Ὅ,τι καί νά πεῖς
Κάποια στιγμή τά πεζοδρόμια
γίνονται τείχη
Κρατᾶνε αἰχμηρά γυαλιά σπασμένα
στόν αὐχένα τους
Μήτε νά σκαρφαλώσω δύναμαι πιά
Καί νά σταθῶ οὔτε
ἀφοῦ ἔχεις ἀμολήσει τή στέρνα μέ τίς λέξεις
καί τ’ ἄγρια σκυλιά
Πῶς νά σοῦ φέρνω πιά τό μέλι καί τό ρόδι
ὅταν
χρόνια πολλά μετά
τόσον ὁ Ἄρης πού σέ ἀγνάντευε
ἀκόμα κοριτσόπουλο
ὅσο κι ἐγώ
ὁ πού σφυρίζει ἀνέμελα στόν δρόμο του
πυρποληθήκαμε στήν ἴδια ἀγκαλιά
τσακίσαμε σάν τό χλωρό σπουργίτι
κομμάτια λέω
θραψαλιασμένα ἀρώματα
κάτω ἀπό τόν βηματισμό σου
θαμμένα μές στόν κόρφο σου
θαμμένοι
ξεχασμένοι
πῶς
στά ἴδια γράμματα πνιγήκαμε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου