Σελίδες

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015

Η αλητεία του αίματος

Η μνήμη είναι μια βαλίτσα.
Η λήθη είναι δύο.
Να πάρουμε το φως απ’ την αρχή 
να δούμε αν επιμένει στο κάρβουνο.
Εγώ δεν πείθομαι, 
βλέπεις,
έχω τόσες φλόγες να συντηρήσω.

Φλόγα πρώτη:
Μ’ ακουμπάς
και το αίμα μου ανοίγει μεγάλα μπουμπούκια.
Στο τέλος δε θα μείνει χώρος για μένα.

Φλόγα δεύτερη:
Να παίζεις με το μηδέν
και να μένεις στον άσσο.

Φλόγα τρίτη:
Αυτή η ένδεια
του να μη στέκεσαι
των θηρίων ηνίοχος
αλλά και βορά διαδρόμων.
Θέλησα το σώμα
στην προέκτασή του σε ήλιο,
τώρα 
ζητάω απ’ την ποίηση
να μου σπάσει τα χέρια.

Φλόγα τέταρτη:
Αυτή που ρίχνω τα σφαγμένα ποιήματα.
Αυτή που με περιμένει.

Φλόγα Πέμπτη (η επονομαζόμενη και κοινή):

Τρελέ, θα πιάσουμε καμιά πυρκαγιά εδώ μέσα.

Γιάννης Στίγκας

Δεκέμβριος....ποιήματα


ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ

Η μητερούλα στον κόρφο της κοιμίζει
Το ακριβό της, το μόνο της παιδί.
Έξω με χιόνια Δεκέμβρης τριγυρίζει,
Κι αυτή το σφίγγει, και σαν να τραγουδεί,
Σιγομιλάει με γέλιο και τρεμούλα
Η μητερούλα:

Άγιε Νικόλα, που ξέγνοιαστα χτενίζεις
Τ' άσπρα σου γένια ψηλά στον ουρανό,
Και πέφτουν κάτου σωρός και μας χιονίζεις,
Μην το κρυώσεις, λυπήσου τ' ορφανό.
Λαμπάδα τρέχω σ' εσέ ν' ανάψω κιόλα,
Άγιε Νικόλα!

Να ο Χριστός σου γεννιέται σε λιγάκι,
Που αγαπάει, μικρό μου, τα παιδιά.
Ζεστό σου φέρνει, καινούργιο φουστανάκι,
Και την ευχή του πιστή σου συνοδειά.
Κοιμήσου τώρα και θα 'ρθει στ' όνειρό σου.
Να ο Χριστός σου!

Κι αφού μας φύγει, δεν μας ξεχνά, θ' αφήσει
Στον Αϊ-Βασίλη για σε παραγγελιά
Χίλια παιγνίδια λαμπρά να σου χαρίσει
Και ζαχαράτα και χάδια και φιλιά.
Με τη χαρά σου η χάρη του θα σμίγει,
Κι αφού μας φύγει!

Τι θα μου μένει αν 'γράφθη μαύρη μέρα
Για να το χάσω από την αγκαλιά;..
Χωρίς παιδάκι τι είναι η μητέρα;
Χωρίς πουλάκι τι θέλει η φωλιά;
Αν μου πετάξει ας πέσω χαλασμένη...
Τι θα μου μένει!

(Κωστή Παλαμά, Άπαντα, εκδ. Γκοβόστης)


****


Δεκέμβριος

Όταν έρθει εκείνη η ώρα
ο Αι – Βασίλης με τα δώρα .

Τώρα η πλάση όλη ησυχάζει ,
κάποιο θάμα μας τοιμάζει .

Στο άγιο σπήλαιο της νυκτός ,
φως , γεννήθηκε ο Χριστός  .

Άρχοντες , καλήν ημέρα !
Έρχομαι απ’ το δάσος πέρα .

Από χιόνι έχω παιχνίδια
κι από κρύσταλλα στολίδια .

Ρένα Καρθαίου

****

ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΠΟΙΗΤΗΣ


Ζητείται νέος ποιητής
με όραμα και θάρρος,
να ’ναι σοφός, ελληνιστής,
στη «θάλασσά μας» φάρος.

Την κατηφόρα μας να δει
και των ηθών την πτώση,
και μ’ όπλα, στίχους δηλαδή,
τη χώρα για να σώσει.

Άναψ’ τα φώτα, ποιητή,
μας πνίγει το σκοτάδι,
αλίμονό μας αν και συ
ξεμείνεις από λάδι.

Πάντα στους δύσκολους καιρούς
μ’ έναν πυρσό στο χέρι
μπροστάρης ήσουν στους λαούς
σ’ όλης της γης τα μέρη.

Έλα σα Ρήγας, Σολωμός
ή Παλαμάς επίσης,
για να γενεί ξεσηκωμός,
να βρει το Έθνος λύσεις

Καβάφης, Ρίτσος…, διάλεξε,
Ελύτης ή Σεφέρης,
που Θερμοπύλες φύλαξαν
κι αυτοί, αν θες να ξέρεις.

Άναψ’ τα φώτα ποιητή,
μας πνίγει το σκοτάδι,
αλίμονό μας αν και συ
ξεμείνεις από λάδι.


Σπύρος Κ. Καραμούντζος

Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2015

Επιστολες στο Αδειο Δωματιο (35)

Τα ματια ειναι ακομα ανοιχτα και ο Θανατος χορευει τριγυρω. Μεχρι παθησεως η μυρωδια του Αιματος στα λευκα σεντονια. Ηλεκτρικα καλωδια τυλιγουν το μισοπεθαμενο δημιουργημα σου. Η αναπνοη παρακαμπτεται απο ιατρικες ντιζες και ο πολυτιμος αερας εισερχεται στο πληγωμενο σωμα απο την ανοιχτη Κλειδα. Αναμιξες την Φυση σου με Νηπια και πυροδοτησες τις επιθυμιες σου σε μια Καθοδικη Ριψη. Μετα Σιωπη...............Μετα Κραυγες, εντυσαν με μαυρα Σάβανα τον τελευταιο Ηχο στο Χωμα πριν την Κρουση. Ανυπαρκτες Καρδιες σε μικρα στηθη υπομενουν με πετρινη υπομονη. Αλλογλωσες Ψαλμωδιες φτανουν μεχρι τα Κρασπεδα των Ναων Και Εσυ ο Θεατης διαβαζεις με παθολογικη βουλιμια για το Σκληρο Πεος του Ηρωα που εισχωρησε στα Σκελια της Ανεραστης Υπαρξης που δυσκολευεται να ανασηκωσει το υπερβαρο σωμα της απο τον Καναπε. Ορεγεσαι δημιουργιες haute couture και το καινουργιο Μυθιστορημα για παρανομους ουτοπικους Ερωτες. Νυστερια που δεν απολυμανθηκαν διανοιγουν τις πυρωμενες αρτηριες και το βλεμμα του σε κοιταζει ολο απορια. Αδυνατω να διακρινω την Κλιση της Ζυγαριας. Αριστερα η παραπληγικη Οραση σου..........Δεξια το Τετραπληγικο Βαδισμα του Κοριτσιου που τρικλιζει αιμοφυρτο στα Ερειπια. Τα Χρωματα του Δειλινου ιριδιζουν απο Πυριτιδα. Θα μισησω οποιον με αποκαλεσει Ανθρωπο............ειναι Βλασφημια πια αυτη η Λεξη............... Και κοιταξα την Οθονη και αρχισα ασυναισθητα να μιλαω σε Εκεινο.................. Συγχωρεσε με για τα παραπτωματα μου και τα δικα τους..................... Αλλα δεν πηρα απαντηση..........η Ζωη ειχε δραπετευσει σαν νυχτερινος Ληστης απο το καπνισμενο Κορμι του..............

ΣΤΗ ΡΟΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

Λουκάς Νικολαίδης 
------------------
Στην Ατέρμονη Ροή του Χρόνου
όπου εναλλάσσονται διαρκώς
η Αυγή,το Γιόμα κι η Νύχτα,
η θάλασσα,
παραμένει Άγνωστη και Ανεξερεύνητη,
και το χώμα πάντα Κόκκινο κι Αλαφρύ,
πατημένο...απ'Οχτρούς κι από Φίλους!
Κάθε φορά που τον Ουρανό
τον λεκιάζει ένα Σύννεφο Θρασύ,
η Γαλήνη,ήταν,είναι και θάναι,
μιά Όαση Ανέλπιστη και Δροσεμένη,
ανάμεσα στους Πειρασμούς της ερήμου...
Κι ο Άνθρωπος,
αυτό το Τέλειο Θεϊκό Δημιούργημα,
πάντα Ασαφές και Απρόβλεπτο,
μέσα στον γκρίζο σάκο του μυαλού του,
πασχίζει να μιμηθεί το Απόλυτο,
για να ανταποκριθεί στων καιρών
και στης ζωής τις ανάγκες...
Διψάει,πεινάει κι ενίοτε ουρλιάζει
για μιά δόση Αγάπης κάθε φορά,
και μόνο τα έναστρα βράδια
το κλάμα του με την μορφή Προσευχής,
φτάνει...δεν φτάνει στο γεμάτο Φεγγάρι!
Και η ζωή που συνεχίζει
πάντα στους ίδιους ρυθμούς της,
νοσταλγεί και προσμένει τον Μεγάλο Ποιητή
που θα της Υμνήσει
πιό Σωστά από όλους τους Άλλους
τις Μεγάλες Στιγμές της,
και,ας είναι...έστω και Μουγκός!

Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2015

Πρόσφυγες στην άμμο

Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου

 Νύχτωνε στην Ελ Μίνα και πυκνή 
σιωπή ανέβαινε απ’ τη μεριά της θάλασσας 
κι αντάμωνε το κάστρο· ολημερίς 
ξαπλώνονταν αμίλητο και σκυθρωπό 
σα μουδιασμένο ζώο 

Τότε ξεχώρισα ήχο πνιχτό καθώς το φύλλο 
που τσαλακώνεται μέσα σε χέρια ανάρμοστα 
γρατσούνισμα σε σώμα ακάθαρτο, αρρωστημένο 

Κι είδα έναν Άραβα μικρό, σημαδεμένο 
έφεγγαν χέρια, πρόσωπο, μάτια κι ήταν όλος 
χιλιάδες που άφηναν τη γη τους κι επιστρέφανε 
μέσα στην άμμο, σε σκηνές, στο άσπρο φως. 
Κι όταν μιλούσε δάκρυζε η φωνή του και όλο ικέτευε 
για κάποια θέση στη ζωή ή έστω αντίσταση 
στο θάνατο που ερχότανε αργά και τον ρουφούσε 

Μα εγώ έπλενα τα χέρια μου. Άγρια μοναξιά 
τα χρόνια που έφευγαν με είχανε ποτίσει 



(Ποιητική Συλλογή «Ο θάνατος του Μύρωνα», 1960 –συγκεντρωτική έκδοση «Ο δύσκολος θάνατος», εκδ. Νεφέλη, 2007)



Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2015

Τρία Ποιήματα για τρεις μεγάλους - αδικοχαμένους - ποιητές του Χριστόφορου Τριάντη


ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΡΙΝΑ ΤΣΒΕΤΑΓΙΕΒΑ
Βγήκαν οι ντελάληδες της ιστορίας
στων βουνών τις  κορφές
Και ξεσήκωσαν τις γειτονιές του κόσμου
(κάπως απειλητικά)
Έκαναν κι ανακοινώσεις
στο φιλοθεάμον κοινό
« Η Μαρίνα Τσβετάγιεβα  ξάπλωσε στον ουρανό
Εμπρός της συμφοράς αφέντες
χτυπάτε τ’ άστρα
μήπως και προδώσουν την αγάπη
Ξέρετε εσείς από βασανιστήρια και ικριώματα
Νικητές ήσασταν πάντα 
Μα , πάνω στα δάκρυα της ήττας
ονειρεύεται ακόμα η ελευθερία   
δίχως μίσος
για τους δημίους της 
Έχει μόνο αίμα και ψυχή
Και λέξεις ιδιωτικές
για τα ποιήματα του τέλους »




ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΖΕΣΑΡΕ ΠΑΒΕΖΕ
Άδικε έρωτα
Πόσα Καυδιανά Δίκρανα
 ετοίμασες για τον ποιητή
Και τον χρόνο του με ιεροεξεταστές τον γέμισες
να κρατούν τη χαρά
φυλακισμένη σε τεφροδόχους
αμερικανικής προέλευσης
Καίσαρα :  η ανοικείωση σού ταιριάζει  
Ξεκίνα  πάλι για τους αρχαίους  αμπελώνες 
Να δεις  την 
την ομορφιά
να τη γιορτάζουν 
οι επαναστάτες , οι μάρτυρες , οι άριστοι   




ΓΙΑ  ΤΟΝ ΜΑΓΙΑΚΟΦΣΚΙ
Απ’ τα μνημεία των ηρώων
ξεπρόβαλε …
Με βλέμμα  ανήσυχο γεμάτο  ιστορία …
Τη φωτιά του Προμηθέα είχε στον κόρφο
και στην καρδιά καρφωμένη τη σημαία 
με το αίμα των λαών …
Φλόγα έγινε  κι όρμησε  στον κόσμο
Μα δε του ‘ φτανε τέτοιος κόσμος μισερός …
Άλλον γύρεψε
με της Αγάπης τ’ αστέρια
να μεγαλώνει …
και το ψωμί της επανάστασης
να χορταίνει ….

Χριστόφορος Τριάντης 

ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΓΙΑΚΟΦΣΚΙ


Απ’ τα μνημεία των ηρώων
ξεπρόβαλε …
Με βλέμμα  ανήσυχο γεμάτο  ιστορία …
Τη φωτιά του Προμηθέα είχε στον κόρφο
και στην καρδιά καρφωμένη τη σημαία 
με το αίμα των λαών …
Φλόγα έγινε  κι όρμησε  στον κόσμο
Μα δε του ‘ φτανε τέτοιος κόσμος μισερός …
Άλλον γύρεψε
με της Αγάπης τ’ αστέρια
να μεγαλώνει …
και το ψωμί της επανάστασης
να χορταίνει ….

Χριστόφορος Τριάντης 

ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΖΕΣΑΡΕ ΠΑΒΕΖΕ

του Χριστόφορου Τριάντη

Άδικε έρωτα
Πόσα Καυδιανά Δίκρανα
 ετοίμασες για τον ποιητή
Και τον χρόνο του με ιεροεξεταστές τον γέμισες
να κρατούν τη χαρά
φυλακισμένη σε τεφροδόχους
αμερικανικής προέλευσης
Καίσαρα :  η ανοικείωση σού ταιριάζει  
Ξεκίνα  πάλι για τους αρχαίους  αμπελώνες 
Να δεις  την 
την ομορφιά
να τη γιορτάζουν 
οι επαναστάτες , οι μάρτυρες , οι άριστοι   

ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΡΙΝΑ ΤΣΒΕΤΑΓΙΕΒΑ

του Χριστόφορου Τριάντη

Βγήκαν οι ντελάληδες της ιστορίας
στων βουνών τις  κορφές
Και ξεσήκωσαν τις γειτονιές του κόσμου
(κάπως απειλητικά)
Έκαναν κι ανακοινώσεις
στο φιλοθεάμον κοινό
« Η Μαρίνα Τσβετάγιεβα  ξάπλωσε στον ουρανό
Εμπρός της συμφοράς αφέντες
χτυπάτε τ’ άστρα
μήπως και προδώσουν την αγάπη
Ξέρετε εσείς από βασανιστήρια και ικριώματα
Νικητές ήσασταν πάντα 
Μα , πάνω στα δάκρυα της ήττας
ονειρεύεται ακόμα η ελευθερία   
δίχως μίσος
για τους δημίους της 
Έχει μόνο αίμα και ψυχή
Και λέξεις ιδιωτικές
για τα ποιήματα του τέλους »

Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2015

Ματαίωση


Να ματαιώνεις πράγματα,
δεν έχει σημασία…
Έχει να κάνει μόνο μ' εσένα

και δεν ενοχλεί κανένα.
Να ματαιώνεις όμως,
να εκδηλώσεις συναισθήματα
είναι ό,τι χειρότερο.
Δεν το αντέχεις…
Στοιχίζει!
Αργά ή γρήγορα
θα πνίγεσαι απ' τον πόνο.
Και θα προκύψει κάτι πολύ χειρότερο…
Το σφίξιμο που νιώθεις
θα σου γίνει βίωμα!
Και όταν ακόμα είναι αναγκαίο
και πρέπει άμεσα να εκφραστείς,
να κομπλάρει όλο το θυμικό σου,
να μην ανταποκρίνεται διόλου
κι ο άλλος θα έχει δίκιο
αν αναρωτηθεί:
Βρε, μήπως το κάνει και επίτηδες
και θέλει τους άλλους να παιδεύει..(;)
Άβυσσος τελικά, η ψυχή τ' ανθρώπου...
Πολλές φορές δεν ξέρει και η ίδια
τι γυρεύει

...
Γιώργος Καραγιάννης

Η ΨΥΧΗ ΜΟΥ

Λουκάς Νικολαίδης 
----------
Της Ψυχής μου το δέντρο θα κορφολογήσω,
και αφού με Χαρές και Ελπίδες το ποτίσω,
την Άλλη Άνοιξη που θάρθει και θ'ανθίσει,
με Νέα Συναισθήματα κι Αγάπες να γεμίσει!
Και Ύστερα,
χωρίς να βυθίσω την Ψυχή μου στις λάσπες,
θα χαστουκίσω τις Άσπλαχνες Μοίρες,
και θα φορέσω το στεφάνι της Νίκης
στον Ουρανό,στη Σελήνη...και στ'Άστρα.
Θα αγνοήσω εντελώς
τα όποια "Πως",τα "Γιατί" και τα "Πρέπει"
που χρωματίζουν Αρνητικά τη ζωή μου,
θα αφουγκραστώ
προσεκτικά τα μυστικά των Ονείρων μου,
θα μοιράσω Ευτυχία και Χαρά σε Όλους
και σε ίσα μεράδια,
και,θα ανοίξω μιά Τεράστια αγκαλιά,
την Ακύμαντη θάλασσα μέσα μου να φυλακίσω!
Και,όταν της Στοργής και της Αγάπης μου
η φαρέτρα αδειάσει
και δεν θα έχω πιά τι άλλο να δώσω,
οι Ουρανόφερτες Ανάσες θα φέρουν τη Νύχτα
με τις Γλυκοκοιμίστρες Ώρες της,
ο Ύπνος μου θα γεμίσει από Αμόλευτα Όνειρα,
και η Ψυχή μου θα πλεριάσει επιτέλους,
από Ανείπωτη Χαρά και Ευδαιμονία...

Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2015

ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ

Βασίλης Πανδής 

I
Πάνε χρόνια που μαραίνομαι
εδώ
Ένα ταξίδι
σταλάζει
δυο πίκρες μετά τα μεσάνυχτα,
σκλαβωμένο ματαίως

II
Κοίτα το αίμα το μαύρο πώς γεμίζει,
πώς πήζει στην πληγή

Κοίτα το στήθος,
κοίτα τις πληγές,
κοίτα το νιπτήρα -
Όχι -
με αίμα έπλυνες τα χέρια στο νιπτήρα
κι όχι με γλυφό νερό

Πώς να τ' αντέξεις στην πλάτη

Όχι
Όχι
Όχι


[ΔΕΝ ΘΥΜΑΜΑΙ ΠΟΙΟΣ ΕΙΜΑΙ...]

Βασίλης Πανδής 

Δεν θυμάμαι ποιος είμαι,
ακουμπώντας έτσι στο φτερό,
αφουγκραζόμενος της νύχτας τον γκριζοκίτρινο δρόμο

Δεν βαστάω άλλο ν' ακούω
τους αρμούς της νύχτας
να τρίζουνε -
κι όμως,
σε μια ξέρα, με τα χέρια σταυρωμένα,
πίνω ασπροκόκκινα δόντια
απ' το σάπιο μπουκάλι
κι αρρωσταίνει η πλάση γύρω μου
και πάνω μου τα χέρια της απλώνει τα τώρα πια μιασμένα

Βυζαίνεις κι εσύ απ' τη μεγάλη θηλή της οικουμένης,
μες στα πορτοκαλιά νερά και στα πρωτοτόκια
βουτηγμένη και πνιγμένη,
απ' ανοιχτά παράθυρα κοιτάζοντας ολοένα,
ψάχνοντας μες στ' άδεια δωμάτια
τους ήχους

Δεν θα γλιτώσουμε ποτέ από τούτον τον βραχνά -
μόνο σε μια σταγόνα της μνήμης κλεισμένοι μέσα,
θ' αναζητούμε δρόμους γνωστούς

Μια πνοή μ' απόμεινε, σ' αυτά τα χρόνια,
σ' αυτά τα μέρη,
και στο τσάκισμά της το γοργό,

θα σπάσει της εμορφιάς το πρόσωπο

[ΣΕ ΣΥΝΑΝΤΩ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΤΥΧΑΙΑ..]

Βασίλης Πανδής 

Σε συναντώ στο δρόμο τυχαία
την καθορισμένη μέρα κι ώρα
με της συνενοχής το βλέμμα
Στα σεντόνια της ανημπόριας
ξημερώνει ολοκόκκινος ο Μάης
κι όλη η ιστορία της Ποίησης,
γεωγραφία της χαμένης πατρίδας,
που απλώνονται απ' άκρη σ' άκρη της
φαράγγια τερπνά

Σ' αραχνένιους ιστούς μπλεγμένοι,
τσιγάρο ανάβουμε,
να φέρουμε ένα φαρμάκι πιο κοντά,
να πάνε κάτω τ' άλλα τα πλιότερο πικρά

Μην αφήνεις άλλο το νερό
να τρέχει μες απ' τα χέρια σου
Σε λίγο
κύματα σκουριασμένα θα τρέχουν
και θα σαρώνουν τα βουνά και τα κορμιά μας,
όσο να γκρεμοτσακιστούν
οι βαριές πέτρες
που μάζευα όλη μέρα

Φύσα έξω απ' το παράθυρο την απολιθωμένη πεταλούδα
που 'χει χάσει πια το περιτύλιγμά της
και μας καίει τους μηρούς
Φέρε μια γύρα,
ν' ακούσω μέσα μου τα βήματά σου

Κι αν βγεις έξω, τι θα ιδείς;
Μόνο το χίλιντρα που χιμάει με τη λαύρα στη γλώσσα

Άσε

Καλά είμαστε κι εδώ

ΑΛΛΟΤΕ

 Βασίλης Πανδής 


Άλλοτε
εκρέμαγα
ένα νέο νερό στο πέτο μου,
αχνάρι της παραφοράς,
το κουρεμένο αύριο

Αλλά
η θέρμη της ρέμβης παραμένει
και τα μαλλιά σου ζώνουν μιαν ολάκερη ζωή

Αλλά
δεν γεφυρώνονται τα χάσματα,
δεν σπάνε και τα τείχη -

είμαστε πολύ μικροί

και δεν χωράω άλλο στη θύμηση

Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2015

ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΤΟΥΣ ΦΩΝΕΣ

Μνήμη Πολυτεχνείου

Κινήσαν’ οι φωνές τους
με τους τρελούς αγέρηδες να σμίξουν.
Να παραβγούν στο πάλεμα τους σιδηρόφραχτους.
Να πετάξουν πάνω από τις πύλες του Πολυτεχνείου·
να περάσουν τα σύνορα της πρωτεύουσας
και να γιομίσει η Ελλάδα, ΕΛΛΑΔΑ.
Οι δικές τους οι φωνές
προτάσσουν το στήθος στα τανκς, στα τεθωρακισμένα.
Οι δικές τους οι φωνές
"των ελεύθερων αγωνιζομένων φοιτητών
των ελεύθερων αγωνιζομένων Ελλήνων"
άλλοτε μετουσιώνονται σε κραυγή: Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία
και άλλοτε σε αίμα: Και πάλιν Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία.
Ρούλα Ιωαννίδου-Σταύρου
(Από την ποιητική συλλογή Modus Vivendi )

ΑΛΚΥΟΝΕΣ: Μια μικρή προσέγγιση της πρώτης Ποιητικής Συλλογής του Ποιητή Σπύρου Κ. Καραμούντζου



 του Δημητρίου Γκόγκα

Τον δημιουργό Σπύρο Καραμούντζο δεν τον γνώριζα και ίσως να μην τον είχα γνωρίζει ποτέ, εάν δεν υπήρχε το internet και οι γνωστοί εκείνοι δρόμοι του, οι διαδικτυακοί ποιητικοί δρόμοι, που κάποια στιγμή, θέλουμε δεν θέλουμε, διασταυρώνονται.
Δεν τον γνώριζα και για ένα ακόμα λόγο, πολύ πιο ουσιώδη. Η αναποφασιστικότητα του (;), είτε λόγω του επαγγέλματός του (Εκπαιδευτικός- Παιδαγωγός) στο οποίο αφοσιώθηκε με όλη τη ψυχή και το πνεύμα, είτε γιατί ο φόβος της έκθεσης, κλείδωσε μέσα του «την αγάπη που είχε προς το είδος αυτού του λόγου» και η αγάπη αυτή δεν εκδηλώθηκε παρά μόνο μετά την αφυπηρέτηση του.

Η Ποιητική Συλλογή του Σ. Καραμούντζου ΑΛΚΥΟΝΕΣ ίσως να μην διεκδικεί τις πρώτες δάφνες, μέσα σε ένα δύσκολο και δύσβατο ποιητικό τοπίο. Εξάλλου ο ίδιος ο ποιητής αναφέρει: «Αν συμβεί να κρατήσουν οι ΑΛΚΥΟΝΕΣ μου ευχάριστη συντροφιά….. θα νιώσω μεγάλη ανακούφιση. Δεν φιλοδοξώ τίποτα άλλο.»

Ως ταπεινοί αναγνώστες της ποίησης του κ. Σ. Καραμούντζου, θέλουμε να βεβαιώσουμε ότι το δημιούργημά του κατόρθωσε, αυτό που κάποιοι μετά δυσκολίας επιτυχαίνουν. Να αναπολήσουμε, να στραφούμε με γλυκύτητα στο παρελθόν, να ζήσουμε στιγμές που αγαπήσαμε.

Τεχνικά ακολουθεί την πεπατημένη παλιά συνταγή στη ποίηση. Προσέχει ιδιαίτερα το μέτρο και η ομοιοκαταληξία του δίνει τη δυνατότητα να επενδύει με μια αόρατη μουσική τους στίχους του. Σαφώς εμπνέεται από τους ανθρώπους, τη φύση, το φεγγάρι και τον ήλιο, την αγάπη, τον πόνο και τον έρωτα, την ίδια τη ζωή. Συγχρόνως στέκεται με κριτική διάθεση απέναντι σε ότι τον ενοχλεί.

Σε ποιήματα του διακρίνουμε μια ειλικρινή παιδική αθωότητα:

Μια φορά κι έναν καιρό
φεγγαράκι μου λαμπρό,
έγινες για μένα φως
σύντροφος και οδηγός
(σελ: 23)

πικρές θύμησες:

Σ΄ένα μικρό φτωχόσπιτο,
τα περασμένα χρόνια,
η ίδια στέγη σκέπαζε,
 παιδιά και χελιδόνια.
(σελ:53)
Ενώ σε άλλα βιώνουμε τις συναισθηματικές του ανάγκες, την βαθειά υποχρέωσή του να απονέμει φόρο τιμής στη μάννα, στους φίλους που έφυγαν πρόωρα κτλ.

Η Ποιητική Συλλογή ΑΛΚΥΟΝΕΣ χωρίζεται σε επτά ενότητες:

v  ΗΛΙΕ ΜΟΥ ΤΡΙΣΗΛΙΕ ΜΟΥ
v  ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ
v  ΤΙΜΗΣ ΕΝΕΚΕΝ
v  ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΜΕ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ
v  ΤΑ ΟΛΥΜΠΙΑ
v  ΒΙΩΜΑΤΑ
v  ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ

και τα εκατόν δέκα ποιήματά της, περιμένουν να μας κρατήσουν ευχάριστη συντροφιά. Να μας χτυπήσουν τη πλάτη και τον ώμο. Σαν φίλοι. Ο δημιουργός τους βηματίζοντας στην 9η δεκαετία της ζωής του (γεννήθηκε το 1932) ελπίζουμε ότι διαθέτει πλούσια ποιητικά αποθέματα ώστε να μας ταξιδέψει, να μας προσφέρει στο κυριακάτικο τραπέζι της ποίησης πλούσια κεράσματα.