Τ’ άλογα, τα μυρμήγκια του σπιτιού σου
Δε σε γνωρίζει η νύχτα και τ’ αγόρι
Γιατί είσαι πια νεκρός, νεκρός για πάντα
Δε σε γνωρίζει η πέτρα η πλαγιασμένη
Το μαύρο ατλάζι μέσα του που λειώνεις
Δε σε γνωρίζει η μνήμη σου η σβησμένη
Γιατί είσαι πια νεκρός, νεκρός για πάντα
Χινόπωρο θα ’ρθεί με σαλιγκάρια
Σταφύλια ομίχλης, όρη αγκαλιασμένα
Όμως κανείς δε θα σε ιδεί στα μάτια
Γιατί είσαι πια νεκρός, νεκρός για πάντα
Γιατί είσαι πια νεκρός, νεκρός για πάντα
Σαν όλους τους νεκρούς εδώ στη γη
Σαν όλους τους νεκρούς που λησμονιούνται
Με τα σκυλιά τα ψόφια στοιβασμένοι
Κανείς δε σε γνωρίζει πια. Μα εγώ σε τραγουδάω
Γι’αυτούς που θα’ρθουν τραγουδώ τη χάρη κι ομορφιά σου
Τη μεστωμένη γνώση σου, του νου τη φρονιμάδα
Τη δίψα σου για θάνατο, τη γέψη των χειλιών σου
Τη θλίψη που είχε μέσα της η γελαστή χαρά σου
Χρόνια θ’αργήσει να φανεί αν θα φανεί ποτέ του
Τέτοιος καθάριος ζωντανός, ζεστός Ανδαλουσιάνος
Την αρχοντιά του τραγουδω με λόγια που στενάζουν
Κι έν’ αεράκι πού ’κλαιγε στα λιόδενδρα θυμάμαι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου