Σύντροφε κρύψε τον πόνο μου
μέσα στον παγωμένο κόρφο σου
έτσι σαν το πολύτιμο χαρτί
με τις ανορθόγραφές λέξεις
που χάραζαν την ελπίδα του αύριο
σαν το φλοιό του σπόρου
που κρύβει μέσα του
το φύτρο της ζωής.
ώσπου η τσίκνα της σάρκας μου
απλωθεί στην οικουμένη
και γίνει η ζύμη
μιας καινούργιας άνοιξης
με πολύχρωμα γαρύφαλλα.
τα κεραμίδια της κεφαλής μου αφήρεσε
τη βροχή άλλο δε φοβάμαι.
Τα βάσανά μου ο γιος μου έκλεψε!
Σαν πέσει η νύχτα
και οι φωνές σωπάσουν
το ψίθυρό σου έρχεται
με σύννεφα κόκκινα ντυμένο
και μου μιλά για τα όνειρα
που σου ’κοψε με το σπαθί
η Άτροπος μια νύχτα.
Κοιμήσου παλικάρι μου
στη δύση του φεγγαριού
η μάνα σου στην κλίνη σου
σεντόνι μεταξωτό υφαίνει
με δάκρυά της το κεντά
το δαντελοστολίζει.
Εγώ ανήμπορος, γέρος και θνητός
θα περιμένω…
τα κεραμίδια της κεφαλής μου αφήρεσε
τη βροχή άλλο δε φοβάμαι.
Τα βάσανά μου ο γιος μου έκλεψε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου