Τρίτη 31 Μαρτίου 2020
ΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ΤΗΣ ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΗΣ / Αραμπατζής Αλέξανδρος
ΔΙΑ ΜΑΚΡΟΝ / Αραμπατζής Αλέξανδρος
Την πορεία του διηνεκούς τραύματος
Από τον ορθοστάτη ως τον φανοστάτη;
Οι κεραίες των πολυκατοικιών της γειτονιάς λιώνουνε
Στον απόηχο από τους ψιθύρους της απόκοσμης σιωπής
Αλλού γεννήθηκες – αλλού έκλαψες – αλλού λύγισες
Αλλού υπηρέτησες φαντάρος – αλλού απήγγειλες
Την πρώτη ραψωδία της ζωής σου σε ημιστίχια
Κι εδώ που σφράγισες τις παρακαταθήκες σου
Εδώ βρίσκεσαι – κοσκινισμένος στις στάχτες
Να εκλύεις πράσινο φως σε ρουτινιάρικες συνήθειες
ΜΠΑΚΑΛΙΚΟ / Αραμπατζής Αλέξανδρος
Ωραία τα σούπερ μάρκετ αλλά ο εξαερισμός καταπνίγει τη μνήμη
Κι αποδυναμώνει τις παλιές καλές οξύμωρες αισθήσεις
Μικρό παιδί σαν πήγαινα με τα κέρματα στο χέρι στον μπακάλη τρέχοντας
Απολάμβανα τις γεύσεις και τις μυρωδιές ενός ανεξερεύνητου κόσμου
Τα σακιά με τα φασόλια το ρύζι τις φακές τις κονσέρβες τις καραμέλες
Τις σκοτεινές και υγρές γωνιές με τους ντενεκέδες και τα ξέχειλα κιβώτια
Τα τυριά τις σαρδέλες τις ρέγκες τις ελιές τους μπακαλιάρους τα παστά χοιρινά
Μια πανδαισία από αλλόκοτες εξάψεις εκστατικές στιγμές και θολά μηνύματα
Και τώρα ο μίζερος χρόνος να τα σκεπάζει όλα αυτά με ποντικοφαγωμένο αλεύρι
[Ξάγρυπνος στη Δράμα κι όχι στο Σηάτλ] / Αραμπατζής Αλέξανδρος
5 ποιήματα του Αραμπατζή Αλέξανδρου
ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΡΙΟ / Οικονόμου Λ. Γιώργος
μα τάϊσαν,μ'έπλυναν μου φεραν ρούχα καθαρά.
''Πέσε να κοιμηθεις τώρα'' μου είπαν.
''Δεν έχεις ανάγκη να ζητιανέψεις σήμερα''
Απο τότε κρατώ τα μάτια κλειστά
μη χάσω την εικόνα τους.
μέσα στα χρώματα μπροστά μου η Έφη / Νικηφόρου Τόλης
βαρύς και μόνος με τα χρόνια μου στην Εγνατία
ανάμεσα σε χωρικούς και μαγαζάτορες
βγήκε και πάλι ξαφνικά
μέσα στα χρώματα μπροστά μου η Έφη
κι έγειρε να σκουπίσει με τα μάτια της
τη μελανιά απ' το παλιό μου μπικ στο μέτωπο.
κι ένα βαθύ γαλάζιο ξέφτι τ' ουρανού
είχε σκαλώσει στα μαλλιά της.
η ίδια εκείνη Έφη απ' τα δεκαοχτώ
το ίδιο σκονισμένο απομεσήμερο
τα ίδια εκείνα μάτια
μέσα στη θλίψη που χαμογελούσαν
ΤΑΞΙΔΙ / Μιλτιάδης Ντόβας
από τον κόκκινο βράχο!
Η αγριεμένη θάλασσα με τα χελιδονόψαρα!
Τα παραγάδια τα στημένα στην αντικρινή
ακρογιαλιά!
Και στο βάθος του Χρόνου οι βάρκες που
ετοιμάζονται για το καινούριο ταξίδι!
ΑΧΡΩΜΟ ΠΑΘΟΣ / Βυζαντίου Φιλαρέτη
Ο κήπος θέλει σκάψιμο, σκέφτηκε
Ήρθε άνοιξη
Λίγες τοματιές και πιπερίτσες κόκκινες
ίσως και μερικές βραγιές μαρούλια
Ένας πελαργός χαμήλωσε την πτήση του σχεδόν μπροστά της
Τον θαύμασε με μιαν απροσποίητη τρυφερότητα
Οι γλάστρες της άδειες
Της άρεσαν τα λουλούδια
Έπρεπε κάποια στιγμή να τις ζωντανέψει
Εκείνης , ποιος θα της έδινε ζωή
Ο καφές καυτός δρόσισε την ψυχή της
Η ζωή απλώς συμβαίνει, σκέφτηκε
Πήγε πίσω από την κολόνα
Ο ήλιος την ενοχλούσε πάντα
κι ας τον λάτρευε
Τους έδενε σε ματσάκια με κορδέλες πολύχρωμες
Τί θα τους έκανε, δεν ήξερε
Συλλέκτρια ήταν μόνον
Κι αυτό της αρκούσε , προς το παρόν
Μάζευε και στιγμές τελευταία
Ακριβές ή μικρότερης αξίας , της ήταν αδιάφορο
Πολλές μαζί ήταν σάρκα από τη ζωή
και τις χρειαζόταν με πανικό σχεδόν
Φοβόταν το δρεπάνι του χρόνου
Ο αποκεφαλισμός της κάποτε θα ήταν γεγονός
Επομένως , μάζευε, μάζευε...
Μαζεύτηκαν σύννεφα ξαφνικά
Τυλίχτηκε στην παρατημένη πάνω στην κουνιστή πολυθρόνα
ποίηση
Ποθούσε τόσο τις αιφνίδιες καταιγίδες
Τάραζαν την ασάλευτη καθημερινότητά της
Ανάδευαν τις μέσα της τρικυμίες
Αναστάτωναν την ακινησία των πεπραγμένων της
Κατέβαζαν τον ουρανό στα μάτια της
Μούσκευαν τις φλεγόμενες σκέψεις της
Τη λύτρωναν
την ώρα που οι ουρανοί ξεσπούσαν την οργή τους
Έμεινε να απολαμβάνει τον ποθητό κατακλυσμό
που την ταξίδευε στο ασήμαντο παρελθόν και στο άγριο μέλλον της
Έτσι κι αλλιώς
είχε πλέον συμβιβαστεί με το άχρωμο πάθος τους...
ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟ / Γιώργος Καραγιάννης
δεν ξέρουμε από πού να πιαστούμε,
να λάμψουμε...
να περπατάμε το μονοπάτι μας θλιμμένοι
δίπλα από ξεροβούνια
με τις πέτρες να βγάζουν φλόγα
να μας καίνε,
να μη βρίσκουμε ούτε ένα δεντρί
να σταθούμε.
Μέσ’ απ’ τη σκόνη, τον κουρνιαχτό
να χάνουμε τον προσανατολισμό,
να μη βρίσκουμε ούτε τη θάλασσα,
να φτάσουμε κοντά της χαρούμενοι
να δροσιστούμε
Ψεύτικα λόγια / Γρηγορία Πελεκούδα
δεν βλέπαμε δεν ακούγαμε
της βροχής, να τρέχουν
από τα μάτια της ωσάν
λεμονανθοί της άνοιξης.
μες στην καρδιά της
κυλούσαν απ΄τα φυλλώματα
στο παντού και στα πάντα
ως κι οι ουρανοί λευτέρωναν
ύμνους ικεσίας.
με το λύχνο των άστρων
ω, βλέφαρο του φεγγαριού
ύμνε ανέπαφε κι ο φόβος
φοβάται να ονειρευτή
από τα βόλια αγάπης.
μοιρολογώντας,
θα σ΄αγγίζω γυμνή φεγγοβολή
στο φως του ονείρου
φυγάς στο άπειρο να γενεί
τ΄ασίγαστο φτερούγισμα
με όλες της αισθήσεις
του έρωτα που έζησε
το θάνατό του...
ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ Η ΕΚΔΙΚΗΣΗ / Χαραλαμπίδης Άγις
Αλέξανρος Αραμπατζής / Βιογραφικό
(2011) | Μεγαλιθικές μπαλάντες, Τυπωθήτω |
(2005) | Ο χορός του σφυροδρέπανου, Μανδραγόρας |
(2005) | Περί υψηλής ραπτικής καταιγίδων και καρφιών στα φέρετρα, Μανδραγόρας |
(2002) | Δύο δρυοκολάπτες δραπετεύουν από το δρυοκολαπτεκκολαπτήριο, Μανδραγόρας |
(2000) | Η ανταρσία της μουστάρδας, Μανδραγόρας |
(1998) | Το μανιφέστο της κοινής συμφοράς, Μανδραγόρας |
(1996) | Η αλύπητη συμμετρία των διχασμών, Μανδραγόρας |
Αριστείδης Αντονάς / Βιογραφικό
Ο Αριστείδης Αντονάς γεννήθηκε στην Αθήνα (1963). Σπούδασε αρχιτεκτονική στην Αθήνα και φιλοσοφία στο Παρίσι. Εξελέγη επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας το 2002 . Το 2004 συν-εκπροσώπησε την Ελλάδα στην Biennale της Βενετίας με το συμμετοχικό έργο «Παραδείγματα».
Το θεατρικό του έργο «Το Γραφείο» παρουσιάστηκε στο Βερολίνο και το Παρίσι το 2005 από την εταιρία θεάτρου Eclats de Etats.
Ασχολείτε με το Διήγημα, Μυθιστόρημα, ποίηση
Εργογραφία
Τα κτίσματα. Αθήνα, Άγρα, 2010.
Η τραγουδίστρια και η πολυθρόνα. Αθήνα, Άγρα, 2009.
Αριθμοί: Επίσκοπος ή ο μοναδικός χάρτης: Οι δύο μισοί: Ο Τρικέφαλος: Οι τέσσερις κήποι. Αθήνα, Άγρα, 2008.
Ο χειριστής: Θέατρο. Ο χειριστής: Οίκημα. Αθήνα, Άγρα, 2006.
Πέρασμα από την Αθήνα. Αθήνα, Άγρα, 2006. [Από κοινού με τον Πλάτων Ριβέλλη]
Προφορικά κτίσματα. Αθήνα, Πατάκης, 2004.
Ο φλογοκρύπτης. Αθήνα, Άγρα, 2003.
Ο επίσκοπος. Αθήνα, Στιγμή, 2001.(1η έκδοση: Μαύρο Μουσείο, 1988)
Ο Τρικέφαλος. Αθήνα, Στιγμή, 2001.
Οι τέσσερεις κήποι. Αθήνα, Στιγμή, 1996. (1η έκδοση: Μαύρο Μουσείο, 1989)
Οι δύο μισοί. Αθήνα, Στιγμή, 1995. Σ
Κυριακή 29 Μαρτίου 2020
Γιάννης Βέλλης / άτιτλο
και μη φωνάζετε, γιατί δεν γεννήθηκα ποτέ."
ΑΠΥΡΕΤΟΙ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΙ / Αντώνης Μπουντούρης
[Eδω στέκομαι είπε εκείνη] / Κική Ματέρη
Και ευθύς νομίζαμε όλοι ότι ήρθε για να μείνει
Εδώ είμαι είπε πάλι εκείνη
Και όλοι νομίζαμε ότι ήρθε για να μείνει
Φεύγω είπε με την φωνή της εκείνη
Και όλοι νομίζαμε ότι ήρθε για να μείνει
Έφυγε εκείνη ,που είχε όνομα θαρρουμαι
Μα όλοι νομίζαμε πως το φεγγάρι ακολουθούμε
Ήταν αλλοπαρμενη εκείνη
Έλεγε πως το φεγγάρι φως την δίνει
Έζησε στο σκοτάδι του ουρανού
Είδε το βυθό αλλουνου
Πιάστηκε από τα άστρα και την σελήνη
Την λέγανε ακόμα Εκείνη
Και όλοι νομίζαμε ότι ήρθε για να μείνει
Παρασκευή 27 Μαρτίου 2020
ΜΙΑ ΜΕΡΑ ... / Ζωχιού Λυγερή
Νησὶ Γρεβενῶν / Μασμανίδης Ιωάννης
ποὺ ἔχει σβήσει
σὲ μιὰν ἀφαίρεση ὅπου τὸ θαῦμα
προσδοκᾶται
δίχως ὑγρασία φιλιοῦ
θαμπὲς ἀδέξιες ἐπιχρωματισμένες
χωρὶς δράση
ὑφαίνω ἀκατάπαυστα
μέρες πληγὲς
Σιωπὴ
Σιωπὴ πού ἀπὸ φαρμακωμένη μνήμη
ἐκρέει
Σιωπὴ ποὺ ἀπομένει ἀπαρατήρητη μόνη
στὴ μέθη ἐκλεπτυσμένων αἰσθήσεων
μέσα σὲ ἀπέραντα συρματοπλέγματα
πολυδάκρυτος ριγῶ
θαμένος σέ χωράφι ξερὸ ἀπὸ ἀπόγνωση
Λεία θανάτου
καὶ μηδενὸς
μάχομαι
μὲ τὶς ψευδαισθήσεις
τὴν παγερὴ τραγικότητα τῆς φθορᾶς
Ἔπειτα ὑπομονὴ
ὑπομονή στὰ χείλη
ποὺ ματώνει
τρίμματα περιπαιχτικὰ ἀκατανόητα
χαμογελῶ
θὰ ξαναγεννηθεῖ ἔστω ὡς μαρτύριο ἔλλειψης
μὲ τὴν ὡρίμανση τῆς ψυχῆς
τὴν λείανση τῆς καρδιᾶς ἔστω
ΒΛΕΠΩ
μὰ ἡ ἄνοιξη θἄρθει
ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΙΚΑ ΚΗΡΟΠΗΓΙΑ΄/ Φωτιάδου Αρτεμίου Ελένη
Κρέμομαι απ΄την ελπίδα αιώνες τώρα
Από ένας πολυέλαιο
με ελαττωματικά κηροπήγια
Είναι τόσο χλομό το φως
που πέφτει ένα κίτρινο θαμπό χρώμα
επάνω στα ακίνητα έπιπλα
τις περαστικές συνομιλίες
Λες και μια άγνωστη ασθένεια καραδοκεί
εκεί που θα έμπαινε στη σάλα ένα κρινολίνο χάρης
΄Η που θα ακούγαμε μια μουσική Jazz
πίνοντας γουλιά γουλιά μια σκέψη αγάπης
΄Η θα μιλάγαμε σαν τα παιδιά των λουλουδιών
σε μια απόκρυψη κλήσης απ΄την άνοιξη του χρόνου
Κι αύριο τα ίδια ίσως
-Τι λέει το δελτίο ψυχών-
Τα ίδια μάλλον
Ποιος ξέρει;
Την ώρα πιθανόν που θα διακτινίζεται το τελευταίο μόριό μας
σε ένα διάστημα
ανάμεσα στο λίγο και στο ελάχιστο
ΘΕΑΤΡΙΚΟΙ ΡΟΛΟΙ / Γκανέλης Γιώργος
Περίμενε τη βροχή
Για ν’ αρχίσει να κλαίει.
Μετά έβγαλε τα παπούτσια του
Καβάλησε ένα μηχανάκι
Και με ταχύτητα ανέβαινε στον ουρανό.
Ένας φωτογράφος αποθανάτιζε τη σκηνή
Οι λασπωμένοι δρόμοι ζητούσαν αυτόγραφο
Το βρέφος που γεννήθηκε σήμερα
Έμαθε να παίζει πιάνο.
Δεν ήμουν ποτέ παιδί
Αφήστε για λίγο τους ηθοποιούς
Να εκφραστούν ελεύθερα
Γιατί αν σταματήσει να βρέχει
Τους ρόλους τους
Θα τους υποδυθείτε εσείς.
Ζωή / ΑΘΩΣ ΧΑΤΖΗΜΑΤΘΑΙΟΥ
Την ευτυχία απ΄ τη δυστυχία
Τη χαρά από τη λύπη
Σύγκρουση συναισθημάτων προς
τι;
Για το κυνήγι της ματαιότητας
Και το απόλυτο κενό εισχωρεί στο μυαλό, στην ψυχή
και εγκλωβίζει αβίαστα την ύπαρξη μας στο σκοτεινό λαβύρινθο της πλάνης
κι εκεί που θαρρείς πως όλα μέσα σου διαλύονται
και τα όνειρα σου γυμνά σέρνονται στην άμμο της ερήμωσης
και εσύ μετέωρος πια ζεις σε ένα κόσμο ανύπαρκτο, αλλόκοτο
ακολουθώντας μια ήδη προδιαγεγραμμένη πορεία με προορισμό το πουθενά
απογοητευμένος από την αχαριστία της ανθρώπινης" εξέλιξης"
κάποια στιγμή ανατέλλει ξανά ο ήλιος
και η ερημωμένη σου ζωή ανθίζει στη ζεστή του ανάσα
ένα σωτήριο χέρι που απλώνεται ένα βήμα πριν απ΄ την άβυσσο
μέσα στον καθρέπτη των ματιών του ισορροπούν οι αισθήσεις
απεγκλωβίζονται από τις συμπληγάδες που τους σύνθλιβαν την ψυχή
η καρδιά που δάκρυζε στα στήθια χαμογελάει καθώς αυτός σου χαϊδεύει το πρόσωπο
λυτρώνεσαι ξανά αποκτώντας και πάλιν τη χαμένη σου δύναμη
στο βλέμμα του ξαναβλέπεις με αισιοδοξία το αναγεννώμενο μέλλον
και πορεύεσαι στο δικό σου δρόμο που οδηγεί αβίαστα πίσω στη ζωή
που έχασες και ξαναβρήκες
γιατί δεν μπόρεσες ποτέ να την προδώσεις
όσο κι αν αυτή σε πίκρανε.
''ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ ΤΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ'' / Θεοδοσιάδη Σοφία
του ονείρου τα μηνύματα τα βράδια μου
στην πόρτα σου..να σου ταχυδρομήσω
κι ετούτο το μαντάτο μας τ' ανήκουστο..
της μέρας μας το ξάφνιασμα
με ρέγουλο να σου το πω
μη μου λιγοψυχήσεις..
μα ήταν οι πύλες του Παράδεισου κλειστές
κι εγέμισα τις χούφτες μου με γιασεμιά
το άρωμα στ' αστέρι σου να στείλω...
να μυριστείς του κόσμου την ανημποριά..
τους διαδρόμους της ψυχής μας να φωτίσεις..
Σιώπησε η ανθρωπότητα αγαπημένε μου..
ερήμωσαν οι δρόμοι
γλυκείς..εγκλωβισμένοι..απληροφόρητοι
σαν τους νεκρούς σαλεύουν οι περαστικοί
σε ξεχασμένα κοιμητήρια..
Κι εγώ..
αισθάνομαι ότι κλαίω ακόμα σιωπηλά
αισθάνομαι πως περπατάς
κοιτώ απ' το τζάμι μου τις στάλες της βροχής
λούζομαι μες στη λίμνη μας
θαρρώ..είσαι μαζί μου..
μοιάζει με κάθαρση..με λυτρωμό
της απουσίας η παρουσία..
όπως όταν μυρίζεις ένα γιασεμί
χωρίς καν να το κόψεις.
Είσαι στις σκέψεις μου σαν νόμος
που δεν έχει παραβιαστεί
δεν είσαι παρελθόν..είσαι παρόν μου..
γητείες της αγάπης μας ζητώ..
την άφτρα των καιρών μας να ξορκίσει...
Κανένας άλλος δε θα παίξει το τραγούδι μας
στην άρπα της καρδιάς μου..
μέσα στη θύελλα της ερημιάς
γίνομαι διάφανη..γυμνή
την πλάνη μου αγκαλιάζω..
Όμως εσύ σωπαίνεις...
Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ / Βαραλής Νίκος
απ έξω ούρλιαζε ένας αέρας δύστυχος και αγενής
Κατεβήκαμε στο υπόγειο να βρούμε τροφή να στηριχτούμε
Τα καράβια έφευγαν κόβοντας για πάντα τα σχοινιά στο μόλο.
γράφοντας ποίηση και οιμωγές.
Θα τα διάβαζαν οι άλλοι και θα τα απέρριπταν
και μεις θα σκούζαμε σαν τα ποντίκια
που καίγονται πάνω στη φωτιά της κόλασης τους.
Θα πηγαίναμε μεγάλες βόλτες
λέγοντας συνεχώς τα ίδια πράγματα
πως είναι ωραίο το φεγγάρι,
πως ο έρωτας μας πυρπολεί
και πόσο φάγαμε ωραία χθες βράδυ
- ήταν γκουρμέ κυρία μου.
σκαρώνοντας ένα στίχο
τρώγοντας σ’ ένα άδειο πιάτο,
η πάνω σε ένα ασχημάτιστο φιλί.
Θα γράφουν επικήδειους θα λένε «αυτός έζησε»
αλλά εμείς το ξέρουμε, δεν ζήσαμε ποτέ.
μέχρι να έρθει το άστρο της αληθινής μέρας
για να μας πει ότι τα πλοία ήρθανε,
οι πόρτες άνοιξαν
κι ότι μπορούμε να βγούμε από το υπόγειο
μπορούμε να συναντήσουμε ο ένας τον άλλον,
μπορούμε επιτέλους να αγαπήσουμε
κι εν τέλει μπορούμε έστω για μια στιγμή να ζήσουμε
χωρίς το φόβο του θανάτου.
ο Κύριος να είναι μαζί σου
ευλογημένη να είσαι μεταξύ των γυναικών
και ευλογημένος ο καρπός της καρδιάς σου.
ΓΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΜΟΥ / Βυζαντίου Φιλαρέτη
Γη των προγόνων μου αγία
Με θάβεις στη σάρκα σου
μου ξεκοιλιάζεις κάθε νύχτα τη Μνήμη
Μασάω φιλώντας το χώμα σου
λάσπη φτιάχνω
και πλάθω το άδηλο μέλλον σου
άσπλαχνα
Μου τά' χεις ξερριζώσει άλλωστε
Δεν έχω οικτιρμούς να σου δώσω
Μόνον κραυγές
Είμαι η πνιγμένη της λίμνης του πασά
Του Αλή η ματωμένη ανέφικτη ηδονή
Είμαι η άγια σου πνοή και λαύρα
Και θα σε ευλογώ εις τους αιώνες
Μέσα από τη λάσπη
Μέσα από το έρεβος
Μέσα από τον Άδη
Με τη ρομφαία του Φωτός να σφάζει την Ιστορία σου
[Έτσι ήσυχα (θα) μας ταξιδεύει η ζωή] / Τσαντήλας Τάκης
διασχίζοντας θύμησες, έρωτες
ερημιές, απουσίες
ώσπου να μας παραδώσει αθόρυβα
στην παύση και στη λησμονιά.
Υπήρξαμε άραγε ποτέ;
Κι αν ναι, κατανοήσαμε επαρκώς
την ύπαρξή μας;
[Λευτεριά στην τσακισμένη τη σκέψη] / Κουμουλή Δάφνη
που ξηλώθηκαν οι αρμοί της.
Όλα τα στοιχειά σε εκταφή.
Σιωπή και δόντια σφιγμένα,
μη ο φόβος φανεί ψεύτικος.
Οι τοίχοι βαμμένες σκιές,
πονεμένες αποχρώσεις
του κάποτε γέλιου,
προσευχές ακατανόητες,
σαν ουρανοδρόμοι στην ορμή
μιας εποχής αλλοτινής.
Ψάχνω να βρω τους στίχους
που τυλίγονταν ηδονικά
στα σεντόνια μου,
μα ούτε ίχνος λέξης φωτεινής.
σ’ένα θέατρο άδειο...
φοβάμαι μην ξυπνήσω
με μια σφαίρα στον κρόταφο…
ΚΑΤΑΣΚΟΠΕΙΑ / Νικολαίδης Λουκάς
Ο Ήλιος βασιλεύοντας έβαψε με κόκκινη μπογιά
του Ουρανού την απλωσιά και τις γειτονιές του κόσμου,
ενώ λιγοστά πετροχελίδονα με κινήσεις ανήσυχες
μπαινοβγαίνουν νευρικά στις ετοιμόρροπες φωλιές τους.
Σαν έρθει το Σούρουπο ολόγυρα θα στάξουν Σιωπές
και πίσω από τις μανταλωμένες πόρτες θα παγώσει
ο Χρόνος...
Η χλιδή των χρωμάτων του Δειλινού θα ξεθωριάσει
κι Εγώ,καραβοκύρης της μαβιάς σκούνας του Δειλινού,
θα βρεθώ στο κέντρο του στρόβιλου ενός Σούρουπου
και κάποιων ανεπαίσθητων τριγμών της Νύχτας...
Και Ύστερα,καθώς θα διασχίζω του απείρου το πέλαγο,
εκεί κοντά στο μεσονύχτι με τους "ανοιχτούς Ουρανούς",
από μιά χαραμάδα της Νύχτας,
θα κατασκοπεύσω τις επόμενες διαθέσεις και Ώρες της...
ΑΝΟΙΞΗ ΠΑΡΑΞΕΝΗ / Νίκος Πενταράς
Βλέπει τριγύρω τ’ ανθισμένο τοπίο
τα πουλιά που κάθονται στα δέντρα
αλλά με τη σιωπή στο ράμφος
την ακινησία στα φτερά
και παραξενεύεται.
που κανονικά θα έπρεπε να είναι εκεί
να την υποδεχτεί
φάνηκε
Ανήκει πλέον στις ευάλωτες ομάδες
και συνεχίζει την απομόνωση στην παγωνιά της
από φόβο για τον Πλούτωνα.
μαζεύει άνθη και πουλιά
και πρωί πρωί
με τη βοήθεια του Ήλιου
πηγαίνει και βρίσκει τη μάνα της.
και η σιωπή άρχισε να κελαηδά
ΕΙΣ ΕΝΑ ΠΟΙΗΤΗ ΕΚΤΟΣ ΟΥΡΑΝΟΥ / Παρασκευάκος Πάνος
Τον Άνθρωπο!!!
Που - Ιπποκράτειο Όρκο - ομφάλιο λώρο εποίησε
Που - χωρίς πηλό, χωρίς πλευρό - ζώσα ζωή εποίησε
Μόνο με μια μάσκα
μια - σαλιωμένη απ’ το χρόνο - μάσκα.
Μόνο με ένα ζευγάρι γάντια
γάντια πολυφορεμένα - ένα με το πετσί του- γάντια .
Μόνο με ένα αναπνευστήρα
εκ περιτροπής !!! -για τον τυχερό - αναπνευστήρα.
Μόνο με
λίγο αντισηπτικό
λίγες στολές
λίγα τεστ
λίγα κρεβάτια
λίγους γιατρούς
λίγους νοσηλευτές
Μόνο με τον όρκο του Ιπποκράτη
και πολύ – πολύ φιλότιμο - μόνο
εποίησε ζώσα, της ζωής μας, τον όλεθρο
ως του μέλλοντος ζωή χαρισάμενη.
Τον Άνθρωπο!!!
Με την , άσπρη- πράσινη – γαλάζια , μπλούζα
τη ξεθωριασμένη, απ’ τον ιδρώτα και το δάκρυ, μπλούζα
που χωρίς Αποστόλους , χωρίς Χερουβείμ, χωρίς Ωσαννά
ορθάνοιχτες - τις πύλες του Λαζάρου - εποίησε
και του μέλλοντος την ιστορία , χαρισάμενη
κήπο της Εδέμ , εποίησε.
Τον Άνθρωπο!!!
που επιμένει , να παραμένει , ΑΝΘΡΩΠΟΣ
που της Ιστορίας ανέλαβε το χρέος να θάψει των
-Μ.Μ.Ε την αρχιτεκτονική- της προσωπικής ευθύνης
οικοδομώντας αυτήν, πάνω στα θεμέλια του χρήματος.
Τον Άνθρωπο!!!
που όταν οι σπαραγμοί , οι θυσίες και ο όλεθρος
θα διαβάζονται πια σαν ξόρκια και όχι σαν ιστορία
που όταν το χρήμα θα ξεπλένει το αίμα
και το αίμα θα ξεπλένει το χρήμα
Ως Ποιητής εκτός ουρανού
θα αποποιείται τη λήθη της ευθύνης , που οικοδομείται
και θα ποιεί τους λίθους , που οικοδομούν
ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ ΖΩΗ ΧΑΡΙΣΑΜΕΝΗ
Μερωμένη Άνοιξη / Σαρδέλης Πέτρος (Peter Sardelis)
Με ξεκουμπωμένο το φουστάνι
Πίσω απο στιλπνά φυλλώματα
Γεύεται τους ήχους τις αυγής
Της λίμνης Ισιώνει τις πτυχές
Αγνότητας τα κατακάθια,
Ακατονόμαστες οραματίζεται αμαρτίες
Μέσα απο πουλιών λαλιές
Πάνω απ'τ'αναμενο πέλαγος
Τα βουνά ντυμενα Ήλιο
Ρέουσες ανθόσπαρτες πλαγιές
Μεθυσμένα μονοπάτια
Ψάχνουν γ'αποσκιές τα μάτια
Στροβιλίζουν, μελίσσι οι στιγμές.
Πλέουν στ'αποκαΐδια του ουρανού,
Πάλλεται της Άνοιξης η αορτή
Αχνή η γύμνια της αντανακλά
Κάτω απ'της σιωπής τα κρόσια
Βουλιάζει στη αγκαλιά του Μαη
Μερωμένη γλύκα θηλυκιά.
ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΓΑΛΗΝΕΨΕΙ Ο ΓΙΑΛΟΣ / Γιώργος Καραγιάννης
Το φέρνουν έτσι οι συνθήκες
που ο πόνος γίνεται βαρύς
βάζεις τα δυο σου χέρια
και κάθεσαι ανάσκελα
έχοντας κλειστά τα μάτια
λες και σ’ έβγαλε το κύμα
έξω στην αμμουδιά
πως μπορεί και ο αγέρας
να σου κλέψει τη χαρά
ν’ αγωνιάς όλη τη νύχτα
μην το πέλαγο αγριέψει
και πονέσει η καρδιά
Τρίτη 24 Μαρτίου 2020
199 χρόνια Ελεύθερης Ζωής +1 (αφιέρωμα στην Ελληνική Επανάσταση του 1821)
* Το διήγημα συμπεριλήφθηκε μαζί με άλλα 40 (μετά από διαγωνισμό με θέμα:
Τι κι αν το «άλμα» μέσα μας ακόμα εκκρεμεί.
Τι κι αν εις την αντίπερα την όχθη κολυμπώντας
βαθέος ποταμού δεν ελιαστήκαμε.
Ελευθερίας στέγνωμα άγευστοι.
Ανίκανοι θηριοδαμαστές, δυνάστες πολεμούντες των καιρών.
Μια επανάσταση εδιδάχθηκα εγώ εις το σχολειό.
Στους χρόνους με οδήγησε εις τους αλλοτινούς, στα 1821.
Απά στις σκέπες και στο νου, την Οθωμανική Αυτοκρατορία που εξεδίωξε,
που εταλάνιζε τη χώρα μου για τέσσερεις αιώνες.
Σήμερα αιώνες πάλι και μετά, σε μια πατρίδα επιμένω.
βαθιά μέσα στα σπλάχνα.
Γι αυτήν αξίζουν οι γιορτές.
Γι αυτήν και η περηφάνια.
Για εκείνη που μου δίδαξε,
σαν βράχος να αντιστέκομαι.
Σαν κύμα να διεκδικώ,
Δε θα σταθώ στο ιστορικό.
Καλώς.
Μονάχα να.
Θα σε παρακινήσω νοερά να δυνηθείς,
την ύπαρξή σου όλη αν το μπορείς,
εκεί
Αβούλιαχτα αν μπορείς να την περάσεις,
εκεί
Στην Ύψιστη του αγώνα τη στιγμή… στην Έξοδο.
Εκεί που οι ήρωες δεν πέθαναν.
Δεν επουλήθηκαν σε σκλαβοπάζαρα,
δεν γίναν παρανάλωμα πυρός,
στην πυριτιδαποθήκη αντάμα με τον τολμηρό,
ηρωικά στην Έξοδο… τον ήρωα Καψάλη.
Σ' αυτήν την όχθη να σταθείς,
μαζί τους να μπορέσεις να βραχείς..
να το λουστείς το αιώνιο.
Όχι να μην τους φοβηθείς.
Δεν είν' φαντάσματα οι ήρωες,
τις νύχτες που στοιχειώνουνε τους ζωντανούς.
Είναι οδηγοί και δάσκαλοι.
Για να σε βοηθήσουν καρτερούν, οι μύστες σου να γίνουν.
Να ομορφύνουν τη δική σου τη συνείδηση.
Να δώσουν νόημα ακριβό, στην ίδια τη ζωή σου.
Δε σου ζητούν να ζεις σαν ήρωας,
μα να αντιστέκεσαι σαν ήρωας.
Με άνθρωπο να μοιάζεις.
***
«Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθεις εν τη βασιλεία σου»
Γι' αυτό σάς λέω παιδιά μου, γιά να σωθεί η πατρίδα μας, πρέπει να θυμηθούμε τήν περηφάνεια μας, ποιοί ήμασταν, τί γίναμε και πως θα ξαναπορευτούμε ορθοί, δίχως ντροπή καί προσκυνήματα, μα με τό μυαλό που κληρονομήσαμε απ' τούς πατεράδες και τούς προγόνους μας.
«Κάλλιο για την πατρίδα κανένας να χαθεί ή να κρεμάσει φούντα για ξένον στο σπαθί»
ήταν ένα μαρτύριο. Δεν είχα πάει στο νηπιαγωγείο και η προσαρμογή μου πρώτη φορά σε σχολική τάξη ήταν φοβερά δύσκολη. Σαν να έπεφτα με αλεξίπτωτο στο πιο αφιλόξενο μέρος. Σχεδόν ούτε την αλφαβήτα δεν ήξερα, ενώ τα περισσότερα παιδιά είχαν έρθει προετοιμασμένα, ήδη ήξεραν να διαβάζουν. Ένιωθα μπλοκαρισμένη και μόνη. Το χειρότερο από όλα ήταν η ακατάλληλη δασκάλα. Μεγάλη στην ηλικία, αυταρχική, βλοσυρή, ανίδεη από σωστή παιδαγωγική συμπεριφορά. Με πρόσβαλε εξευτελιστικά ενώπιον όλης της τάξης όταν έκανα κάποιο λάθος. Το όνομά της ήταν Αρίστη, όμως στα μάτια μου ήταν ένα σκοτεινό φόβητρο, ένας δυνάστης,
Εκείνα τα πορτρέτα πάνω στους τοίχους, του Κολοκοτρώνη, Ανδρούτσου, Υψηλάντη, Καραϊσκάκη, Μπουμπουλίνας και Κανάρη, μέσα στη δυστυχία μου ακτινοβολούσαν ομορφιά και λάμψη. Εξέπεμπαν γαλήνη και σιγουριά για την επιτυχία μετά από ατέλειωτους αγώνες. Η λάμψη τους είχε εισχωρήσει σε κάθε μου κύτταρο. Το τραύμα θέλει παρηγοριά, και στο δικό μου τραύμα εκείνα τα πορτρέτα έστελναν μια υπόσχεση: ότι τελικά και οι δυνάστες θρυμματίζονται κι εξαφανίζονται από μπροστά μας.
25η ΜΑΡΤΗ
ΙΔΕΑ – ΠΑΤΡΙΔΑ- ΤΙΜΗ – ΣΗΜΑΙΑ
κι’ αγώνες ελευθέρωσης λαού βασανισμένου,
από Μοριά και Στερεάς κακοτραχές μασχάλες
και σκόρπιων Νησιών βραχάρμυρες τις βάλες
Κολοκοτρώνηδες, Ανδρούτσοι και αγνοί Παππάδες,
για λευτεριά εχύσανε αίματος μαστραπάδες.
Φιλέλληνες που δεν λογάριασαν θανάτου οδύνες.
Κλέφτες, αρματολοί και πειρατές νησιώτες
ξεδικιωμό ζητούσαν και λεύτερο αγέρα.
Λάβαρα ξεσηκωμού, του Τύραννου δεσμώτες,
σηκώσανε μ’ αποκοτιά τη σκλαβωμένη χέρα.
φωνές αντάμωσαν σε μιαν ιδέα
στου Ρήγα του Βελεστινλή το λόγο,
«Δούρειος Ίππος» που έγινε σημαία.
«Μολών Λαβέ» «Η Ταν ή επι Τας»
Ηχώ αγύριστη… «ως πότε εχθρέ τη γή μας θα πατάς»
ήταν η Ιδέα, πού ’βαλαν τα στήθια μπρός.
Πολέμησαν, σκοτωθήκαν, λευτεριά ο θησαυρός.
Για του δίκιου ο αγώνας, ο σκοπός είν’ ιερός.
Ένας είναι ο Ουρανός, γαλάζιος καθαρός,
του μαύρου σύννεφου ο δρόμος μιαρός.
γινόντουσαν, ευθύς μετά, γενναίοι Μεσολογγίτες.
Μίσθαρνους ξένους πέρνανε, μα πιότερο Αρβανίτες,
στην Ιστορία από παλιά γίναν συστρατιώτες.
Για της σημαίας τον ιστό, σπαθί γυμνό κρατούσαν,
στης Θέμιδας τα έδρανα τ’ άδικο πολεμούσαν.
που πάντα λύση έδινε, στη γη τη σκλαβωμένη
και Μαραθώνα και Μοριά την αιματοβαμμένη.
Κι άν έχει η αυταπάρνηση μορφή στην οικουμένη,
στους Αχιλλέα, Σαμουήλ η μνήμη είν’ γραμμένη.
της λευτεριάς ιέρια στη μνήμη εχαράξαν.
Μια Αθηνά οι Έλληνες, πάντα θεοποιούνε,
τη μήτρα π’ όμοια παιδιά βγάζει, την προσκυνούνε.
«Κι αν είν’ ασήκωτη η σκλαβιά στου Έλληνα τις ράχες»
η λευτεριά, διδάχτηκε, κερδίζεται στις μάχες.
τη βρίσκει, γιατί η «Λέαινα» είν’ αξιοζηλεμένη.
Μ’ επιφανείς και αφανείς πατρίδας ελευθερωτές
κι απο της Δύσης «σύμμαχους» νίκης καπηλευτές,
στην μάχη πάλι σώματα και τις ψυχές προσφέρουν
αγέρα λεύτερο γι’ αυτούς κι απόγονους να φέρουν.
και λιονταριού είχαν ορμή, τιμής γίνανε δότες.
Μα κι αν τους «φόρεσαν» ξανά, «στέμμα και ρεντιγκότες»,
του κόσμου θαν΄ ατέλειωτα φωτός οι πριμοδότες,
γιατί , Λεωνίδες ακλουθούν και πάνσοφους Δασκάλους
ασπίδα κι όπλο, της σκλαβιάς που σπάζουνε πασσάλους.
Ελλήνων άφεγγα παιδιά με ξένους αφ’ ετέρου.
Πάντα θρέφει το φίλιωμα, αχόρταγους σπιούνους
που σε δικούς τους, τα φλουριά της νίκης, ψήνουν φούρνους..
Ξεχνούνε όμως «τα στερνά, πάντα, τιμούν τα πρώτα»
κι’ αξιώνονται τα «οστά», αίμα του κι ιδρώτα.
η Γλώσσα , η Θρησκεία και της τιμής Σημαία.
Ονόματα και πόλεμοι σ’ αθάνατες σελίδες,
βήματα μνήμης στη ζωή που δίνουν ηλιαχτίδες
Σ’ οχτρούς και φίλους, Σοφία χαρίζει η Ελλάδα
δείγμα Τιμής, Φιλίας κι Ειρήνης μ’ ελιάς τη κλάδα.
***
Σκοπός μας είναι η δημιουργία μιας Ανθολογίας Ποιημάτων από το σύνολο των Ελλήνων Ποιητών- Ποιητριών αλλά και ορισμένων ξένων, καθώς επίσης και κειμένων που έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον μας. Πιθανόν ορισμένοι ποιητές και ποιήτριες να μην έχουν συμπεριληφθεί. Αυτό δεν αποτελεί εσκεμμένη ενέργεια του διαχειριστή του Ιστολογίου αλλά είναι τυχαίο γεγονός. Όσοι δημιουργοί επιθυμούν, μπορούν να αποστέλλουν τα ποιήματά τους
στο e-mail : dimitriosgogas2991964@yahoo.com προκειμένου να αναρτηθούν στο Ιστολόγιο.
Θα θέλαμε να τονίσουμε ότι σεβόμαστε πλήρως τα πνευματικά δικαιώματα του κάθε δημιουργού, ποιητή και ποιήτριας και επισημαίνουμε πως όποιος δεν επιθυμεί την ανάρτηση των ποιημάτων του ή κειμένων στο παρόν Ιστολόγιο, μπορεί να μας αποστείλει σχετικό μήνυμα και τα γραπτά θα διαγραφούν.
Τέλος υπογράφουμε ρητά ότι το παρόν Ιστολόγιο δεν είναι κερδοσκοπικό και πως δεν η ανάρτηση οποιουδήποτε κειμένου, ποιήματος κτλ γίνεται με μοναδικό στόχο την προβολή της ποίησης και την γνωριμία όλων όσων ασχολούνται με αυτή, με το ευρύτερο κοινό του διαδικτύου.