Πηγαίνουμε τώρα
το ποίημα δεν έρχεται
να πιούμε το τσάι μας
κάτω απ’ τα δέντρα
τι ήσυχη μέρα αρκετοί έφυγαν
υπάρχει όμως ακόμα ζωή
στους τάφους στους γάμους μπουκέτα
μπισκότα γλυκά αν και λίγο παλιά
μου πάει νομίζω αυτό το φόρεμα
περισσότερο τώρα που έχουν σβήσει τα χρώματα
θα βγάλεις κι εσύ το καπέλο σου θα μιλήσουμε
αχ επιτέλους όπως το θέλαμε
ταπεινωμένοι
Νανούρισμα
Όταν σωπαίνουν τα παιδιά
η λάμπα αργά τη σκάλα ανεβαίνει
...
Χάρισμα
Άφησα το πλεχτό μου να κοιτάξω
στον ουρανό τα καλύτερα χρόνια
...
Στην αληθινή
Δροσερή
στο σκοτάδι
μιά άλλη
βγαίνει
γελώντας
όταν ανοίγει
την πόρτα
ο καλός
θάνατος
και λέει
κοντά στη φωτιά
παιδάκια μου ελάτε
στο καλό στο καλό
παλιό
κρύο
και το φθινόπωρο
θα κάνει
τα τζάμια χρυσά
κάτω από έναν ουρανό
τρελό γι’ αγάπη
Ανοιξιάτικα νερά
Και είμαι λυπημένη αγαπημένε μου
τιμωρημένη απ’ τη χαρά μου
πόσο γρήγορα βρέθηκα
έξω απ’ τους κήπους
που έκαιγαν δάδες
όλη τη νύχτα
πιστές σε μας
...
Συνάντηση
Κι αν προηγείται ο θόρυβος
όχι της σαύρας ούτε της βροχής
υπάρχει ένα παρελθόν
ο τόπος που αναπαυόνται
οι ζωντανοί
κοιμητήρι μικρό
τον άσπρο σου φράχτη
πλησιάζω
και το παρόν που μας χωρίζει
είναι παιδί ακόμα γιά να ξέρει
Οθόνια
Εσύ μιλούσες
ήταν δικό σου το σώμα
μόνο άλλο όνομα
είπες
τι να σημαίνει
η χρυσή ατμόσφαιρα
χρυσή από λευκό
πληγωμένη
η καθαρότητα
του βλέμματος
πέραν της βάτου τι
και τι η ψυχή μου
απέναντι
Σάββατο πρωί
Μέχρι την πόρτα
θυμόμουν
στον κήπο το ξέχασα
σκύβοντας
πάνω σου
ξέχασα
πως δόθηκαν σπλάχνα
και μέλη και πρόσωπο
γι’ αυτά τα λουλούδια
Σταυρός
Στην κορυφή
το όνομα
μόνο
λευκή
η σελίδα
της γιορτής
ας αποθέσει
η σιωπή
το έσχατο άνθος
ν’ αναπαυθεί η ηχώ
Χαμηλή φωνή
...
όμως η ομορφιά που είδα
υπάρχει
ευτυχισμένους μας θυμάται
ο θεός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου