Πότε θα περάσει αυτή η εσωτερική νύχτα, το σύμπαν,
κι εγώ, η ψυχή μου, θα 'χω τη μέρα μου;
Πότε θα ξυπνήσω απ' το ξύπνημά μου;
Δεν ξέρω. Ο ήλιος λάμπει ψηλά,
αδύνατον να τ' αριθμήσεις.
Η καρδιά χτυπά ξένη,
αδύνατον να την ακούσεις.
Πότε θα τελειώσει αυτό το δράμα χωρίς θέατρο,
ή αυτό το θέατρο χωρίς δράμα,
και θα γυρίσω σπίτι;
Πού; Πώς; Πότε;
Γάτα που με κοιτάς με τα μάτια της ζωής
ποιον έχεις στο βάθος τους;
Είναι αυτός! Είναι αυτός!
Αυτός θα διατάξει σαν τον Ιησού του Ναυή στήθι
ήλιε κι εγώ θα ξυπνήσω.
Και θα 'ναι μέρα.
Χαμογέλασε, μες στον ύπνο σου, ψυχή μου!
Χαμογέλασε, ψυχή μου: θα 'ναι μέρα!
κι εγώ, η ψυχή μου, θα 'χω τη μέρα μου;
Πότε θα ξυπνήσω απ' το ξύπνημά μου;
Δεν ξέρω. Ο ήλιος λάμπει ψηλά,
αδύνατον να τ' αριθμήσεις.
Η καρδιά χτυπά ξένη,
αδύνατον να την ακούσεις.
Πότε θα τελειώσει αυτό το δράμα χωρίς θέατρο,
ή αυτό το θέατρο χωρίς δράμα,
και θα γυρίσω σπίτι;
Πού; Πώς; Πότε;
Γάτα που με κοιτάς με τα μάτια της ζωής
ποιον έχεις στο βάθος τους;
Είναι αυτός! Είναι αυτός!
Αυτός θα διατάξει σαν τον Ιησού του Ναυή στήθι
ήλιε κι εγώ θα ξυπνήσω.
Και θα 'ναι μέρα.
Χαμογέλασε, μες στον ύπνο σου, ψυχή μου!
Χαμογέλασε, ψυχή μου: θα 'ναι μέρα!
Ποίημα από τον «Απόμαχο μηχανικό», στην έκδοση Fernando Pessoa,
Τα ποιήματα του Αλβαρο ντε Κάμπος, επιλ.-εισ.-μτφρ.: Μαρία Παπαδήμα,