Ανεβαίνουνε
μιλιούνια οι άνθρωποι
μέσα απ' το χωμάτινο στρατί,
κι άπληστοι αρχηγοί τους οδηγούν
κραδαίνοντας δίγνωμο σπαθί.
μέσα απ' το χωμάτινο στρατί,
κι άπληστοι αρχηγοί τους οδηγούν
κραδαίνοντας δίγνωμο σπαθί.
Κι όταν
έρθει η ώρα κι η φάρα μυρμηγκιάσει
κι όλος το τόπος πλέον δεν τους χωρά,
οι ίδιοι θα προκαλέσουν την μοίρα τους
ή θα που χαθούν ή που θα τους βρει συμφορά.
κι όλος το τόπος πλέον δεν τους χωρά,
οι ίδιοι θα προκαλέσουν την μοίρα τους
ή θα που χαθούν ή που θα τους βρει συμφορά.
Όσο κι αν
την κεφαλή σου εσύ σηκώνεις
χώμα είσαι που ο ο ουρανός σε δροσολογά,
έτσι χώμα κι άνυδρος άργιλος θα γίνεις
που η επόμενη φάρα θα σε περιγελά.
χώμα είσαι που ο ο ουρανός σε δροσολογά,
έτσι χώμα κι άνυδρος άργιλος θα γίνεις
που η επόμενη φάρα θα σε περιγελά.
Πολλοί
πέρασαν από τούτα τα χώματα
δυνατοί κι αδύναμοι μια δίκοπη πληγή,
ή ίδια η γη όμως πάντα θα θεραπεύεται
όπως κι ο άνθρωπος που έχει υπομονή.
δυνατοί κι αδύναμοι μια δίκοπη πληγή,
ή ίδια η γη όμως πάντα θα θεραπεύεται
όπως κι ο άνθρωπος που έχει υπομονή.
Η ιστορία
των λαών ανεξίτηλα γράφεται
απ' όσους δημιουργούν την ομορφιά στη ζωή
κι αν σε κιτάπια σκοτεινά παραγράφεται
θα μένει στων ανθρώπων την ανυπότακτη ψυχή.
απ' όσους δημιουργούν την ομορφιά στη ζωή
κι αν σε κιτάπια σκοτεινά παραγράφεται
θα μένει στων ανθρώπων την ανυπότακτη ψυχή.
**
Στο δέντρο
της ζωής χτίζουμε σπίτια εκκρεμή,
ο ένας τον άλλον για να βρει, μαζί του για να πορευτεί,
κάποτε βάζουμε χρώματα από την γη, σαν κραυγή,
κι άλλοτε φωτεινά του ουρανού, σαν προσευχή !
ο ένας τον άλλον για να βρει, μαζί του για να πορευτεί,
κάποτε βάζουμε χρώματα από την γη, σαν κραυγή,
κι άλλοτε φωτεινά του ουρανού, σαν προσευχή !
Μα αν δεν
σκαρφαλώσεις στα κλαριά, από τεμπελιά,
πώς θα μεστώσεις φύλλο απ' του ήλιου τα φιλιά,
πώς θα νιώσεις το μπόι και την θέληση που σε τραβά,
πώς θα νιώσεις το ριζικό που με αγάπη σε κρατά ;
πώς θα μεστώσεις φύλλο απ' του ήλιου τα φιλιά,
πώς θα νιώσεις το μπόι και την θέληση που σε τραβά,
πώς θα νιώσεις το ριζικό που με αγάπη σε κρατά ;
Στο δέντρο
της ζωής, γίναμε κάποιοι φίλοι εξαιφνής,
ήταν η ενσυναίσθηση , το σκίρτημα της ψυχής,
ήταν το μπόλι της ζυμωμένης μας στιγμής,
- ευχή και κατάρα να χαρείς -
μη σταματάς να ανεβαίνεις, όσο μπορείς...
ήταν η ενσυναίσθηση , το σκίρτημα της ψυχής,
ήταν το μπόλι της ζυμωμένης μας στιγμής,
- ευχή και κατάρα να χαρείς -
μη σταματάς να ανεβαίνεις, όσο μπορείς...
**
Μικρούς ήλιους μαζεύουμε μες το στρατί,
να μας κρατούν παρέα στην αδειανή σιωπή
μα εκείνοι ξέρουν μονάχα να μιλούν ,
σε όσους ανθρώπους βλέπουν να χαμογελούν.
να μας κρατούν παρέα στην αδειανή σιωπή
μα εκείνοι ξέρουν μονάχα να μιλούν ,
σε όσους ανθρώπους βλέπουν να χαμογελούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου