Τρίτη 31 Μαρτίου 2015

ΔΩΡΙΕΙΣ ΚΑΙ ΞΥΛΟΚΟΠΟΙ

της Ελένης Δημητριάδου- Εφραιμίδου

Το δάσος που περνάμε είναι σιωπηλό.
Αλλόκοτη είναι αυτή η διαδρομή.
Κανείς δε μιλάει.
Τα χέρια μας, αν και ελεύθερα,
κρεμασμένα είναι
σε κορμούς γυμνούς.

Περνάμε ανάμεσα από Αχαιούς νεκρούς
που έχασαν τη γλώσσα δίχως μάχη.
Βουλιάζει δίπλα τους ένα ποτάμι
από λασπόνερα και σαπισμένα προσωπεία.

Αυτό περίμεναν.
Τον σκοτεινό Αχέροντα οι Δωριείς.
Αυτό το κέρμα υποταγής για να νικήσουν.
Και κανένας Μένιππος* πια ν' αντισταθεί.

Τι Τυρταίος, τι Αρχίλοχος,
δεν είμαστε για Ελεγείες και Θούρια.
Μετά από κάθε παρακμή,
έρχονται οι ξυλοκόποι.
Άξεστα αρπάζουν, άξεστα μιλούν.
Τα δέντρα γίνονται κάρβουνο
και παύει το μυστήριο για κάθε ψυχή.

Δεν ξέρω αν χρειάζεται τώρα μια Αντιγόνη
που να συγχωρεί έναν προδότη αδελφό
ή μια Μαρία Νεφέλη να επαναστατεί.

Δεν ξέρω καν αν μες σε τούτο το κενό
μπορείς με λέξεις να ελπίζεις.

Ελένη Δημητριάδου Εφραιμίδου (βιογραφικό σημείωμα)

Η Ελένη Εφραιμίδου γεννήθηκε στην Ξάνθη. Στα γράμματα εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1974 με ποιήματα που δημοσίευσε στο περιοδικό «Ταχυδρόμος». Εξέδωσε Ποιητικές συλλογές καθώς και την θεατρική απόδοση του διηγήματος του Γ.Μ. Βιζυηνού «Μοσκώβ-Σελήμ» το οποίο απέσπασε το πρώτο βραβείο Ιπεκτσί (1997-99). Επιμελήθηκε επίσης την Ανθολογία «Σύγχρονοι Θράκες ποιητές» εκδ. Σπανίδης,2007. Ποιήματα της διακρίθηκαν σε πανελλήνιους διαγωνισμούς. Δοκίμια και κριτικές της για την ποίηση έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες και περιοδικά της Θράκης.

Ποιητικές Συλλογές:

·         Δωριείς και Ξυλοκόποι (Γαβριηλίδης) 2014
·         Σκιά είναι (Αρμός ) 2009
·         Πόλη μου, σαν το ρόδο (Σπανίδης) 2001              
·         Του καιρού και της ήττας (Σπανίδης) 1999

       Τα ποιήματα του 2009 (Συλλογική έκδοση) (Κοινωνία των δεκάτων) 2010

Δωριείς και Ξυλοκόποι



της  Ελένης Δημητριάδου Εφραιμίδου
Η ΑΛΛΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Αν όταν τραγουδάς,
ενώνεις το απέραντο
και ένας άνθρωπος στον Βόρειο Πόλο
παύει να κρυώνει,
σταματάει το βήχα του,
ξεχνάει το ουρλιαχτό του,
βγάζει το παλτό του
γιατί ζεσταίνεται,
αν είναι ανώνυμα μαζί σου,
χορδή που πάλλεται,
αν το κενό κρύβει τους κραδασμούς του,
αν έχει τη δύναμη του ελάχιστου
κι η στάχτη είναι πλάνη
που διαλύει την αίσθηση,
αν μια χορδή
είν’ η πραγματικότητα,

τότε, δεν είναι πόνος
να πεθάνεις.

Σ’ ΕΝΑΝ ΝΑΡΚΙΣΣΟ ΗΓΕΤΗ

Όταν μιλάς, σαν να καλπάζεις μόνος,
να σκέφτεσαι και μένα
που υπάρχω εδώ
ταΐζοντας πουλιά,
χαράζοντας ονόματα
σ’ αυτήν την ομίχλη.
Ακίνητη σ’ αυτό το καθεστώς
με τα χέρια ανοιχτά.

Περιμένοντας αυταπάτες
και προπαντός απουσίες.




ΩΔΗ ΣΤΟ ΚΕΝΟ

Ανάπηροι στην κεντρική πλατεία
πάνω σε καροτσάκια ηλεκτρικά.
Ένα φλιτζάνι κούφια ελευθερία
αχνίζει στον αέρα ειρωνικά.

Περνούν οι μέρες σαν τις νύχτες.
Κλειστά βαγόνια αφήνουν μιαν οσμή.
Πάνω στα τραπέζια δόντια από Χειμώνες

μασούν σαν τα μαχαίρια την ορμή

.....

[…] Βαθιά στην πολυθρόνα της η Μάνα μου,
με κρεμασμένο ένα άδειο γάντι στο χεράκι της
εξευμενίζει τους πνιγμούς.
 Ξένα νερά ορμούν στο σπίτι,
 η ντουλάπα αδειάζει αργά τα ρούχα της,
νωχελικές στάσεις παίρνουν τα παπούτσια της,
τα έπιπλα κολυμπούν …..

 ΔΩΡΙΕΙΣ ΚΑΙ ΞΥΛΟΚΟΠΟΙ 

[…]Περνάμε ανάμεσα από Αχαιούς νεκρούς
που έχασαν τη γλώσσα δίχως μάχη.

[…]Τι Τυρταίος ,τι Αρχίλοχος,
δεν είμαστε για Ελεγείες και Θούρια.
Μετά από κάθε παρακμή,
έρχονται οι ξυλοκόποι. 


ΚΕΝΟ ΚΑΙ ΠΑΜΠΑΛΑΙΟ

 Τέλος σημαίνει
πως κάποτε υπήρξε ένας κόσμος.
Τέλος πως δεν υπάρχει κόσμος.
Τέλος είναι η βία.
Είναι οι άνθρωποι που αρπάζουν απ' τις πλάτες
άλλους ανθρώπους.
Λύνουν τα χέρια τους
για να τραντάξουν τη γη.

Το είδαμε όταν
τα μάτια τους κύλησαν στο χώμα
μαζί με τα λεμόνια που κρατούσαν
κι έγιναν πέτρες ξαφνικά.

Και είδαμε πως, από τότε, μικροί πλανήτες
γύρω τους γυρίζουν
κι εκείνοι μένουν στο κενό.
Τα πόδια τους κρυμμένα είναι στην αφάνεια.
Το σώμα τους κανείς δεν το βλέπει.
Ακίνητο είναι.

Μόνο πού και πού μια λεπτή κλωστή
στο σκοτάδι φωσφορίζει,
όταν ο άνεμος κινεί τα δάχτυλά τους
για να θυμίζει πως κάποτε υπήρξε αυτός ο κόσμος.


ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ

Πιστεύω στη φυσαρμόνικα
που οι μαύρες τρύπες της
μεταμορφώνουν
τα αδιέξοδα του στήθους μας
και γίνονται αρμονία
τα κρεματόρια.

ΟΤΑΝ ΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ ΔΡΑΠΕΤΕΥΟΥΝ

Όταν οι άγγελοι δραπετεύουν απ΄τον Παράδεισο
μοιράζουν τσίπουρο, μαριχουάνα και χασίς.
Κρασί από λευκό σταφύλι,
πέντε μεγάλα βαρέλια λησμονιάς,
επτά ασκιά απόσταγμα καρδιάς,
τρεις μεθυσμένους ουρανούς
και ένα σύννεφο.

Εκεί να χορέψεις.
Όταν η Βιθυνία σου χαμογελά.
Πράσινη φουντουκιά του Πόντου.
Υψώνοντας τα χέρια σαν κλαδιά,
αγγίζοντας φεγγάρια,
φανάρια που γεμίζουν μνήμες
κι ανάβουν στο σκοτάδι ένα φιτίλι.

Εκεί να χορέψεις ζαλισμένος.
Αρχαίος στη γεύση ουρανίσκος
κι εκείνοι θα χτυπήσουν ρυθμικά τις παλάμες τους,
θα ρίξουν τα λευκά φορέματα τους στη γη
και δε θα ξαναφύγουν πια,
γιατί βρήκαν άλλον Παράδεισο.


Νικομήδεια, Σεπτέμβριος, 2012

εκδ. Γαβριηλίδης, 2014

Γη των ηρώων


του Ευαγόρα Παλληκαρίδη 

Όλ΄ η φύση κοιμάται
τη ναρκώνει το κρύο,
κι εγώ φεύγω λαλώντας
το στερνό μου αντίο
και τη μάνα φιλώντας.

Την κοιτάζω να κλαίη
-Μάνα,μην κλαις,της λέω
Μανα, μην κλαίς  και κλαίω......

Κι όλοπάω και τρέχω
-και το δέκρυ της σβύνει
για μια μόνο στιγμούλα-
Και μιαν άλλη μανούλα
-την Ελλάδα μας- έχω
π΄ όλο κλαίει κι εκείνη.

Πέντε (5) τραγούδια για τον 1η Απριλίου 1955 (Έναρξη απελευθερωτικού αγώνα της Κύπρου)

Η 1η Απριλίου, είναι μία ξεχωριστή ημέρα για την Ελλάδα και τους Έλληνες. Την 1η Απριλίου 1955, ξεκίνησε στην Κύπρο ο απελευθερωτικός αγώνας της ΕΟΚΑ με ξεκάθαρα καθορισμένο σκοπό: την αποτίναξη του Αγγλικού ζυγού και την ΕΝΩΣΗ με την υπόλοιπη Ελλάδα. Δυστυχώς λάθη εκατέρωθεν και προσωπικές φιλοδοξίες δεν έφεραν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Επιλέξαμε κάποια τραγούδια για την ημέρα αυτή. Τραγούδια ηρωικά γραμμένα από την πέννα του έφηβου ποιητή και ήρωα της Κύπρου Ευαγόρα Παλληκαρίδη.


 Μπορεί σε κάποια μάχη


Μπορεί σε κάποια μάχη
γραμμένο η μοίρα νάχει
να μην γυρίσουμε
μα πάμε με καμάρι
και λέμε όποιον πάρει
και θα νικήσουμε




***

ΕΓΕΡΤΗΡΙΟΝ ΣΑΛΠΙΣΜΑ (Θα πάρω μιαν ανηφοριά)

Θα πάρω μιαν ανηφοριά
θα πάρω μονοπάτια
 να βρωτα σκαλοπάτια
που παν στη Λευτεριά.
~
Θ΄ αφήσω αδέλφια συγγενείς,
τη μάνα, τον πατέρα
μεσ΄ τα λαγκάδια πέρα
και στις βουνοπλαγιές.
~
Ψάχνοντας για τη Λευτεριά
θα ΄χω παρέα μόνη
κατάλευκο το χιόνι,
βουνά και ρεματιές.
~
Τώρα κι αν είναι χειμωνιά,
θα ΄ρθει το καλοκαίρι
Τη Λευτεριά να φέρει
σε πόλεις και χωριά.
~
Θα πάρω μιαν ανηφοριά
θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια
που παν στη Λευτεριά.
~
Τα σκαλοπάτια θ΄ ανεβώ,
θα μπω σ΄ ένα παλάτι,
το ξέρω θαν απάτη,
δεν θαν αληθινό.
~
Μεσ΄ το παλάτι θα γυρνώ
ώσπου να βρω τον θρόνο,
βασίλισσα μια μόνο
να κάθεται σ΄ αυτό.
~
Κόρη πανώρια θα της πω,
άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου,
μονάχα αυτό ζητώ.


το ακοούτε: https://www.youtube.com/watch?v=pN3iWfuBmEE


***

ημέρα της Νίκης


Μέρα λαμπρή κι αθάνατη
κι αδούλωτ' είναι σήμερα
που κι η σκλαβιά νικήθηκε
από την τόση ορμή...
~
Και λύγισαν, και σπάσανε
και λυώσανε τα σίδερα
που σου μάτωναν, Κύπρο μου,
το ασθενικό κορμί.
~
Μέρα χαράς ξημέρωσε
και μέρα ευλογημένη
κι απ' τη σκλαβιά που πέρασε
τίποτε πια δε μένει.
~
Χαρείτε όσοι πονέσατε
κι' όσοι νεκρούς εκλάψετε
το κλάμα παύει σήμερα
στης Κύπρου τα χωριά.
~
Κι όσοι πάτέρα, κι αδελφό
για φίλο σας εθάψατε
όλοι χαρήτε σήμερα
γιατ' ήρθε η λευτεριά
η πρώτη μέρα ελεύθερη
-στιγμή που δεν ξεχνιέται-
στη σκλαβωμένη Κύπρο μας

η λευτεριά γεννιέται.


***

Στην Κύπρο

Για σένα, Κύπρο αθάνατη, 
Πατρίδα σκλαβωμένη, 
Θα δώσω απ' το αίμα μου 
Κάθε σταλαματιά… 
Για να σε δω ελεύθερη 
Και χιλιοδοξασμένη 
Δε θα διστάσω, 
Κύπρο μου, 
Nα πέσω στη φωτιά.


***

Στην Κύπρο σαν θα πάμε

Στην Κύπρο σαν θα πάμε
στ' ωραίο µας νησί

Σε θέλουµε να φτάσεις
Ελλάδα µας και σὺ

Να διώξεις τη σκλαβιά μας
και νά’ρθ η Λευτεριά

Να σπάσουν αλυσίδες
και σίδερα βαριά


Άλαλο (απόσπασμα)

 της Ιωάννας Χρήστου
Ο Γραφιάς

Χρεωμένος σαν τις χώρες του νότου
και δακτυλοδεικτούμενος
συλλαβίζω απ την αρχή την αλφαβήτα.
Σκοντάφτω διαρκώς πάνω στο Κάπα
κι απ’ τη συνίζηση μέχρι την έκθλιψη
περιγράφεται ολόκληρη η περιπέτεια του βίου μου.
Απ’ το δικό μου χέρι τίποτε δεν καρπίζει,
τίποτε δεν μεταμορφώνεται.
Το στάρι μένει στάρι, το ξύλο μένει ξύλο, η πέτρα μένει πέτρα.
Κι εγώ γεμίζω την κοιλιά μου,
τυλίγω το κορμί μου,
λάθρα βιώσας,
στα γεννήματα των άλλων.
Την τέλεια πενία μου συμπληρώνει
η αχανής, η αγέραστη ήπειρος των λέξεων,
με αρχέγονες ρίζες και διακλαδώσεις,
με εκλεκτικές συγγένειες και υποσημειώσεις,
αφ’ εαυτές,
με τη δική τους, εσωτερική, εικονοποιία
ή ρέουσες,
μες στα ποτάμια του Ομήρου και στα ρυάκια των Λυρικών.
Γιατί, ακόμη και οι λέξεις μου, δικές μου δεν είναι.
Κι ο χρόνος είναι δανεικός ή εξαγορασμένος
Για να μπορώ εγώ σήμερα να γράφω,
μετ’ ευτελείας,
στα ματωμένα μου τεφτέρια,
κάποιοι καταδικάστηκαν σε πλήρη αφωνία,
στην επαρχία, στο υπόλοιπο Αττικής,
στην Αφρική και στη Λατινική Αμερική ή στην Ασία.
Κι έτσι, ως το λαιμό, είμαι χρεωμένος.
Κι όμως, εν τέλει, τι μπορώ;
Μόνο να γράφω.
Να σβήνω.

Και να γράφω.

***

Σκοτάδι

Πότε τελειώνει πια αυτή η νύχτα;
Τα μάτια μας γίναν σχιστά σαν χαραμάδες.
Πάνε τρία χρόνια τώρα
που κλείσαμε στην κάσα τον νεκρό μας.
Με πύρους αναφιλητών καρφώσαμε το σκέπασμα.
Κι ούτε θυμάσαι πια το πρόσωπό του.
Μα δεν έχει τέλος αυτή η αγρυπνία.
Θα ΄θελα να λεγα: Μην κλαις
και δεν αργεί να ξημερώσει,
σαν τα τρελλά κοκόρια που λαλούν μες στο καταμεσήμερο.
Μα το σκοτάδι χύνεται αδιάκοπα απ’ την κάσα,
φέγγει πίσω απ’ τα βλέφαρα
και κουλουριάζεται στα σπλάχνα
τόσο που
νοητός δεν είναι πια ο ήλιος.
Κι ούτε θυμάμαι πια το πρόσωπό σου.
Έλα
να κάψουμε επιτέλους το κουφάρι,
να γκρεμίσουμε τους τοίχους της κάμαρης,
δος μου το χέρι
στα τυφλά
να χαράξουμε με το νύχι το στερέωμα
να ξεχορταριάσουμε αντάμα το μονοπάτι του ήλιου
και με τη ροδοδάκτυλη αυγή
να αποκοιμηθούμε.


***
Βαβυλώνα

Στην άκρη του ιστορικού σου κέντρου
έξω απ΄ τα τείχη
εκεί που θρέφει αναμνήσεις η Αμυίτις
σπαράσσοντας τη σάρκα του δαμάσκηνου
στη σκιά των κρεμαστών, αμαρτωλών σου, κήπων
ω Βαβυλώνα,
όσο οι γεωμέτρες κι οι αστρονόμοι μελετούν τους νόμους της διαίρεσης του μηδενός,
μόλο που εγκαθίστανται σε νέες ζώνες εμπορικών συναλλαγών και καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων,
όσο οι ιερείς του πύρινου Μαρδούκ μηνύουν την επιστροφή Του
ω Βαβυλώνα,
που ακμάζεις, παρακμάζεις και αέναα γιγαντώνεσαι
σαν όλες τις μεγάλες αυτοκρατορίες
στην άκρη του ιστορικού σου κέντρου
ενυπάρχω
όπως μια ρίζα ασθενής στο καθημερινό σου λεξιλόγιο.

Οι ενοχές


 Γιώργος Γκανέλης

Τώρα που νυχτώνει νωρίς
οι ενοχές κυκλοφορούν ελεύθερες από τις πέντε.
Στα πάρκα η μελαγχολία αγγίζει τον ουρανό
νοτισμένο χώμα κυριεύει την όσφρηση
φωνές παιδιών ξεψυχάνε στην απέναντι γειτονιά.
Ο κόσμος ένα ραγισμένο γυαλί
που σπάει μόλις το κοιτάξεις
έρωτες αβασάνιστοι, έρωτες σφραγισμένοι.
Χέρια απλώνονται μέσα στην ερημιά της πόλης
ν’ αγκαλιάσουν το λαβωμένο παρόν
χείλη ματωμένα συλλαβίζουν τη σιωπή.

Μια χώρα μέσα στην αβελτηρία
δεν έχει καταλάβει τον προορισμό της
κουνάει το μαντήλι του αποχαιρετισμού
στ’ αεροδρόμια και στα λιμάνια
ξεπροβοδίζει τα παιδιά της στα βαγόνια της ξενιτιάς
μασάει αιώνες το παραμύθι της εξέλιξης
κι ύστερα αυτοκτονεί σ’ ένα άθλιο υπόγειο
χαράματα με παγωνιά, αφήνοντας τη λάμπα ανοιχτή.
Απ’ έξω ακούγεται το αλύχτισμα των σκυλιών
κι η μηχανή του πρώτου λεωφορείου.

Τώρα που ξημερώνει αργά

οι ενοχές κυκλοφορούν σκοτωμένες από τις πέντε.


από τη Συλλογή: ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ ΙΔΕΩΝ

ΤΑ ΔΙΟΔΙΑ



                                               Στη μνήμη του Άλκη Αλκαίου

Έφυγες νωρίς.
Άφησες πίσω σου νυχτέρια και μιαν αδιαφορία
να φυσάει στις ζωές των ανθρώπων.
Οι στίχοι σου βαπόρια με κιφ μαροκινό
οι λέξεις σου καρφιά στον ουρανό την ώρα που χαράζει.
Πόσα Χριστούγεννα σ’ ένα άδειο δωμάτιο
κοιτώντας το ταβάνι να μαδάει σαν χιόνι
πόσες γιορτές σε μια καρέκλα γράφοντας ποιήματα
με γυμνή ψυχή και απροστάτευτη μνήμη.

Έφυγες μ’ ένα αξόδευτο φορτίο ερημιάς
και με το κακόηθες μελάνωμα του χρόνου.
Σ’ ένα εμπάργκο σε συνάντησα
σε μια γουλιά θανάτου σε αφήνω.
Τα διόδια δεν ήταν για την Ελένη…

Χρεοκοπία ιδεών (απόσπασμα)

του Γιώργου Γκανέλη 

ΟΙ ΕΝΟΧΕΣ

Τώρα που νυχτώνει νωρίς
οι ενοχές κυκλοφορούν ελεύθερες από τις πέντε.
Στα πάρκα η μελαγχολία αγγίζει τον ουρανό
νοτισμένο χώμα κυριεύει την όσφρηση
φωνές παιδιών ξεψυχάνε στην απέναντι γειτονιά.
Ο κόσμος ένα ραγισμένο γυαλί
που σπάει μόλις το κοιτάξεις
έρωτες αβασάνιστοι, έρωτες σφραγισμένοι.
Χέρια απλώνονται μέσα στην ερημιά της πόλης
ν’ αγκαλιάσουν το λαβωμένο παρόν
χείλη ματωμένα συλλαβίζουν τη σιωπή.
Μια χώρα μέσα στην αβελτηρία
δεν έχει καταλάβει τον προορισμό της
κουνάει το μαντήλι του αποχαιρετισμού
στ’ αεροδρόμια και στα λιμάνια
ξεπροβοδίζει τα παιδιά της στα βαγόνια της ξενιτιάς
μασάει αιώνες το παραμύθι της εξέλιξης
κι ύστερα αυτοκτονεί σ’ ένα άθλιο υπόγειο
χαράματα με παγωνιά, αφήνοντας τη λάμπα ανοιχτή.
Απ’ έξω ακούγεται το αλύχτισμα των σκυλιών
κι η μηχανή του πρώτου λεωφορείου.
Τώρα που ξημερώνει αργά
οι ενοχές κυκλοφορούν σκοτωμένες από τις πέντε.

***
ΤΕΛΟΣ

Τελείωσαν οι ωραίες μέρες
τώρα μπροστά μας χαλάσματα
αεροπλάνα σε ωραίους γκρεμούς
στην εντατική οι λέξεις.
Τα σώματα ανάπηρα οδεύουν
μέχρι την εξαΰλωση
το φιλί σου μια παραπλάνηση
κι ο ουρανός σε αποσύνθεση.
Οι δρόμοι σκοντάφτουν στην άβυσσο
ήχοι σιωπής
βλέμματα τρομαγμένα.
Τελείωσαν οι ωραίες νύχτες
τώρα μια μοναξιά μοιράζει τα κομμάτια της
στους άστεγους των σταθμών
αποτσίγαρα γέμισαν οι ράγες
διαφημίσεις για αγορές χρυσού.
Τελείωσαν οι ωραίες μέρες
τελείωσαν κι ωραίες νύχτες
στο βάθος του ορίζοντα ένα κενό.

***
ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Τι είναι τα ποιήματα;
Δυο ανάσες πικρό χαμόγελο
μια ρουφηξιά φτηνού τσιγάρου
μια γάζα στην άκρη του κομοδίνου
για τα μεταμεσονύχτια τραύματα
η φωτογραφία σου στους καθρέφτες τ’ ουρανού
η κραυγή του απελπισμένου ψηλά στο φεγγάρι
μια ψιλή βροχή κι ο ήχος της στο τσίγγινο υπόστεγο
τσέπες άδειες να κρέμονται απ’ το παντελόνι
σαν φτερά λαβωμένων πουλιών
το βρόμικο πουκάμισο στο πανέρι της μνήμης.
Φωτιές και κρότοι κάπου στην άβυσσο
μια υπόγεια ταβέρνα στο τέρμα του δρόμου
σκιές και ψίθυροι, αιτίες κι ενοχές
οι κρυφοί έρωτες μιας φοβισμένης εφηβείας
τα λάθη που ψυχρά μας κοιτάζουν
πίσω απ’ το κουρτινάκι της ύπαρξής μας
ο ξαφνικός θάνατος ενός φίλου
τη στιγμή της απόλυτης ευτυχίας του.
Πότε γράφονται τα ποιήματα;
Όταν στο σύμπαν νικάει η αταξία
κι ο χρόνος παύει να υφίσταται
όταν το πουλί δραπετεύσει απ’ το κλουβί του
όταν η ζωώδης κατάσταση του ενστίκτου
μεταμορφωθεί σε συναίσθημα
όταν η παγωνιά της ψυχής
σπάσει σε τέσσερα κομμάτια
κι απλωθεί στους τέσσερις ορίζοντες
όταν άναρχες λέξεις εισβάλουν στο χαρτί
συντρίβοντας την ευθυγράμμιση
όταν η νύχτα σαρωθεί απ’ τις οσμές της άνοιξης.
Την ώρα του πόνου και της απόγνωσης
ή τη στιγμή μιας ελάχιστης ελπίδας.
Πώς γράφονται τα ποιήματα;
Τα ποιήματα δε γράφονται κατά παραγγελία
ούτε σχεδιάζονται στην οθόνη του υπολογιστή.
Γράφονται με μπογιά και πινέλο
στους τοίχους της εγκατάλειψης
στ’ άδεια παγκάκια του Δεκαπενταύγουστου
στις έρημες κάμαρες λίγο πριν τη χαραυγή.
Τα ποιήματα ούτε καν γράφονται˙
αυτό που διαβάζεις είναι η παραμόρφωση
μιας σκέψης που δεν μπόρεσε ποτέ
ν’ αποτυπωθεί στην ολότητά της
ένα φτερούγισμα ονείρου
λόγια του αέρα
και στίχοι της φωτιάς.
Το ποίημα έγινε καπνός

***


ΛΗΘΗ

Παραμονή Πολυτεχνείου
και στους δρόμους η μοναξιά
υποθάλπει όλη τη μεταπολιτευτική ευδαιμονία
στα φουαγιέ οι κριτικοί συζητούν
για την εξέλιξη της τέχνης
ο κύβος ερρίφθη για τις επόμενες γενιές
με μέρες χτισμένες από μπετόν.
Ανόητες διαπιστώσεις από τους ειδικούς
πληρωμένες πένες προαναγγέλλουν ανάπτυξη
μηχανικά χαμόγελα σε αίθουσες παγωμένες
και αύριο μια παρόμοια εικόνα χωρίς εφέ.

Παραμονή Πολυτεχνείου
στα Εξάρχεια καλοντυμένοι έφηβοι
κυνηγάνε μια νύχτα ρετρό
οι φωτεινές επιγραφές σιγοντάρουν τη λύπη.
Δεν έχω λόγια, δεν έχω άμυνα
η βροχή που αναμένεται
θα ξεπλύνει τα πεζοδρόμια, τις ψυχές και τη μνήμη.


                         ΔΙΑΨΕΥΣΗ

Αυτό που ήθελα να γίνω θρυμματίστηκε στα σύννεφα
βαριά βήματα τώρα ακούγονται απ’ το βουνό,
πατημασιές βέβαιου θανάτου.
Κρύφτηκαν τα ελάφια, φοβούνται οι αετοί
όμως στην πόλη ένας εφησυχασμός πλανιέται
πάνω απ’ τις στέγες των σπιτιών.

Αυτό που ήθελα να γίνω ματαιώθηκε στη φωτιά
παραπλανητικά χαμόγελα με τριγυρίζουν
ανούσιες χειραψίες με πολιορκούν.
Τεμαχισμένα όνειρα στο πρωινό ξύπνημα
ακροβατούν σ’ έναν ανάπηρο ήλιο.


ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ

                                        Στον Μάριο Χάκκα   

Η εξουσία σε συνθλίβει, σου στερεί τα όνειρα
δεν έχεις πια βούληση επιλογής, δεν έχεις τίποτα
είσαι μια κενή σελίδα στο καλάθι αχρήστων
που θα φορτωθεί σε κάποιο απορριμματοφόρο.
Η φωνή σου μια παροπλισμένη κραυγή
σ’ έναν πόλεμο με χαμένες μάχες.

Κι όμως αντιστέκεσαι ακόμα
διεκδικώντας τη φετινή άνοιξη
που πρόβαλε μέσα απ’ το δάσος της Καισαριανής
ρίχνοντας πάνω στα ερείπια λίγο φως.

ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ

Μ’ αρέσουν οι άνθρωποι που κρύβονται στο σώμα τους
βγάζουν ένα σακούλι δάκρυα απ’ τα σπλάχνα τους
και τα χαρίζουν αφειδώς στους θλιμμένους.
Ακροβατούν στην αερογέφυρα της ψυχής τους
τις μεταμεσονύχτιες ώρες, όταν το φως της κάμαρας
τρυπάει απ’ τους κραδασμούς του πόνου.
Ζούνε σ’ ένα τεχνητό σκοτάδι, εκούσια επιλεγμένο
με ασπρόμαυρες φωτογραφίες για ενθύμια
και μνήμες που έβγαλαν ρίζες απ’ την πολυχρησία.
Παίζουν σκάκι με αντίπαλο κάποια σκιά
και φορώντας ένα γκρι ουρανό για κεφάλι
κάνουν σκέψεις για την ένταση της επόμενης βροχής.
Μιλούν με τον αντίλαλο των κυττάρων τους
και περιφέρονται σαν ζητιάνοι με σκισμένα ρούχα
έξω απ’ το μέγαρο συνεδριάσεων της ζωής τους.
Έχουν εξομαλύνει τη σχέση τους με το χρόνο
και περιμένουν ένα τυχαίο γεγονός
που θα τους απαλλάξει απ’ την παρουσία του.

Κι όταν ωραίοι και μόνοι θα εγκαταλείπουν τον κόσμο
μπαίνοντας σ’ ένα άλλο σώμα, αιώνιο και άφθαρτο
όλοι οι θλιμμένοι της γης θα χειροκροτούν

γιατί ξέρουν καλά τι σημαίνει το πέρασμα αυτό.

Σκοπός μας είναι η δημιουργία μιας Ανθολογίας Ποιημάτων από το σύνολο των Ελλήνων Ποιητών- Ποιητριών αλλά και ορισμένων ξένων, καθώς επίσης και κειμένων που έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον μας. Πιθανόν ορισμένοι ποιητές και ποιήτριες να μην έχουν συμπεριληφθεί. Αυτό δεν αποτελεί εσκεμμένη ενέργεια του διαχειριστή του Ιστολογίου αλλά είναι τυχαίο γεγονός. Όσοι δημιουργοί επιθυμούν, μπορούν να αποστέλλουν τα ποιήματά τους

στο e-mail : dimitriosgogas2991964@yahoo.com προκειμένου να αναρτηθούν στο Ιστολόγιο.

Θα θέλαμε να τονίσουμε ότι σεβόμαστε πλήρως τα πνευματικά δικαιώματα του κάθε δημιουργού, ποιητή και ποιήτριας και επισημαίνουμε πως όποιος δεν επιθυμεί την ανάρτηση των ποιημάτων του ή κειμένων στο παρόν Ιστολόγιο, μπορεί να μας αποστείλει σχετικό μήνυμα και τα γραπτά θα διαγραφούν.

Τέλος υπογράφουμε ρητά ότι το παρόν Ιστολόγιο δεν είναι κερδοσκοπικό και πως δεν η ανάρτηση οποιουδήποτε κειμένου, ποιήματος κτλ γίνεται με μοναδικό στόχο την προβολή της ποίησης και την γνωριμία όλων όσων ασχολούνται με αυτή, με το ευρύτερο κοινό του διαδικτύου.