γδύνεσαι τ' άρματα
πλένεις τα χέρια ανάβεις κερί
καίγεσαι, αυτό -
αναφλέγεσαι.
Η στάχτη που μένει
μοναδική αλήθεια.
Μπήκα πολεμιστής
και προσκύνησα.
**
Ιχνευτής
παράθυρα με υγρούς ορίζοντες
που ο χρόνος εισχωρεί και τους ιδρώνει
μανταλωμένες πόρτες δεν λυγίζουν
χαρίζονται
στα αγριολούλουδα που πλάι τους φυτρώνουν
αυλές-σκιές εγκλωβισμένα σώματα
τόσο σφιχτά που αγαπήθηκαν∙
ενθυμούμαι.
δεν έζησε, αυτές
υπήρξαν.
μπάρκα ξεβρασμένα κουφάρια
σκουριάζουν στη γαλήνη
πνίγουν τα νεογνά πριν ανασάνουν.
όσοι γεννήθηκαν θάλασσες
μόνο με βράγχια ανασαίνουν
κι ας ναυαγούν διαρκώς.
χέρια κρατήρες
την καις.
Δεν σου χαρίζεται
την κομματιάζεις
αιθέρα τη θρέφεις.
Θύελλες γεννάει
η μήτρα θερίζει.
Σαν γίνονται οι δυο
σώμα καρφί
ματώνει ο χρόνος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου