Η Κλεονίκη Καλαμαρά γεννήθηκε στη Αθήνα όπου κατοικεί μέχρι και σήμερα.
Από τον καιρό που θυμάται τον εαυτό της διαβάζει ποίηση και λογοτεχνία.
Σε ηλικία 14 χρόνων έγραψε τα πρώτα της ποιήματα και στίχους.
Στα 17 συμμετείχε με μικρά λογοτεχνικά κείμενα στο περιοδικό
η << ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΤΥΦΛΩΝ >> που αργότερα είχε την τιμή να είναι και η συντάκτρια του.
Στίχοι της έχουν μελοποιηθεί από πολλούς και αξιόλογους συνθέτες .
Σελίδες
▼
Τετάρτη 31 Ιανουαρίου 2018
ΑΨΥΧΟ ΓΛΥΠΤΟ / Καλαμαρά Κλεονίκη
Χαιδεύεις μαρμάρινο λευκό.
Μαγεύεσαι στο κρύο στο νεκρό.
Ζηλεύεις το ήρεμο, τ'απόμακρο.
Ανάσεμα ψυχρό οσφραίνεσαι.
Άνοστο τ'απόδειπνο.
Να ζήσεις θέλεις,
μαζί με το ανώδυνο.
Ποτίζεσαι μ'ανθόνερο καρδιάς.
Στραγγίζεσαι στη δίνη της φωτιάς.
Μισεύεις τ'ανθρώπινο τ'ευάλωτο.
Απόθεμα ψυχρό ορέγεσαι.
Να πας γυρεύεις,
εκεί............. απ'όπου έρχεσαι.
Το πρόσωπό σου, ανέκφραστο,αόριστο
μα άγγιξε πτυχές της ύπάρξής σου.
Νιώθεις πίσω σου τ' άθλιο εγώ.
Άψυχο παρόν άψυχη εσύ.
Άψυχο γλυπτό ο καθοδηγητής σου.
ΕΛΕΟΥ ΒΩΜΟΝ / Κλεονίκη Καλαμαρά
Μας καλεί παγιδευμένος Ευρυσθέας,
σ'ένα γυάλινο κελί του γαλαξία,
να μοιραστεί μαζί μας την αξία,
της αφάνισης του θρύλου της Νεμέας.
Να κυλήσουμε το χάλκινο πιθάρι,
στη διέξοδο της πρώτης ανηφόρας,
βασιλιά μου, άρχοντα μεγάλης χώρας,
Ευρυσθέως κεφαλή έχει τη χάρη.
Στον Ελέου βωμόν ικέτες καθίζοντας,
με βαριά ανάσα ξενικού αέρα,
τύχες ανθρώπων αισίως καθορίζοντας.
Στον Ελέου βωμόν ικέτες καθίζοντας,
τις μαυροφόρες μη κλαίτε την αυγή,
κλάψτε αδέρφια Ηρακλείδων φυγή.
Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2018
ΤΙΣ ΚΥΡΙΑΚΕΣ / Γκανέλης Γιώργος
Τις Κυριακές γίνομαι γκαρσόνι
Σερβίρω φύκια στους πνιγμένους
Ουράνια τόξα στα μαύρα πουλιά
Τις Κυριακές απαγγέλλω στίχους
Ρίχνοντας δηλητήριο στο ρεφρέν
Σκίζω το σιδερωμένο πουκάμισο
Και το πετώ σ’ ένα υγρό χαντάκι
Περνάω κάτω απ’ τα κυπαρίσσια
Στο κεφάλι μου σπασμένα γυαλιά
Οι άνθρωποι ποτέ δε με κοιτούν
Τρυπούν τα μάτια τους με βελόνες
Ύστερα γίνονται σχεδόν αόρατοι
Πάνε στο γήπεδο, στην ταβέρνα
Πίνουν, πίνουν μια δόση θανάτου
Γυρίζουν αργά σπίτι τους νεκροί.
Σερβίρω φύκια στους πνιγμένους
Ουράνια τόξα στα μαύρα πουλιά
Τις Κυριακές απαγγέλλω στίχους
Ρίχνοντας δηλητήριο στο ρεφρέν
Σκίζω το σιδερωμένο πουκάμισο
Και το πετώ σ’ ένα υγρό χαντάκι
Περνάω κάτω απ’ τα κυπαρίσσια
Στο κεφάλι μου σπασμένα γυαλιά
Οι άνθρωποι ποτέ δε με κοιτούν
Τρυπούν τα μάτια τους με βελόνες
Ύστερα γίνονται σχεδόν αόρατοι
Πάνε στο γήπεδο, στην ταβέρνα
Πίνουν, πίνουν μια δόση θανάτου
Γυρίζουν αργά σπίτι τους νεκροί.
Τις Κυριακές γίνομαι φαντάρος
Και περιμένω την Απόλυσή μου.
Και περιμένω την Απόλυσή μου.
''Υπό το μηδέν'
ΧΙΩΝ / Ιωάννης Βεϊσάκης
Δυο όχθες έχει η σιωπή
όπως τα χείλη τα σφιγμένα που προσμένουν το φιλί.
Δυό όχθες,η μία είναι η αναμονή.
Δύο ακτές , η κοιμωμένη θάλασσα
κι εμείς.
Οι συνορώντες και συμπλέοντες
της μεσημβρίας ή του μεσονυκτίου
ναυαγοί
επιστρέφουμε στη μήτρα
που τυπώνεται το νόμισμα χιών.
Χιών! ήχος της πρώτης νότας βλεφάρισμα εγκόσμιο,
του αίνου ο κραδασμός στην πρώτη ΦΑ
το άσμα του χρόνου.
Χιών! άπειρων βασιλέων το οικόσημο,
ανάσα αναπηγμένη των αγγέλων
άτακτη πλεύση στου αιθέρα τα πελάγη.
Χορός εν χορώ ,νυφικό εκ νυμφών
πλέξη των ποιητών
μοτίβα πολύγλωσσα στα σεμεν των κορασίδων.
Ω χιών! Στάλα της αιώνιας ομορφιάς
Ατέρμονη επανάληψη του «κανένα ίδιο»
κράτησε τη λανθάνουσα κληρονομιά
μείνε στην όχθη εδώ
μην λιώσεις πριν ονειρευτείς οτι είσαι πεταλούδα
πως είσαι αστέρι στο δεντρί των χριστουγέννων.
Ιωάννης Βεϊσάκης
Την λένε Αγάπη.../ Γρηγορία Πελεκούδα
Την λένε Αγάπη,
την λένε και μοναξιά
ζώντας μες στο αιώνιο,
την ώρα της ουράνιας συνουσίας
πλέει στο όνειρο και όλα φαντάζουν
πρωτόγνωρα, η μελαγχολία πρωτότοκη
και ανέραστη κόρη του ρομαντισμού,
έρχεται να την πικράνει
πριν προλάβει να ζήσει το συναίσθημα.
την λένε και μοναξιά
ζώντας μες στο αιώνιο,
την ώρα της ουράνιας συνουσίας
πλέει στο όνειρο και όλα φαντάζουν
πρωτόγνωρα, η μελαγχολία πρωτότοκη
και ανέραστη κόρη του ρομαντισμού,
έρχεται να την πικράνει
πριν προλάβει να ζήσει το συναίσθημα.
Πάνω στη γέννησή της
η οπτασία έρχεται, να του προσφέρει
δώρο το πεπρωμένο,
κι αυτό να μυρώνει
με την πίκρα της ανασφάλειας
με τα άνομα μύρα της θλίψης,
το ίδιο τέλος πριν την αρχή του.
η οπτασία έρχεται, να του προσφέρει
δώρο το πεπρωμένο,
κι αυτό να μυρώνει
με την πίκρα της ανασφάλειας
με τα άνομα μύρα της θλίψης,
το ίδιο τέλος πριν την αρχή του.
Κι εκείνες τις στιγμές
να νιώθει πως φεύγει η γη
κάτω από τα πόδια της, να αιωρείται
στο σκοτεινό διάστημα ψάχνοντας,
και μέσα στο σκοτάδι ν΄αχνοφέγγει
από φως το όνειρο...
να νιώθει πως φεύγει η γη
κάτω από τα πόδια της, να αιωρείται
στο σκοτεινό διάστημα ψάχνοντας,
και μέσα στο σκοτάδι ν΄αχνοφέγγει
από φως το όνειρο...
Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2018
Γαλανάκος Θέμης (μικρή αναφορά)
Τον συναντάμε στην λογοτεχνία και με το ψευδώνυμο: Μοναχικός Άγγελος. Η γραφή του είναι βιωματική.....Ποιήματά του συναντήσαμε στο : Ανθολόγιο ποίησης των εκδόσεων : ΟΣΤΡΙΑ 2017
Αγναντεύω τις στάσεις της ζωής / Θέμης Γαλανάκος
Αγναντεύω τις στάσεις της ζωής.
Κάθε φορά και κάτι διαφορετικό, ως προς το καλύτερο πάντα ελπίζοντας και ζώντας το σαν μοναδικό.
Ρίχνω την άγκυρα μου με τόσο θέληση στο λιμάνι που θα πιάσω και ποτέ μου δεν υπολογίζω το μετά.
Σε κάθε λιμάνι και μια δοκιμασία, σε κάθε αγκυροβόλι κι ένας στεναγμός.
Δοιάκι οι σκέψεις μου, αρκεί να θέλω, όλα τ’ άλλα περισσεύουν.
Όλες οι αισθήσεις μου φορτωμένες στο σκαρί μου, φορτίο που θρέφω και πρέπει να το δώσω απλόχερα.
Είχα τόσο χαρά όταν έριχνα την άγκυρα που δεν με άγγιζε ο χρόνος, μα ούτε κι ο γνωστός άγνωστος κόσμος που περιπλανιόταν γύρω μου, γιατί εγώ είχα τον προορισμό μου.
Όταν έχανα τον προορισμό μου γυρνούσα πίσω στο θαλασσοδαρμένο μου σκαρί και με λύπη δίχως δυνάμεις ξεκινούσα το βιράρισμα για να πρυμίσω τον πόνο μου στ’ ανοιχτά.
Εκεί θα τον έπνιγα μέχρι να ξαναπιάσω στεριά.
Πάντα πίστευα ότι σε κάθε ρίψη της άγκυρας θα την έφερνα στην επιφάνεια ανέγγιχτη, όπως θα έπεφτε έτσι και θα ερχόταν πάλι επάνω.
Τώρα που σπάσανε τα κύματα παρατηρώ πάνω της τα σημάδια του χρόνου που εμένα δεν με άγγιζαν, εκείνη όμως την μάτωναν.
Τους γνωστούς άγνωστους που εμένα δεν με ήξεραν, μα εκείνη την σχολίαζαν.
Πάντα χαμογελαστή, ακόμα και τώρα που φαντάζει μ’ ένα άψυχο σκουριασμένο σίδερο.
Ή θα πρέπει να συνεχίσω να ταξιδεύω δίχως πυξίδα, ή να πιάσω ένα λιμάνι δίχως αντίο.
Κι εκείνη να στολίσει τον όμορφο βυθό μου με όλους μας τους προορισμούς.
Όσα μοιράστηκα με εκείνη κανείς δεν θα τα μάθει.
Ας σωπάσει για πάντα.
Μέσα μου.
Κάθε φορά και κάτι διαφορετικό, ως προς το καλύτερο πάντα ελπίζοντας και ζώντας το σαν μοναδικό.
Ρίχνω την άγκυρα μου με τόσο θέληση στο λιμάνι που θα πιάσω και ποτέ μου δεν υπολογίζω το μετά.
Σε κάθε λιμάνι και μια δοκιμασία, σε κάθε αγκυροβόλι κι ένας στεναγμός.
Δοιάκι οι σκέψεις μου, αρκεί να θέλω, όλα τ’ άλλα περισσεύουν.
Όλες οι αισθήσεις μου φορτωμένες στο σκαρί μου, φορτίο που θρέφω και πρέπει να το δώσω απλόχερα.
Είχα τόσο χαρά όταν έριχνα την άγκυρα που δεν με άγγιζε ο χρόνος, μα ούτε κι ο γνωστός άγνωστος κόσμος που περιπλανιόταν γύρω μου, γιατί εγώ είχα τον προορισμό μου.
Όταν έχανα τον προορισμό μου γυρνούσα πίσω στο θαλασσοδαρμένο μου σκαρί και με λύπη δίχως δυνάμεις ξεκινούσα το βιράρισμα για να πρυμίσω τον πόνο μου στ’ ανοιχτά.
Εκεί θα τον έπνιγα μέχρι να ξαναπιάσω στεριά.
Πάντα πίστευα ότι σε κάθε ρίψη της άγκυρας θα την έφερνα στην επιφάνεια ανέγγιχτη, όπως θα έπεφτε έτσι και θα ερχόταν πάλι επάνω.
Τώρα που σπάσανε τα κύματα παρατηρώ πάνω της τα σημάδια του χρόνου που εμένα δεν με άγγιζαν, εκείνη όμως την μάτωναν.
Τους γνωστούς άγνωστους που εμένα δεν με ήξεραν, μα εκείνη την σχολίαζαν.
Πάντα χαμογελαστή, ακόμα και τώρα που φαντάζει μ’ ένα άψυχο σκουριασμένο σίδερο.
Ή θα πρέπει να συνεχίσω να ταξιδεύω δίχως πυξίδα, ή να πιάσω ένα λιμάνι δίχως αντίο.
Κι εκείνη να στολίσει τον όμορφο βυθό μου με όλους μας τους προορισμούς.
Όσα μοιράστηκα με εκείνη κανείς δεν θα τα μάθει.
Ας σωπάσει για πάντα.
Μέσα μου.
Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2018
Τεμπελίγκ Το ξωτικό που όλο βαριόταν. Παραμύθι της Λυγερή Ζωχιού . Εικονογράφηση Μαρίνα Χρόνη
Tα όνειρα, η ελπίδα και οι αναμνήσεις
των παιδικών μας χρόνων ...
Τ' ατέλειωτα μικρά χεράκια που ανορθόγραφα
πάντα θα στέλνουν γράμματα με παραγγελιές
ατον Άη- Βασίλη ...
Και οι πιο μεγάλοι, όπως εγώ,
που τέτοιες μέρες νοιώθουμε πάλι παιδιά
ήταν αιτία κι αφορμή για να 'γεννηθεί'
ο 'Τεμπελίγκ, το ξωτικό που όλο βαριόταν'
Έγραψα λοιπόν την Πρωτοχρονιάτικη ιστορία του
την εικονογράφησε η κόρη μου με το ταλέντο της
και ο εκδότης μου με τις πολύτιμες γνώσεις του
βοήθησε να γίνει ένα όνειρό μου πραγματικότητα.
Θα πω λοιπόν ένα μεγάλο ευχαριστώ
σ' όποιον το επιλέξει σαν e-book
απ' to Yantzi e-book store και θα ευχηθώ σε όλους μας
υγεία, χαρά, ευτυχία, όμορφα όνειρα
και ποτέ να μην ξεχνάμε το παιδί
που φωλιάζει μέσα μας ...
των παιδικών μας χρόνων ...
Τ' ατέλειωτα μικρά χεράκια που ανορθόγραφα
πάντα θα στέλνουν γράμματα με παραγγελιές
ατον Άη- Βασίλη ...
Και οι πιο μεγάλοι, όπως εγώ,
που τέτοιες μέρες νοιώθουμε πάλι παιδιά
ήταν αιτία κι αφορμή για να 'γεννηθεί'
ο 'Τεμπελίγκ, το ξωτικό που όλο βαριόταν'
Έγραψα λοιπόν την Πρωτοχρονιάτικη ιστορία του
την εικονογράφησε η κόρη μου με το ταλέντο της
και ο εκδότης μου με τις πολύτιμες γνώσεις του
βοήθησε να γίνει ένα όνειρό μου πραγματικότητα.
Θα πω λοιπόν ένα μεγάλο ευχαριστώ
σ' όποιον το επιλέξει σαν e-book
απ' to Yantzi e-book store και θα ευχηθώ σε όλους μας
υγεία, χαρά, ευτυχία, όμορφα όνειρα
και ποτέ να μην ξεχνάμε το παιδί
που φωλιάζει μέσα μας ...
Λυγερή Ζωχιού
Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2018
ΣΥΝΝΕΦΑ ... / Ζωχιού Λυγερή
( Με της ψυχής την εντολή τα μάτια ...
σηκώνονται στον ουρανό και ταξιδεύουν ...)
Του εφήμερου ...
χορός συρτός, ανάλαφρος
Απρόβλεπτος ...
Βήματα και φιγούρες
τρεχαλητά και σχήματα
Στροβιλισμοί ...
στο άρμα του ανέμου
Σκεπάσματα του ήλιου
Και μάνες αστραπής ...
Άγγελοι ή κακοί μαντατοφόροι
Παιχνίδισμα χαριτωμένο
κρυφτό, κυνηγητό, εναλλάξ ...
Ατέλειωτης παλέτας
πίνακες της στιγμής
και ξάφνιασμα
Φιγούρες ντελικάτες
Ηθοποιοί σ' αέναη παράσταση
Σύννεφα εσείς ...
Ανάκλινδρα απαλά των λογισμών μου
Ταξιδευτές μου ...
Μαντέματα, μηνύματα
Που σου χαρίζονται για λίγο ...
Και σβήνουν ξαφνικά ...
Παναρέτη / Βασίλης Κλείτσας
Από τον Τίγρη στον Μολδάβα
και από τον Βορρά στη Δύση
τρέξε Παναρέτη
σε πέντε δισεκατομμύρια έτη
είπαν ο ήλιος θα σβήσει
ακούς αιχμάλωτους ανέμους
που οσφραίνονται μαζί τον βρούχο;
τρέξε θα κοπάσουν
μονομιάς αλύπητα άμα πιάσουν
λίγο το ωραίο σου ρούχο
και τότε οι νύχτες Παναρέτη
των βάρδων των εραστών των κορμοράνων
αύριο θα γεμίσουν
λειμώνες που θα τους προσαρτήσουν
οι μαύρες θηλές σου που δαγκάνουν.
Σάββατο 20 Ιανουαρίου 2018
Λενέτα Στράνη (βιογραφικό σημείωμα)
Η Λενέτα Στράνη κατάγεται από τη Ζάκυνθο.
Σπούδασε ψυχολογία και ασχολήθηκε με την ποίηση και τη λογοτεχνία για παιδιά και νέους.
Βιβλία για παιδιά:
Εκδοτικός οίκος Δωρικός
- "Μια ιστορία στο λιβάδι",
- "Ο ήλιος κλαίει" ,
- "Για να λέμε καλημέρα",
- "Ο κόκκινος φιόγκος του Προ",
Μυθιστόρημα:
Εκδόσεις Σαββάλας : "Το ξενοπούλι και ο Συνορίτης ποταμός" (2012).
Σε συνεργασία με τo 35ο Δημοτικό Σχολείο Αθηνών "Ναπολέων Λαπαθιώτης" εκδόθηκε το βιβλίο "Τα παιδιά-πουλιά των Εξαρχείων" (2013).
Ποιητικές Συλλογές:
- "Διεθνή ύδατα" Εκδόσεις Στιγμή (2008)
- Άλπικη Ζώνη / 2014
Σπούδασε ψυχολογία και ασχολήθηκε με την ποίηση και τη λογοτεχνία για παιδιά και νέους.
Βιβλία για παιδιά:
Εκδοτικός οίκος Δωρικός
- "Μια ιστορία στο λιβάδι",
- "Ο ήλιος κλαίει" ,
- "Για να λέμε καλημέρα",
- "Ο κόκκινος φιόγκος του Προ",
Μυθιστόρημα:
Εκδόσεις Σαββάλας : "Το ξενοπούλι και ο Συνορίτης ποταμός" (2012).
Σε συνεργασία με τo 35ο Δημοτικό Σχολείο Αθηνών "Ναπολέων Λαπαθιώτης" εκδόθηκε το βιβλίο "Τα παιδιά-πουλιά των Εξαρχείων" (2013).
Ποιητικές Συλλογές:
- "Διεθνή ύδατα" Εκδόσεις Στιγμή (2008)
- Άλπικη Ζώνη / 2014
«Αλπική ζώνη» (απόσπασμα) / Λενέτα Στράνη
Λενέτα Στράνη
Μέτοικοι ἀπ’ τὸ
εὔκρατον τοῦ ἡλιοτρόπιου
δυσπνέοντας ἀνηφορίζουμε τὴ μοναξιά μας
Δεινὴ ὀρειβάτρια ἡ ἐπιβίωση μᾶς ἐμψυχώνει
ἄμετρες οἱ ἀπώλειες
στὴ διαδρομή. Πολλοὺς
μᾶς σαβανώνουν
χιονοθύελλες ἄλλοι χανόμαστε
σὲ βάραθρα
παραπατώντας. Οἱ εὐνοούμενοι
τῆς
τυχαιότητας καὶ τῶν ὀνείρων στήνουμε
ἀντίσκηνο σὲ
ζώνη ἀλπική. Μέρες διαύγειας
ἡ θέα μᾶς ἐξουθενώνει.
Ὄρνια τοῦ νόστου
γυροφέρνουν στὰ
κεφάλια μας
Λευκὲς
παιώνιες ποὺ σμιλευτήκαμε στὸ χιόνι
δίχως ἐλπίδα νὰ
μᾶς λιώσει ἥλιος ἔρωτας
Ἀντὶ γιὰ ὑμέναιους
τὸ μοιρολόι τῆς βροχῆς
μὲ συνοδεία οἰμωγὲς
ἀνέμων. Οὐδεὶς τολμᾶ
νὰ ἐπανακάμψει
στὶς πεδιάδες
Μᾶς δήμευσε ἡ
νομιμότης ὡς Αὐθαίρετους
ΑΝΤΙ-ΘΕΣΕΙΣ
Νοέμβρη μήνα οἱ
φίλοι μου οἱ ἐπιδημητικοὶ
προετοιμάζονται
γιὰ τὸν ἐρχόμενο χειμώνα
Νὰ ἐπισκευάσουν
λίγο τὴν ἀνία τους
σπασμένα
τζάμια στὰ ἐξώθυρα τῶν καθιερωμένων
καυσόξυλα στὸ
τζάκι τῆς ἀσφάλειας
ἀλεξικέραυνο
γιὰ τὰ ἀπρόοπτα καὶ τὶς ἐκπλήξεις
Οἱ ἄλλοι φίλοι
μου οἱ ἀποδημητικοὶ θὰ ταξιδέψουν
χτενίζουν τὰ
φτερά τους στὸν ὁρίζοντα
Πούπουλα
γκρίζα πέφτουν ἀπ’ τὸ χτένι τους
καὶ
σκοτεινιάζει ἡ προοπτικὴ τοῦ ὀνείρου
Μὰ καὶ ἀκάλυπτοι
θ’ ἀποτολμήσουν τὴ διαδρομὴ
Μνῆμα τους τὰ
πελάγη καὶ οἱ κάμποι
Εκδόσεις Κίχλη Kichli Publishing
ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ / Στράνη Λενέτα
Άνοιξε η βάρκα
μεσοπέλαγα στα δυο
-και με το
θάνατο βολεύεται η ανάγκη
Τσίτια φθηνά
επιπλέουν στον αφρό
τρέχει ξοπίσω
τους
το μεσοφόρι
μιας παιδούλας
Γεφύρι χτίζει
με τη λάμψη του
ο αυγερινός
από συμπόνια
να περάσουν οι
κατατρεγμένοι
Αγνοούσε
πάντοτε τ’ ανθρώπινα
ο ουρανός. Πώς
να σηκώσει
μια
ψευδαίσθηση τη δυστυχία;
Απ’ τα Ηλύσια
Πεδία της ανατολής
αργά προβαίνει
φεγγαρίσια σκούνα
χλωμή ψυχούλα
εκείνης
που βυθίστηκε
με άστρα
λαθραία
Να φωτίζουν
την ντροπή μας
Λενετα Στράνη
(από την ποιητική συλλογή
ΑΛΠΙΚΗ ΖΩΝΗ (Εκδόσεις ΚΙΧΛΗ
Η ΑΠΕΙΛΗ / Στράνη Λενέτα
Τις ει : Ω
άνδρες, φύλακες ανάξιοι
ποιοςκλέβει
νύχτα
από τις
αποθήκες μας το στάρι
για να ταΐσει
μικροπούλια στο χιονιά
κι έρχονται
την αυγή καρδαμωμένα
να
κουτσουλήσουν
το μαρμάρινο
περβάζι μας;
Συλλάβετέ τον.
Πρόκειται για ποιητή
Λενέτα Στράνη
από την συλλογή ΑΛΠΙΚΗ ΖΩΝΗ (Εκδόσεις Κίχλη)
Ιάσωνας Σταυράκης (μικρό βιογραφικό)
Ο Ιάσωνας Σταυράκης Ο Ιάσωνας Σταυράκης γεννήθηκε στην Πάφο το 1982 και εργάζεται στη Μέση Εκπαίδευση. Συνεργάζεται με εφημερίδες, λογοτεχνικά περιοδικά και ιστοσελίδες, όπου κατά καιρούς δημοσιεύει ποιητικά και πεζά κείμενά του. Είναι μέλος της Ένωσης Λογοτεχνών Κύπρου και της Εταιρίας Λογοτεχνών Πάφου., Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα με την Ποιητική Συλλογή Delirium Tremens.
Ποιητικές Συλλογές:
- Το τσίρκο των στοχασμών / 2012
-Απόπειρες Υψώσεως του Ψ/ 2013
- Μηδέν Γραμμάρια / 2014
- Το κέλυφος και το χώμα
- Delirium Tremens.
“Το τσίρκο των στοχασμών”, Ποιητική Συλλογή του Ιάσωνα Σταυράκη / Εκδόσεις “Ακτίς”, Λεμεσός, Κύπρος 2012
Το τσίρκο
Το τσίρκο παρουσιάζει
γυναίκες με τρία κεφάλια
μονόφθαλμους κουρείς
τη μοναξιά των ποιητών
κι άλλα τέρατα της τέχνης…
γυναίκες με τρία κεφάλια
μονόφθαλμους κουρείς
τη μοναξιά των ποιητών
κι άλλα τέρατα της τέχνης…
***
Χωρίς αστερίσκο
Θα με βρείτε στις παραπομπές
στη βίβλο της βλακείας.
Θα στέκομαι ανάμεσα στους ανάξιους
με σκισμένα τα γόνατα και χωρίς αστερίσκο.
Θα με προσπεράσετε σαν όλους εκείνους
που καθώς ανέβαιναν το περιθώριο
τους κατάπιαν τα όνειρά τους.
στη βίβλο της βλακείας.
Θα στέκομαι ανάμεσα στους ανάξιους
με σκισμένα τα γόνατα και χωρίς αστερίσκο.
Θα με προσπεράσετε σαν όλους εκείνους
που καθώς ανέβαιναν το περιθώριο
τους κατάπιαν τα όνειρά τους.
***
Οριστική απώλεια
Στον Γιώργο Νικήτα
Υπέροχη θέα απ΄την κόγχη του γκρεμού.
Χαμηλό βαρομετρικό
οι λέξεις βυθίζονται σαν κοτρόνες στο χάος.
Πρέπει να βάλω τάξη στη σιωπή μου.
Η ερωμένη μου με αποχαιρετά.
Το ίδιο θα νιώσεις κι εσύ
όταν καταλάβεις
πως δεν υπάρχει μονοπάτι
για να βρεις τον εαυτό σου
μα για να τον χάσεις παντοτινά.
Στον Γιώργο Νικήτα
Υπέροχη θέα απ΄την κόγχη του γκρεμού.
Χαμηλό βαρομετρικό
οι λέξεις βυθίζονται σαν κοτρόνες στο χάος.
Πρέπει να βάλω τάξη στη σιωπή μου.
Η ερωμένη μου με αποχαιρετά.
Το ίδιο θα νιώσεις κι εσύ
όταν καταλάβεις
πως δεν υπάρχει μονοπάτι
για να βρεις τον εαυτό σου
μα για να τον χάσεις παντοτινά.
***
Χρονική αντικατάσταση
Η χρονική αντικατάσταση του γράφω.
Γράφω.
Έγραφα.
Γράφω.
Έγραφα.
Και θα συνεχίσω να πεθαίνω
σε υπερσυντέλικους
αορίστους
μέλλοντες συντελεσμένους.
σε υπερσυντέλικους
αορίστους
μέλλοντες συντελεσμένους.
***
Το σκοτεινό πραξικόπημα
Θα ηγηθεί του σκοτεινού πραξικοπήματος
και θα ανατρέψει τον εαυτό του.
Όπως και κάθε εξουσία
που θέλει τον κόσμο της
μίζερο
ανέλπιδο
καχεκτικό…
Θα ηγηθεί της εσωτερικής επανάστασης
και σαν καταφέρει
θα ακρωτηριαστεί.
Θα ηγηθεί του σκοτεινού πραξικοπήματος
και θα ανατρέψει τον εαυτό του.
Όπως και κάθε εξουσία
που θέλει τον κόσμο της
μίζερο
ανέλπιδο
καχεκτικό…
Θα ηγηθεί της εσωτερικής επανάστασης
και σαν καταφέρει
θα ακρωτηριαστεί.
***
Αποδημία
Έβλεπε το θάνατό του
και κρυμμένος στο ασκί της αυτογνωσίας
ψηλαφούσε τους άλαλους ανεμοδείκτες
που συνόδευαν την ψυχή του.
Τα μάτια έσβηναν νωχελικά
σαν σπαρμένες κοιλάδες
πάνω στις άγριες θάλασσες της σιωπής
και η φαντασία αποδήμησε εις άπειρον
στ’ όνομα της ελευθερίας.
και κρυμμένος στο ασκί της αυτογνωσίας
ψηλαφούσε τους άλαλους ανεμοδείκτες
που συνόδευαν την ψυχή του.
Τα μάτια έσβηναν νωχελικά
σαν σπαρμένες κοιλάδες
πάνω στις άγριες θάλασσες της σιωπής
και η φαντασία αποδήμησε εις άπειρον
στ’ όνομα της ελευθερίας.
***
Η σπείρα
Κάποτε σκέφτηκα να χειρουργήσω τον πόνο
που κρύβει κάτω απ’ το στήθος του ο κόσμος.
μα δεν βρήκα εντόσθια παρά μονάχα
τη σπείρα της μοναξιάς.
που κρύβει κάτω απ’ το στήθος του ο κόσμος.
μα δεν βρήκα εντόσθια παρά μονάχα
τη σπείρα της μοναξιάς.
***
Η άνοιξη
Κάνε γρήγορα,
φώναξε η σκανδάλη.
Περίστροφο οπλισμένο
στροβιλίζει του αντίχειρα
τη σιωπή.
Τα μυαλά του χειμώνα
σκορπίστηκαν
στου μολυβιού το σκοτάδι
κι ο πατέρας της ποίησης
δίνει στον χάρο πνοή.
Ο Αλλάχ είναι μεγάλος,
φωνάζουν στους δρόμους.
Μα η άνοιξη λιβάνι μυρίζει
τέτοια πουτάνα εποχή.
Κάνε γρήγορα,
φώναξε η σκανδάλη.
Περίστροφο οπλισμένο
στροβιλίζει του αντίχειρα
τη σιωπή.
Τα μυαλά του χειμώνα
σκορπίστηκαν
στου μολυβιού το σκοτάδι
κι ο πατέρας της ποίησης
δίνει στον χάρο πνοή.
Ο Αλλάχ είναι μεγάλος,
φωνάζουν στους δρόμους.
Μα η άνοιξη λιβάνι μυρίζει
τέτοια πουτάνα εποχή.
Χωρίς αστερίσκο / Σταυράκης Ιάσων
Θα με βρείτε στις παραπομπές
στη βίβλο της βλακείας.
Θα στέκομαι ανάμεσα στους ανάξιους
με σκισμένα τα γόνατα και χωρίς αστερίσκο.
Θα με προσπεράσετε σαν όλους εκείνους
που καθώς ανέβαιναν το περιθώριο
τους κατάπιαν τα όνειρά τους.
αντιμανιφέστο / Σταυράκης Ιάσων
Στριφογυρίζουν νούμερα στον ορίζοντα…
Ακολουθεί προσωπικό αντί-μανιφέστο…
Αρνούμαι να μπω στη διαδικασία της πράξης….
Χρειάζομαι αποτέλεσμα χωρίς εξίσωση…
Χρειάζομαι μια κουταλιά απ’ το αρχαίο πνεύμα,
τέρμα πια στις υποσημειώσεις…
Αρνούμαι το δέντρο που μοιάζει με δένδρο και
είναι δένδρο…
όλα όσα στοιχειώνουν απερίσκεπτα το γύρω
και το τριγύρω μου, ό,τι επέβαλε ο μικροαστισμός
έπειτα απ’ την παρθενογένεση της κοινωνίας…
Αντιστέκομαι στον καθρέφτη και στα σύμβολα
του, όπως σε κάθε βασιλέα και στα είδωλα του…
Περιφρονώ τους συνομιλητές μου, γιατί περι¬φρονώ εμένα…
Αποδοκιμάζω κάθε προσπάθεια σου να γονατίσεις
μπροστά στη τυραννία των δογματισμών…
Σιχαίνομαι όλα όσα λατρεύεις καθώς
σιγοψιθυ¬ρίζεις την προσευχή σου…
Επικροτώ τα λάθη και την αμαρτία…
Θαυμάζω δειλούς κι αντιήρωες! Προδότες και
φυλακισμένους…
Συγχαίρω όλους όσους φτύσατε, δημιουργώ¬ντας
ένα ναό με αρρωστημένα είδωλα…
Χαϊδεύω τους καπνούς και τη χολή που βγαίνει
απ’ το στομάχι μας…
Προσδοκώ την επιστροφή των ταριχευμένων…
Βγάζω το αόρατο μου καπέλο στη σκιά
της αό¬ρατης επανάστασης…
Καταδικάζω το αποτέλεσμα της…
Δένω τα χέρια μου με καλώδια και περιμένω…
Χειροκροτώ τη φαντασία, τα φρούτα και τη μή¬τρα της…
Φτύνω στο μνήμα του Μarinetti και στο
χέρι που έγραψε το μανιφέστο του…
Τραβώ το καζανάκι με ορμή και παρακολουθώ
να βυθίζονται στο κενό βιβλία του Coelho και
των υπόλοιπων ψευδό-συγγραφέων Άρλεκιν…
Χαιρετάω τις φαβέλες και τους αμόρφωτους ποιητές…
Μισώ σημαίες κι εθνότητες, διαβατήρια και πο¬λιτικούς…
Μεθάω με μελάνι του Antonio Porchia και
σαπί¬λα του De Sade…
Επικαλούμαι την ελευθερία στ’ όνομα της λογο¬τεχνίας…
Ορκίζομαι να μην ορκιστώ…
Αγαπάω την ατέλεια…
Αηδιάζω τα πρωινά και τ’ αγγλικά προγεύματα…
Ρίχνω την ευθύνη στην Παγκόσμια Τράπεζα,
στο γιασεμί και τα σκυλιά…
Αντικρίζω με ευθύνη την πείνα στην Ουγκάντα,
Ζάμπια, Αγκόλα και ό,τι βαπτίσατε αλήτες
σε Τρίτο Κόσμο…
Κρατώ μέχρι τελευταίας ρανίδας του αίματος,
τα ζιζάνια του Αριστοτέλη…
Μεταγγίζω στην τράπεζα των σκουπιδιών, τον
στωικισμό και την απάθεια…
Επιμένω σε λόγια άλλων, υποτιμώντας κάθε
ψε¬γάδι του αρχετύπου και της αυθεντίας…
Γράφω μόνο όταν κοιμούνται οι άλλοι…
Λατρεύω τα ταξίδια και τα ξύδια της καταραμέ¬νης γενιάς…
Σέβομαι και αγαπάω μοναχά εκείνη που μ’ έχει διδάξει…
Αν με βρεις στον δρόμο σου, φυλάξου!
Λυπάμαι για τη ιδιότητα μου…
μα και για τη δική σου…
Ακολουθεί προσωπικό αντί-μανιφέστο…
Αρνούμαι να μπω στη διαδικασία της πράξης….
Χρειάζομαι αποτέλεσμα χωρίς εξίσωση…
Χρειάζομαι μια κουταλιά απ’ το αρχαίο πνεύμα,
τέρμα πια στις υποσημειώσεις…
Αρνούμαι το δέντρο που μοιάζει με δένδρο και
είναι δένδρο…
όλα όσα στοιχειώνουν απερίσκεπτα το γύρω
και το τριγύρω μου, ό,τι επέβαλε ο μικροαστισμός
έπειτα απ’ την παρθενογένεση της κοινωνίας…
Αντιστέκομαι στον καθρέφτη και στα σύμβολα
του, όπως σε κάθε βασιλέα και στα είδωλα του…
Περιφρονώ τους συνομιλητές μου, γιατί περι¬φρονώ εμένα…
Αποδοκιμάζω κάθε προσπάθεια σου να γονατίσεις
μπροστά στη τυραννία των δογματισμών…
Σιχαίνομαι όλα όσα λατρεύεις καθώς
σιγοψιθυ¬ρίζεις την προσευχή σου…
Επικροτώ τα λάθη και την αμαρτία…
Θαυμάζω δειλούς κι αντιήρωες! Προδότες και
φυλακισμένους…
Συγχαίρω όλους όσους φτύσατε, δημιουργώ¬ντας
ένα ναό με αρρωστημένα είδωλα…
Χαϊδεύω τους καπνούς και τη χολή που βγαίνει
απ’ το στομάχι μας…
Προσδοκώ την επιστροφή των ταριχευμένων…
Βγάζω το αόρατο μου καπέλο στη σκιά
της αό¬ρατης επανάστασης…
Καταδικάζω το αποτέλεσμα της…
Δένω τα χέρια μου με καλώδια και περιμένω…
Χειροκροτώ τη φαντασία, τα φρούτα και τη μή¬τρα της…
Φτύνω στο μνήμα του Μarinetti και στο
χέρι που έγραψε το μανιφέστο του…
Τραβώ το καζανάκι με ορμή και παρακολουθώ
να βυθίζονται στο κενό βιβλία του Coelho και
των υπόλοιπων ψευδό-συγγραφέων Άρλεκιν…
Χαιρετάω τις φαβέλες και τους αμόρφωτους ποιητές…
Μισώ σημαίες κι εθνότητες, διαβατήρια και πο¬λιτικούς…
Μεθάω με μελάνι του Antonio Porchia και
σαπί¬λα του De Sade…
Επικαλούμαι την ελευθερία στ’ όνομα της λογο¬τεχνίας…
Ορκίζομαι να μην ορκιστώ…
Αγαπάω την ατέλεια…
Αηδιάζω τα πρωινά και τ’ αγγλικά προγεύματα…
Ρίχνω την ευθύνη στην Παγκόσμια Τράπεζα,
στο γιασεμί και τα σκυλιά…
Αντικρίζω με ευθύνη την πείνα στην Ουγκάντα,
Ζάμπια, Αγκόλα και ό,τι βαπτίσατε αλήτες
σε Τρίτο Κόσμο…
Κρατώ μέχρι τελευταίας ρανίδας του αίματος,
τα ζιζάνια του Αριστοτέλη…
Μεταγγίζω στην τράπεζα των σκουπιδιών, τον
στωικισμό και την απάθεια…
Επιμένω σε λόγια άλλων, υποτιμώντας κάθε
ψε¬γάδι του αρχετύπου και της αυθεντίας…
Γράφω μόνο όταν κοιμούνται οι άλλοι…
Λατρεύω τα ταξίδια και τα ξύδια της καταραμέ¬νης γενιάς…
Σέβομαι και αγαπάω μοναχά εκείνη που μ’ έχει διδάξει…
Αν με βρεις στον δρόμο σου, φυλάξου!
Λυπάμαι για τη ιδιότητα μου…
μα και για τη δική σου…
Η διαθήκη / Σταυράκης Ιάσων
Ψόφησε ελεύθερος σαν όλα τα ζώα.
Στη διαθήκη του έγραψε πως
το αερικό της τελευταίας επιθυμίας
είναι ο πιο εμπνευσμένος δημιουργός
αφηρημένης τέχνης
σε πατώματα και τοίχους…
Στη διαθήκη του έγραψε πως
το αερικό της τελευταίας επιθυμίας
είναι ο πιο εμπνευσμένος δημιουργός
αφηρημένης τέχνης
σε πατώματα και τοίχους…
ΛΗΘΗ / Τασούδης Κ. Γιώργος
Επόμενη στάση: Λήθη.
Χορτάρι εκτροφής φύεται στις σχισμές
που οι λωτοί λουφάζουν.
Οι θεριστές, δρεπάνι στο δεξί στο στόμα φυσαρμόνικα,
συλλέγουν
βίου αποκύημα∙ νανουριστά.
Και ο
συρμός ζυγώνει ωχρός και άκομψος
στου πέρα
τ’ αψήφιστο.
Κι οι
ράγες, πόσο πιο διαφανείς απ’ του ματιού την πονηριά,
μπάζουν
στ’ αθέατο. Στης έξης το γλυκό παροξυσμό,
στου
Διόνυσου συνεπαρμένοι τη ζωή, δεν αγροικήσαμε
το μονοπωλιακό∙
από καιρού εις καιρόν, ακλόνητο κι όμως μεταβλητό, με τυμπανοκρουσίες ή
σωπαίνοντας, απο-
τραβιέται
σ’ έτερες γαίες: κατά τι προσφορότερες.
Κι
εμείς, αγέρωχα πώς άραγε ξεμείναμε μνημών ερείσματα;
Κι
εμείς, τον χαρακτήρα που απωλέσθη πώς μοίρα θέσαμε;
Εμείς,
οι πάντα ταξιδεύοντες με κάποιον Χάρο αντάμα, πως
ηττηθήκαμε
πώς να παραδεχτούμε;
Όλοι ηττώμεθα
στον κόσμο τούτο.
Μα δεν
πτοούμαστε∙ όλοι.
(19 – 23 Νοεμβρίου 2017)
ΔΙΑΔΡΟΜΗ / Γιώργος Κ. Τασούδης
Τί
νόημα έχει η Άνοιξη σα δε τη φέρνουν χελιδόνια.
Ποιος της μετάνοιας ο
σκοπός δίχως την αμαρτία.
Τί θ’ απογίνονταν οι
σκέψεις αν δεν προέκυπτε ο λόγος για να
τις
μεταφράσει.
Ανέστιες οι λέξεις,
άσπιτες, δίχως γραφίδα και χαρτί κι ένα χέρι
επιτήδειο να τις σπιτώνει.
Άγονοι οι στίχοι κι
άβιοι δίχως το κόρτε των ματιών.
Και ποιος ο λόγος
ύπαρξης του ποιήματος αν δυο υγρά και
φλογισμένα
χείλη, κορυβαντικά δεν το προβάρουν.
Ούτε νοείται ποιητής
να μην αναμετράτε με το δαιμονικό του.
Σαν άλλος Ιακώβ άνισα
μα θαρρετά να μάχεται γι’ αποκαλύψεις
ανακαινιστικές.
Αυτό είναι η ποίηση.
Αχός απ’ το πεδίο των
μαχών∙
Το ενδότερο.
(18-19 Απριλίου 2008)
Γεώργιος Κ. Τασούδης (μικρό βιογραφικό)
Ο Γεώργιος Κ. Τασούδης είναι
ποιητής, συγγραφέας και αρθρογράφος.
Γεννήθηκε στην πόλη της Δράμας,
στις 04 Νοεμβρίου 1978, όπου και περάτωσε τα εγκύκλια γράμματα.
Ασχολήθηκε με τον κλασσικό
αθλητισμό και την καλαθοσφαίριση.
Σπούδασε Δασοπονία στο ΤΕΙ Δράμας,
ενώ πριν την περάτωση των σπουδών του, εντάχθηκε στις τάξεις των ΕΔ.
Επίσης, σπούδασε Ανώτερα
Θεωρητικά της Μουσικής, στο Ωδείο «Θρακία Μούσα».
Είναι συντάκτης στην ηλεκτρονική
εφημερίδα «κοινωνείν». Ποιήματα, άρθρα και μελέτες του έχουν δημοσιευτεί σε
ομαδικές ποιητικές συλλογές, εφημερίδες, περιοδικά και στο διαδίκτυο.
Δημιουργός και διαχειριστής της
διαδικτυακής ομάδας (facebook) «Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής (St Maximus
the Confessor)» ταπεινώς ευελπιστεί να συμβάλλει στη διάδοση του έργου της σπουδαίας
αυτής προσωπικότητας της χριστιανοσύνης και του ελληνισμού.
Είναι έγγαμος και πατέρας μίας
κόρης.
ΒΙΒΛΙΑ
«Τα Ιδιωτικά για τα… δημόσια», εκδ. Στέγη
Γραμμάτων & Τεχνών Διδυμοτείχου, 2017
ΠΟΙΗΣΗ
«Α΄ ΚΥΚΛΟΣ
(2001-2008)», Ανέκδοτο
«Άσμα της Πατρίδος Αναστάσιμο»,
εκδ. ΑΙΓΑΙΟΝ, Λευκωσία, 2017
ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ
Γ΄ Βραβείο στον ΣΤ΄ Παγκόσμιο Ποιητικό Διαγωνισμό της Αμφικτυονίας Ελληνισμού
|
Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2018
΄Εφυγε ο ποιητής Κώστας Κομπόστας / Γαλήνης Διογένης
Σήμερα το πρωί στις 09 και 45
στην οδό Ποιητικού Υπονόμου 14
συνάντησα τον ποιητή
Κωνσταντίνο Κώστα του Κωνσταντίνου
και μου είπε :
Διογένη πριν από λίγο
έμαθα πως πέθανε
ο
ποιητής Κώστας Κομπόστας
Κατάλαβες
Θα γράψουν πως
'' Εφυγε '' ο ποιητής
'' Πέθανε '' ο ποιητής
'' Ταξίδεψε '' ο ποιητής
κ.ο.κ .
Σε ποια συμμορία
ανήκε
ο
ποιητής
δεν
θα
το
πούνε
και δεν θα το γράψουν ποτέ
Mazatlan / Γαλήνης Διογένης
Στο Bolero
ένας χαφιές
πίνει τσάι
στο Porto Viejo
το κύμα
πνίγει μια
μποτίλια
και στο Zorbas
o ήλιος
χορεύει
Ζειμπέκικο
ΤΟ ΧΑΣΜΟΥΡΗΤΟ ΤΟΥ ΣΥΝΔΙΚΑΤΟΥ / Γαλήνης Διογένης
΄Οταν η ανάπηρη πολιτεία γελάει ,
ο απολίτιστος πολιτισμός του 21ου
αυτοχειριάζει τις τύψεις του ,
η εκδοτική νύχτα απορρίπτει
τα βιβλία σου ,
τα ” έγκριτα ” λόγου
και τέχνης περιοδικά
απαξιούν
να δημοσιεύσουν
ποιήματά σου,
οι ορθόδοξοι καθʼ όλα κριτικοί
προσεύχοντε στο μηδέν ,
πίνουν καφέ στην πλατεία Κ ,
αερίζουν τα λόγια τους ,
ταίζουν με το αίμα τους
κουνουπόμυγες και
φωτογραφίζονται στην Αρούμπα ,
στη Γρενάδα , στο Μάλι .
Σωτήρες ποιητές τρέμουν μη χάσουν
το τρένο ,
το κέρμα της δόξας ,
του διαδικτύου την αναγνώριση ,
παραποιούν στίχους ,
σκοτώνουν ανυπόταχτους ήλιους ,
μέσα απʼ τα κελιά τους
γράφουν
για τʼ απέραντο γαλάζιο ,
για έρωτες , κοχύλια ,
επαναστάσεις , πεεταλούδες , θεωρείες
θεωρείματα , τάσεις , υπερτάσεις ,
παραστάσεις ,
για το μυρμήγκι που τρέχει μέσα στο w.c τους ,
για μια γυναίκα
που είχαν και τους έφυγε ,
για ένα επαίτη
που είδαν μέσα απʼ τη κλειδαρότρυπα ,
για ένα ποντίκι που τρύπωσε
μέσα στην άγια τράπεζα ,
την άγια νύκτα ,
τον άγιο εκδότη και
το άγιο σύστημα
αλλά ποτέ ,
ποτέ ,
ποτέ
για το χασμουρητό τους .
Είσαι μεγάλος ποιητής / Γαλήνης Διογένης
Είσαι μεγάλος ποιητής
Είσαι μεγάλος ποιητής
Είσαι μεγάλος ποιητής
έλεγαν
οι
φίλοι
του
στον
ποιητή
και αυτός
φουντάρισε
απ' το παράθυρο
της ταβέρνας
επειδή
ήταν
μεγάλος ποιητής ...