για μοίρασμα και αποδοχή
γιατί είναι βαθιά η παρακμή
κι η μοναξιά  άσκεπη και δίχως όχθες.

               Γιώργος Αλεξανδρής

Σκοπός μας είναι η δημιουργία μιας Ανθολογίας Ποιημάτων από το σύνολο των Ελλήνων Ποιητών- Ποιητριών αλλά και ορισμένων ξένων, καθώς επίσης και κειμένων που έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον μας. Πιθανόν ορισμένοι ποιητές και ποιήτριες να μην έχουν συμπεριληφθεί. Αυτό δεν αποτελεί εσκεμμένη ενέργεια του διαχειριστή του Ιστολογίου αλλά είναι τυχαίο γεγονός. Όσοι δημιουργοί επιθυμούν, μπορούν να αποστέλλουν τα ποιήματά τους

στο e-mail : dimitriosgogas2991964@yahoo.com προκειμένου να αναρτηθούν στο Ιστολόγιο.

Θα θέλαμε να τονίσουμε ότι σεβόμαστε πλήρως τα πνευματικά δικαιώματα του κάθε δημιουργού, ποιητή και ποιήτριας και επισημαίνουμε πως όποιος δεν επιθυμεί την ανάρτηση των ποιημάτων του ή κειμένων στο παρόν Ιστολόγιο, μπορεί να μας αποστείλει σχετικό μήνυμα και τα γραπτά θα διαγραφούν.

Τέλος υπογράφουμε ρητά ότι το παρόν Ιστολόγιο δεν είναι κερδοσκοπικό και πως δεν η ανάρτηση οποιουδήποτε κειμένου, ποιήματος κτλ γίνεται με μοναδικό στόχο την προβολή της ποίησης και την γνωριμία όλων όσων ασχολούνται με αυτή, με το ευρύτερο κοινό του διαδικτύου.