Τις Κυριακές γίνομαι γκαρσόνι
Σερβίρω φύκια στους πνιγμένους
Ουράνια τόξα στα μαύρα πουλιά
Τις Κυριακές απαγγέλλω στίχους
Ρίχνοντας δηλητήριο στο ρεφρέν
Σκίζω το σιδερωμένο πουκάμισο
Και το πετώ σ’ ένα υγρό χαντάκι
Περνάω κάτω απ’ τα κυπαρίσσια
Στο κεφάλι μου σπασμένα γυαλιά
Οι άνθρωποι ποτέ δε με κοιτούν
Τρυπούν τα μάτια τους με βελόνες
Ύστερα γίνονται σχεδόν αόρατοι
Πάνε στο γήπεδο, στην ταβέρνα
Πίνουν, πίνουν μια δόση θανάτου
Γυρίζουν αργά σπίτι τους νεκροί.
Σερβίρω φύκια στους πνιγμένους
Ουράνια τόξα στα μαύρα πουλιά
Τις Κυριακές απαγγέλλω στίχους
Ρίχνοντας δηλητήριο στο ρεφρέν
Σκίζω το σιδερωμένο πουκάμισο
Και το πετώ σ’ ένα υγρό χαντάκι
Περνάω κάτω απ’ τα κυπαρίσσια
Στο κεφάλι μου σπασμένα γυαλιά
Οι άνθρωποι ποτέ δε με κοιτούν
Τρυπούν τα μάτια τους με βελόνες
Ύστερα γίνονται σχεδόν αόρατοι
Πάνε στο γήπεδο, στην ταβέρνα
Πίνουν, πίνουν μια δόση θανάτου
Γυρίζουν αργά σπίτι τους νεκροί.
Τις Κυριακές γίνομαι φαντάρος
Και περιμένω την Απόλυσή μου.
Και περιμένω την Απόλυσή μου.
''Υπό το μηδέν'
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου