Ο Χρόνος και ο Λόγος
Ποιήματα, Κείμενα, Διηγήματα, Σκέψεις, αποφθέγματα
και ένα Δοκίμιο για τον χρόνο
ISBN 978-9925-7392-3-3
----------------------------------------------------------------------------------------
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΖΑΜΠΑ
ΧΑΛΑΖΙΑΣ ΜΕ ΡΟΥΤΙΛΙΟ
κόσμος
εφήμερος αγάπη μου ο δικός μας
πέρασε
τόσος καιρός από κείνο το πλέγμα
ακατέργαστων
της νύχτας φωνές
γοερό
κλάμα σε χαλύβδινες χορδές
τόσος
καιρός από τότε δεν έχει σημασία πια
κουρδίζονται
τα καριγιόν στο κόψιμο αναπνοής
καπρίτσιο
στο πέρασμα της ανηφόρας χρόνου
τι
σημασία ο καιμός για το κελί της αγάπης σου
ασπόνδυλα
μαλάκια παντού - το σώμα θυμάμαι
ακόμα
το βύθισμά του – θυμάμαι
κολυμπούσε
σε χώρους άγνωστους πρωτόγονους
η
εικόνα σου - ρουτίλιο σε διάφανο χαλαζία -
νήματα
χαλαρά δεμένη κάθετε κάπου άφωνη
ΠΑΛΙΟΣ ΠΟΜΠΟΣ
εύκαμπτη
ελαστική - ισχυρά τεντωμένη η ψυχή
μετράει
τη ζωή στο φως γυρεύοντας σκιές
στο
διάβα της το σκοτάδι ζητά τις αναμνήσεις
και
στο μακρινό ορίζοντα το φάσμα
όπως
είναι ελαφριά πάει και πάει πομπός η ψυχή
όσο
προχωρεί τόσο μακραίνει ουρανοθέμελα
-
πομπός και δέκτης σακί δερμάτινο στεκούμενο-
στην
αναχώρηση ασκί χαλαρωμένο
με
τον δικό της κώδικα να μεταβάλλεται στο κείμενο
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΖΑΜΠΑ
Ο ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ
και η
καρδιά μου έχει το χρόνο της
στις
διακυμάνσεις της αγάπη σου
μετριέται
σε δαντικούς κύκλους
σε
ακτινική αρτηρία πιέζει γοργά
το
πετάλι της συγκίνησης
ζητωκραυγάζει
στο πέρασμά της
-
θαλασσινό τραγούδι η αγάπη σου -
ο
έρωτας φτέρωσε πεταλουδίζει κύκλους
τύμπανα
τραντάζουν τους παλμούς
τρελή
υπέρβαση σε ευφορία καρδιάς
οι
κώδικες ντύνουν προνύμφη έτοιμη
στο
πέρασμα του χρόνου – του δικού σου βέβαια –
κάμπια
σε μεταμόρφωση να απομακρύνεται
-
γιατί απομακρύνεσαι και στενεύει ο χρόνος -
ο
κύκλος ξεχειλώνει η απουσία σου κόμπος
πώρωση
ο πόνος απλώνεται απεριόριστα και
δίχως
τραγούδι καταρρέει ο Χρόνος
δίχως
το ναύλο ψυχομαχά σε υπόγεια κόλαση
*
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΖΑΜΠΑ
Η ΠΑΛΙΡΡΟΙΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
είσαι
και εσύ σελήνη είσαι έλξη είσαι
αγάπη
άγνωστου πλανητικού συστήματος
παλίρροια
που χίμηξε το σώμα μου
και
πλημμυρίδα που ανελέητα με πνίγει
πότε
βουνό και πότε θάλασσα με αγκάλιασες
απορροή
γλυκού νερού μέσ΄ την αλμύρα μου
πότε
δεντρί πότε αστέρι σε βάραθρο με πέταξες
μαγνητικό
πεδίο- άγνωστο σπήλαιο σκοτεινό εσύ
στη
τροχιά μου εξέλιξη και τσουκτερή αδυναμία μου
λαμπρακιά
ψυχής και δάγκωμα νυχτερίδας είσαι
Νεκύδαλλο
του χρόνου εσύ με τύλιξες ψυχοπομπός
λευκή
νύμφη σιωπηλή στο ουράνιο στερέωμα είσαι
ΑΝΤΩΝΗΣ ΘΑΛΑΣΣΕΛΗΣ
ΧΑΘΗΚΑΜΕ
Χαθήκαμε
στου
χρόνου
τα
βαγόνια,
που
κουβαλάνε
τις
ώρες,
τις
μέρες,
τους
μήνες
κι
έμεινε
μόνο
η ελπίδα
να
ζωγραφίζει
στο
κάδρο
της
ζωής,
λες
κι εκεί
μέσα...
όλα
χωράνε.
ΜΑΡΙΑ ΙΩΑΝΝΟΥ
Θυμάσαι;
Εκείνο
το αύριο
Που
μαζί περιμέναμε;
Ήρθε
Και
πέρασε
Έγινε
χτες
Εμείς
όμως είχαμε φύγει ήδη
Δεν
είμασταν εκεί για να το ζήσουμε
Κι'
αφήσαμε το χρόνο να κυλίσει χωρίς εμάς
*
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ
ΙΧΝΗ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ
Μην
περιμένεις το τέλος της μέρας
να
βγάλεις φωτογραφία.
Σε
μια μέρα μπορείς ν’ απλώσεις
όλη
τη ζωή μπροστά σου
και
μες σε ανθισμένες λυγαριές και αγριοθύμαρα
να
μην τη χάσεις απ’ τη ματιά σου.
Κι
όπως θα γυρνάς και θα σεργιανάς,
θα
ξεπηδούν εκείνες οι τρελές ευωδιές,
το
άρωμα απ’ την ανασαιμιά σου.
Μόνο
που τα συναισθήματα δε φωτογραφίζονται,
αλλά
αγγίζουν με άλλο τρόπο την καρδιά σου.
Οι
αισθήσεις φέρνουν συγκινήσεις
κι
όσο πιο πολύ επηρεάζονται
άλλο
τόσο λαμποκοπά η ζωή σου
και
γίνεται θυμίαμα και χρώμα ανεξίτηλο,
να μη
σβήνει από καμιά ταραχή
κι
αέρα πελαγίσιο.
Θα
ήθελες ν’ αφήσεις κάποιο ίχνος
ως
του δειλινού την ώρα
και
παλεύεις να προλάβεις
μες
στο κρύο και στους ίσκιους.
Μα η
αγωνία είναι τόσο επίμονη,
που
όλο σε κεντρίζει ν’ αμφιβάλλεις
και
να μένεις ανικανοποίητος
ως το
τέρμα.
*
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ
ΓΡΗΓΟΡΑ ΠΕΡΝΑ Η ΑΝΟΙΞΗ
Και
τώρα που σου γράφω
ο
παππούς φυτεύει υάκινθους και τριαντάφυλλα,
αυτά
που κι εσένα σου άρεσαν.
Έμπαινες
στον κήπο κι ήσουν ωραία,
μπουμπούκι
τρυφερό
σαν
όλα τα κορίτσια τα έφηβα
και
σ’ έτρωγε η αγωνία να με δεις.
Αλλά
δεν πίστευες
πως η
άνοιξη περνά γρήγορα
και
μαραίνονται τα λούλουδα
και
πως όλα κάνουν τον κύκλο τους,
να
βρίσκει το βλέμμα αφορμή,
να
στρίβει αλλού να δει
μια
νέα εικόνα.
Κι εσύ, τι κι αν ήσουν όμορφη;
Ο
χρόνος σε προσπέρασε
και
όσα περίμενες, δεν κέρδισες.
Κι ας
στηνόσουν
να
τον δελεάσεις απ’ το πρωί
με
του γέλιου σου τη γλύκα
και
τα μαλλιά τα ξέπλεκα.
Φαίνεται,
δεν έφτανε που είχες
την
αγάπη σου για πρόσχημα,
που
χρωμάτιζες τη δικιά σου εποχή
χτίζοντας
μνήμες,
να
λες κάποτε, πως σου ανήκουν όλα
και
οι χαρές κι οι πίκρες
ήταν
στο πρόγραμμα.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ
ΑΝΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΟΣ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ
Το
ξέρω,
άλλοι
θα σταθούν στην αποβάθρα
περιμένοντας
όσους θα γυρίζουν.
Με
άλλο όμως, ύφος,
γιατί
εμείς που παραμέναμε,
θα
έχουμε ήδη φύγει,
σ’
ένα ταξίδι που χαράχτηκε στο χρόνο,
κουβαλώντας
όλα εκείνα που ζήσαμε
και
μας άλλαξαν.
Αλλά
εγώ, είχα πολλά
να
κρατηθώ μαζί σας,
να
σας αγκαλιάσω, να σας φιλήσω,
να πω
και μια κουβέντα.
Και
θυμώνω που όλα θα πάνε χαμένα,
που
δεν ήξερα πως ήταν μάταιο
να
ακουμπώ στη μνήμη μου τα πάντα,
λες
και θα ζήσω αιώνια,
ενώ
το κλειδί το κράταγε άλλος
να
παραμένω παροπλισμένος,
αφού
υπήρξα πάντοτε ένας ξένος
κι ας
φιλοξενήθηκα στην καρδιά σας,
χωρίς
ποτέ να καταλάβω,
πως
ήμουνα ένας ταξιδιώτης συνηθισμένος,
το
πιο ανυπεράσπιστο σωματίδιο
στο
υπερπέραν.
ΚΛΕΟΝΙΚΗ ΚΑΛΑΜΑΡΑ
ΨΑΧΝΩ ΤΟ Α…ΑΛΦΑ
Με το
ποδοβολητό των αλόγων
ξύπνησαν
του λήθαργου τα κύματα.
Ο
ήλιος έτρεχε, φιλούσε τα βουνά
να
δώσουν το σκήπτρο στο φεγγάρι.
Ένα
γλαροπούλι θύμωνε
με το
τουπέ της νυχτερίδας.
Απέναντι
ζευγάρωναν οι άνθρωποι
αφού
είχαν κλείσει τα παντζούρια,
ζώντας
την απόλαυση της σάρκας τους.
Σάπισε
όμως το σκοινί ξαμολώντας
στο
πέλαγος τη βάρκα τους.
Η
αγαμογένεση δε χόρταινε τα ερωτηματικά.
Ο
αβάς θυμιάτιζε χωρίς την αλυσίδα
κι
εγώ ψάχνω να βρω το Α … Άλφα
ΤΟ ΠΙΘΑΡΙ Της ΠΑΝΔΩΡΑΣ
Μινιόν
γλυπτό στολίζει το τραπέζι.
Cd
παίζει τραγούδι που σ' αρέσει.
Ρομαντικό
δεν είναι το δείπνο μας.
Συζήτηση
χαμηλόφωνη.
Ρωτάς
ποιο μέλλον ;
Το
παρόν γιατί δε μας γελά;
Κι
εγώ σου δείχνω φωτογραφίες.
Παραλία,
ήλιος , αλκοόλ.
Παρνασσός,
κόκκινο κασκόλ.
Τακούνι
σε αυλάκι.
Ρύζι
με ξυλάκι.
Γελάς
το χθες μα κλαις το τώρα.
Φωνάζεις
, κοίτα...
Άνοιξε
το πιθάρι η Πανδώρα.
ΣΟΦΙΑ ΚΙΟΡΟΓΛΟΥ
ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΕΝΔΙΑΙΤΗΜΑ
Μετρώ
τα λεπτά…
Πάντα
με ένα ρολόι
Ο
χρόνος για μένα κυλάει αργά
Άλλες
φορές πάλι
κυλά
πιο γρήγορα
αέναη
πάλη με το σήμερα
Ατέλειωτος
ο χρόνος
μην
πάει κάτι στραβά
η
ακρίβεια κοστίζει
Κοστίζει
ζωές παγιδευμένες
στο
δευτερόλεπτο, στο λεπτό
σε
κείνο το αδιάφορο για τους άλλους κλάσμα
Η ζωή
ενός διαβητικού μοιάζει
με
κείνη του ακροβάτη…
Ακροβατώ
κάθε μέρα
Η
ινσουλίνη το σκοινί που βαδίζω
ενέσεις
ανάσες μετέπειτα
ενδιάμεσο
ενδιαίτημα του υπάρχω
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΚΑΒΕΣΗΣ
ΣΤΟ
ΧΡΟΝΟ
Σε έξαρση η ένταση
ψυχής!...
Δημιουργούσε
περιβάλλον
ν’ αγγίξω ποντίζοντας
μια θάλασσα
δίχτυα!... Για ένα χάδι
αγκυροβόλησα
ενέργεια και πνοή
στα χείλη;...
Νυχτοπερπατήματα
ξεδόντιαζαν
βυθίζοντας σκέψεις;…
Ανέκφραστες
δεν πόντισα
στις αντιθέσεις;...
Πάθει
του χώρου μας
βασάνιζαν
το χρόνο;…Στα μάτια
συναίσθημα
στις διαφορές!...
Δεν συντηρώ.
Χ
Σαν
ένας κάτοχος πτυχίου φοιτούσε, το βλέμμα της, ευγενής δεν διατηρώ στις φωτιές,
καρφώνονταν... σε ένα πλέγμα και νήμα φυλακισμένου αναστάτωσης... αγγίζοντας,
απουσίες;...
Ορμητικές,
σκέψεις άναβε με τις στιγμές άρνησης να εξαπατούν ομορφιάς, πολύπλευρη
έσπερνε... στις σιωπές, αγάπης, εωσφόρος ρομαντικά αφηρημένη, απορρίπτω, σε
πόθο τυφλού, δεν κατοικώ.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΚΑΒΕΣΗΣ
ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ
Στολίδι, ο κόσμος
που άφησα
ελευθερίες;... Χάνονταν
αγάπης
σε χαλάρωση η πτώση της;...
Κρυφά
γυρνούσε, στις ψευδαισθήσεις
φτώχιας
το σύνολο, σε σχέσεις
αγγελικές
φτωχή!.. Γυρνούσε
της άνεσης
θα αφήσω!... Μελωδίες
πασίγνωστες
που δεν συνόδευαν!...
Το φως.
ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ
Συναισθηματικά συνδέομε
στους στίχους
ζωής, απολαύσεις;…
Σαν αλυσίδες
κατάδικων που δεν μου λύνουν
Ελευθερίες!...
Βρήκα να ακουμπώ
το άγνωστό η
το σωστό;… Πανίσχυρο
εισακούγεται
στους κυβερνόντες!... Δεσμοφύλακες
καταριθμώ
στη γλώσσα μου;... Πλούτη
σε φάρδος
σκέψεις εξαναγκάζουν
Σε βία η
φραγμό ελευθερίων
μας βάζουν
σε ανακριβείς
ανάπτυξη
κι αν προσπαθούν
περιμαζεύω!... Κύκλους τους
σ’ ένα κοινό
μικρό που ασυνήθιστα
εκλέγουμε
με έφηβους!... Τους ανεβάζω.
*
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΚΑΒΕΣΗΣ
ΔΩΣΤΕ
ΜΟΥ ΘΕΟ
Δώστε μου λίγο
λίγο Θεό
να επεξεργαστώ
την απειλή
στα μακριά μου όνειρα
να προκαλώ!...
Τα ξεχασμένα;... Ναός
απάτητος
γεμάτα νόημα μιας ιστορίας
επιβλαβής
που μας φορτώσανε
διαρκώς!...
Στη δράση τους, θα σταματώ
κι αν αιωρείται
δεν ακουμπώ το τραύμα τους;...
Ανάρτηση
καταπονεί, μόνο, για μας
το κουρασμένο;...
Αθέτηση, στις προδομένες
προσευχές
κάθε κατάσταση!...
Μη φυσιολογική αξιόποινων
κολάσιμη
πράξεις και καταστάσεις
σε τι ανθρώπινα
προκύπτουν;... Σε αυτό!..
Το σύνθετο
πολιτισμού μας αποφεύγουν
το λυρικό!...
Τραγούδι του σήμερα
Τραπεζικό
πιο ψεύτικο και προσευχής
δεν αντιδρά!…
Ούτε θεός.
Χ
Με
σκέψεις
κούραζα
την
μοναξιά;!...
Ξανά
ορίζοντές!...
Της
μεταφέρω.
ΜΑΡΙΑ ΠΕΡΑΤΙΚΟΥ ΚΟΚΑΡΑΚΗ
«ΠΟΙΗΣΗΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ»
Ποιητική
Συλλογή (2010 – 2016) (Απόσπασμα)
Καί ἐγενόμην
ὡσεί ἄνθρωπος οὐκ ἀκούων, καί
οὐκ ἔχων ἐν τῷ στόματι
αὐτοῦ ἐλεγμούς»
5
Κάθε
πού σέ θυμᾶμαι
τό
ἴδιο
ἀκριβῶς
πονάω,
ὅπως ἐκεῖνο
τοῦ Πολυτεχνείου
τό
βράδυ,
πού στῆς
ἐξέγερσης
τόν παλμό
τά χέρια ἀντάμωσαν.
Και
στοῦ 1973 τόν χρόνο
ἀπεφύγαμε
τήν ἐκδοχή
πώς τῆς Κύπρου
ἡ καταστροφή
ἐπικείμενη
στῆς διχόνοιας τόν μανδύα.
Χρονότυπα
«Ὑπομένων ὑπέμεινα
τόν Κύριον, καί
πρόσεχέ με
καί εἰσάκουσε
τῆς δεήσεώς μου...»
Α
Τοῦ
χρόνου ἡ
σ
τ
ι
γ
μ
ή
Πῆρε
τό
ὄ
ν
ο
μ
ά.
Κι ἔγινε
ἀλησμοσύνη.
Κι ἔγινε
ψιθυρισμός.
Β
Καλπασμός
στό λαιμό
ἡ
λύτρωση.
Τήν
ράβεις
στόν
χρόνο,
τήν
στέλνεις
στόν
ὁρίζοντα,
χαρταετός
ἡ ζωή.
«ἡ θάλασσα
εἶδε καί ἔφυγε...»
Γ
Στίς
θαλασσοσπηλιές
ἡ διασφάλιση
τῆς
δοκιμῆς.
Στοῦ
ψωμιοῦ
τό
ζύμαμα
ἡ ἀγρυπνία.
Προζυμένος,
ὁ χαμένος
ἔρωτας,
δίχως φτερά.
Τροφοδότης
καί κελαριστής.
Ἀλλοῦ
δοσμένη
ἡ ἀποκλειστικότητα
κι ἡ ἀβεβαιότητα
νά σκιάζει
ἀπειλή
στό μύθο τῆς Ἀφροδίτης.
«Τό πνεῦμά
σου τό ἀγαθόν
ὁδηγήσει με ἐν γῆ
εὐθεῖα.»
Δ
Ρόπτρο
στήν
φ
λ
έ
β
α
τῆς ἐλπίδας.
Συμπίπτει
τό
ὄ
ν
ει
ρ
ο
μέ
τήν πανσέληνο.
Ξεμουδιάζουν
τά
δά
χτυ
λα
ἀπ’
τή σιωπή
τῆς ἐπαφῆς. καί
ἀ
πει
λοῦν
τά ἴχνη
τῆς ἀγάπης.
«πᾶσαι οἱ ὁδοί Κυρίου
ἔλεος καί ἀλήθεια»
Ε
Ἕνα
τρικύμισμα
Μιά
τρα
μου
ντά
να,
κι ὁ
χρόνος
σταθερά
ἀμετάκλητος,
σφηνωμένος
στούς
βρά
χους,
τοῦ Ψηλορείτη.
ΣΤ
Μαντατόροι
τοῦ
χρόνου,
οἱ φύλακες
στίς
πραγματοποιημένες
θυσίες.
Στούς
φεγγίτες
τά
φτερουγίσματα
τῶν
χελιδονιῶν.
«τόν ἐμπιπλῶντα
ἐν ἀγαθοῖς τήν ἐπιθυμίαν»
Ζ
Ο
χρόνος,
μιά ἀνάσα
είναι;
ἤ
κι ἕνας
ἀναστεναγμός;
Τό
θρόισμα
τῆς μιᾶς
καί μόνης
στιγμῆς;
Ὁ
χρόνος,
αὐτό
πού μᾶς λείπει;
Ὁ
χρόνος,
πόθος που μένει
ἀπραγματοποίητος;
Ὁ
χρόνος,
τό ἅπλωμα
τοῦ ἥλιου στῆ γῆ.
Ὁ
χρόνος
τῆς σελήνης τό χάδι
στόν οὐρανό.
Ὁ
χρόνος,
ἡ διάψευση
στό φιλί.
Μά ἀπόδειξη
οἱ ρυτίδες τῶν χειλιῶν.
«...
δωρούμενός μοι τῆς ἐνδεκάτης ὤρας
τόν
μιθσόν καί
τό μέγα ἔλεος...»
Η
Διαρρήκτης
τῆς
ἐγκατάλειψης,
σέ
χριστουγεννιάτικο
χρόνο.
Μπορετό
νά
μπαλώσεις
τόν καιρό
τῆς
ἀπόστασης;
Γίνεται
νά
καρυκώσεις
τήν αἴσθηση
τῆς μοναξιάς;
Μπορετό
νά
μοδιστράρεις
δρόμους
βελτίωσης;
Γίνεται
νά
μαντάρεις
τήν ἀφοσίωση
τήν ἐμπιστοσύνη;
Νά γίνεις
θαλπωρός
στήν ἐνηλικίωση
τοῦ χρόνου;
«ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου,
Κύριε, ζήσεις με...»
Θ
Ἡ
ψυχή
καράβι,
ταξιδεύει
στό
χρόνο,
μέ
ὑδρίες
καί
λέκηθους,
μέ
ἐνώτια
καί
περιδέραια,
δικά
σου
κομμάτια,
πού
ἐγώ
φύλαξα!
«Ἐξαγάγε ἐκ
φυλακῆς τήν ψυχήν
μου,...»
Ι
Σέ
περιθώριο
σιωπῆς
διπλωμένη
τετραγωνικά
ἡ
μορφή,
θυμίζει
τῶν ὀνείρων
τίς
φλέβες.
Μυρίζει
τῶν
νάρκισων
τό ἄρωμα.
Ἀναποδογυρίζει
τήν
πραγματικότητα
τοῦ
παρόντος χρόνου.
ΙΑ
Δέν
ταξιδεύεις
πιά
μαζί μου
Κι ὅλα ἀπαλλαγμένα
μισοσβησμένα
ἀπ’ τό χρόνο.
Δέν
ταξιδεύεις
πιά
μαζί μου
καί τά
γεγονότα
γίνονται
κεριά!
«... διέγειρόν μου
τόν λογισμόν πρός
μετάνοιαν, καί τοῦ
σοῦ ἀμπελῶνος»
ΙΒ
Ἡ
παρουσία
τοῦ Θεοῦ
δῶρο,
καί
μυρωδιά
θυμαριοῦ
γιά ν’ ἀνατρέψει
τῆς
στέρησης
τό
χρόνο,
πού ἀμείλικτα
ὑπογράφει
τό
μοναχικό.
ΙΓ
Ἀπό
πέτρα
καί
χρόνο
ἡ συγνώμη
πού
ποτέ
δέν
τήν τόλμησε!
«Μή ἐγκαταλείπῃς με, Κύριε ὁ
Θεός μου,
μή ἀποστῇς
ἀπ’ ἐμοῦ»
ΙΔ
Ἀπουσία,
νῆμα
στ’ ἀδράχτι.
Δουλεμένη
στήν ἀνάποδη
πλέξη,
στοῦ Ἥφαιστου
τό πυρωμένο
ἀμόνι.
Ἡ γυναίκα
στή
θυσία!
ΙΕ
Περίλυπο
ἀγνάντεμα
ἀνακαλεῖ
τά ἀπογοητευτικά
κι ἀδιάψευστα.
Σταγόνες
ἀρτηριακῆς
ἐρωτοτροπίας
μέ τόν θρίαμβο
μιᾶς σιωπῆς.
ΙΟΥΛΙΑ ΚΟΡΜΕΝΤΖΑ
ΤΟ ΡΟΛΟΙ
Ένα
ρολόι κουρντίζεται
απ’
την αρχή του Παντός
που
του καθενός
ρυθμίζεται
ο
χρόνος συμμετοχής
στο
χορό της γήινης ζωής.
Αβέβαιοι,
ο
χορός μας το πόσο θα κρατήσει
κι
ανίδεοι
για
την ώρα το πότε θα καταλήξει
στο
«μετά»,
όσο
εκείνο χτυπά
τη
κάθε στιγμή μας ανελλιπώς
ένας-ένας
μπαίνουμε στη γραμμή,
με
λαχτάρα να χορέψουμε
κάποτε
στη πρώτη σειρά.
Κι ο
χτύπος του δεν παύει
τα
βήματά μας να ακολουθεί διαρκώς
Τίκι-τάκ,
τίκι-τακ οι δείκτες γυρνούν
με
μονότονη μουσική.
Κάθε
λεπτό και χρόνος, ανεπιστρεπτί
χρόνος
που φεύγει απ’ τη ζωή.
Κι
όσο ο δείκτης ανεβαίνει
αγκομαχώντας
να
σκαρφαλώσει στη κορφή,
τί
κρίμα! Μονάχα ένα λεπτό,
ένα
μόνο εκεί παραμένει!
Κι
αυτό είναι όλο!
Κι
έπειτα ροβολά
στον
κατήφορο χαμηλά.
Αχ!
Ας ήταν λίγο παραπάνω,
εκεί
στα ψηλά,
να
παρέμενε ο λεπτοδείκτης,
να
σταματούσε στη κορφή!
Ήλιο
να χορτάσουν τα μάτια πιο πολύ,
στην
ακτινοβολία του να περιτυλιχθεί
περισσότερο
η ψυχή
φορεσιά
να την έχει στο σκότος της γης!
ΠΑΝΟΣ ΚΟΥΡΒΑΣ
ΠΕΡΙ
ΧΡΟΝΟΥ
Σ’ ένα ατέλειωτο χάος
οι στιγμές συνυπάρχουν
φτεροκοπούν στο αγεφύρωτο χάσμα
για να χτίσουν το μέλλον.
Πισωδρομούν τα περασμένα
οι αναμνήσεις μοιάζουν ψευδαίσθηση
γράφοντας των επιθυμιών τον επίλογο
απαγκιστρώνονται απ’ το χτες.
Μια μεγάλη σκιά αχνογλίστρησε
άφησε ανέγγιχτα τα συναισθήματα
κρύβοντας της ζωής τα φαινόμενα
στου εγώ μας την ύπαρξη.
Στου κάποτε τις ξέθωρες εικόνες
τον νιότερο εαυτό σου συνάντησες
και γεύτηκες το γιατρικό της ψυχής
στο πιο όμορφο παράδοξο.
Μ’ ένα αψηλάφητο ρεύμα
συνταξιδεύει ο λογισμός
για να βιώσει η καρδιά εμπειρίες
σε μια ταυτόστιγμη διαδοχή.
Με αυτοσχέδιο βέλος
πέρα απ’ τα όρια της λογικής
στοχεύεις στον ανείδωτο χρόνο
τον Ενεστώτα, Μέλλοντα κάνεις.
*
ΦΩΤΕΙΝΗ Α. ΚΟΥΦΟΓΑΖΟΥ
[ΣΤΙΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ…]
Στις
μεταμορφώσεις του χρόνου,
οι
μεταστάσεις του «είναι », ποδηγός...
στις
μικρές και μεγάλες του αναφορές,
αναπλάθεται
ποιητικά, διαμορφώνεται,
παλεύοντας
να βρει δέκα αράδες,
ξέχειλες
κρέμονται στο μεταίχμιο της βούλησης
μοιάζει
αδύνατον να παραταχθούν σειριακά,
αυτές
σου μαγειρεύουν τη διάθεση, στροφιλίζοντας τη σκέψη,
ζουν ...γιατί
εσύ θέλεις να ζουν.
είναι
η ψυχή που τα γόνατά της κόβονται κάθε φορά στο ανηφόρι
κρύβεσαι
στα στεγανά του εύκολου,
χάνεσαι
στο σκοτεινό της αντίληψης ...
παλεύεις
το φόβο εκείνον που μας παραδίνει στους παραλογισμούς .
Το
άγνωρο είναι βαθιά μέσα σου, σε προκαλεί να το γευτείς
μια
διαχρονική μπαλάντα σοφίας σιγοτραγουδά αέναα
σαν
ελάχιστη σταγόνα χαράς, σαν ελάχιστη σταγόνα Μνήμης.
Στο
διάκενο των ψιθυρισμών τρεμοκαίει ακόμη η αχτίδα τους
φυγοπονούμε
συμμετέχοντες
σ' έναν
φαύλο κύκλο ξαναειδομένων πόνων,
κρυφοί
θαμώνες του πεπρωμένου μας...
Θα
μείνω εδώ, στην άμητο ζωή μου,
να
παλεύω τους φόβους μου
όχι
εκείνους που στα κλαδιά του κόσμου στέκονται
σαν
τις ώριμες οπώρες και προκαλούν να τις γευθείς ,
παρά,
εκείνον, που κρύβεται βαθιά και με ορέγεται...
να δω
στα μάτια τη ζωή μου, αυτήν την άγνωρη ομορφιά
ούτε
οι διαψεύσεις ούτε οι απάτες χωράνε στο μυαλό
δεν
χρειάζονται άλλα υποκατάστατα πια....
δεν
πρόφτασα να με γευτώ, δεν πρόφτασα να με ταξιδέψω
όσο
μακρινή κι αν είναι η θάλασσα,
χαρακωμένη
μοιάζει στο γαλάζιο εκεί του χάρτη,
μαβιά
και πολυκύμαντη,
ταξίδι
μακρινό κι ανάλγητο π' απλώνεται στα μάτια μου...
δε
θέλω να καταλήξω εδώ αλυσοδεμένη με τη θέληση
σε
κείνες τις βουνοκορφές θέλω να σκαρφαλώσω
εκεί...που
οι σιωπές ματώνουν με των δειλινών τα χρώματα
εκεί...που
ο ήλιος ψηλώνει τ' αποφθέγματα στα μάτια μας...
*
ΚΩΣΤΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ
ΤA ΣΤΡΑΦΙ
Αυτή
η υπόκωφη
βραδινή
βοή της Φθινοπωρινής πόλης
Εισβάλει
απ' το μισόκλειστο παράθυρο
αιχμαλωτίζει
την προσοχή μου
και
καταγκαστικά
προβάλει
την εικόνα
ενός
ψηφιακού χρονομέτρου
με τα
κλάσματα δευτερολέπτων κατιόντα
να
τρέχουν δαιμονισμένα
και
τα δευτερόλεπτα
υπνωτισμένα
να ακολουθούν.
Και
δεν είναι η λήξη πως με τρομάζει
Μα
για τα στράφι με τρώει το μαράζι.
ΓΙΑΝΝΟΣ ΛΑΜΠΗΣ
Ο
ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ ΧΡΟΝΟΣ
Ο χρόνος δεν με λογάριασε,
με μάσησε και μ’ έφτυσε
κι έφθασα στο τέρμα δίχως να το καταλάβω
μέσα σε μια μόνο νύχτα
οι αναμνήσεις πιο πολλές από τα όνειρα μου
που δεν πρόλαβα και τ’ άφησα πίσω
φυλαγμένα μέσα σε ένα συρτάρι
όσα κι αν γίνουν, όσα ακόμα δεν έγιναν
να θυμάσαι , δεν θα σταματήσω ποτέ να σ’ αγαπώ
σ’ αισθάνομαι να στέκεις εκεί, αόρατη,
να με παρακολουθείς σαν φτιάχνω
τις βαλίτσες για τον επόμενο σταθμό,
δεν σ’ αποχαιρετώ γιατί βιάζομαι, όμως θα σε περιμένω
να έρχεσαι, τα απογεύματα και τις Κυριακές.
*
ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΙΘΟΞΟΟΣ
Ο ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΤΙΓΜΕΣ
...
ο
χρόνος
να πεις
και να κάνεις κάτι
ο
χρόνος να αγγίξεις, να αγκαλιάσεις
να
δώσεις ένα φιλί
είναι
τώρα και όχι κάποια άλλη στιγμή
...
μερικές
φορές
οι
ευκαιρίες επανέρχονται
οι
κατάλληλες στιγμές όχι
την
επόμενη φορά κάποιος μπορεί να λείπει
...
μην
το αναβάλλεις
η κατάλληλη
στιγμή
να
πεις σ' αγαπώ είναι τώρα
την
επόμενη φορά θα είσαι μόνος
...
την
επόμενη φορά
δεν
θα υπάρξει επόμενη φορά
*
ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΙΘΟΞΟΟΣ
ΧΡΟΝΟΣ
...
τι
είναι ο χρόνος
άραγε
υπάρχει
πώς
τον μετράμε
είναι
ο σωστός τρόπος
...
ο
χρόνος έχει συναισθήματα ;
θα
απαντούσατε όχι, αν όμως είχε
σίγουρα
θα τον μετρούσαμε
με
τους χτύπους της καρδιάς μας
...
λέμε
ότι ο χρόνος τρέχει
κι
όμως δεν τρέχει πάντοτε
έχει
μικρές και μεγάλες αναμονές
τρέχει
αργά στον έρωτα όταν περιμένεις
και
βίαια όταν τον κρατάς στις χούφτες σου
...
καθιερώθηκε
να μετράμε τον χρόνο
με
δευτερόλεπτα, λεπτά, ώρες, μέρες
εβδομάδες,
μήνες, χρόνια και αιώνες
κι οι
στιγμές, τι γίνεται με τις στιγμές
...
πώς
μετριέται όμως η στιγμή που σε πρωτοείδα
η
στιγμή που σε κράτησα στην αγκαλιά μου
η
στιγμή που σ' αγάπησα
η
στιγμή που έφυγες και δε γύρισες
...
πώς μετριόνται
οι χαρές
πώς μετριόνται
οι λύπες
μήπως
με γέλια, μήπως με δάκρυα
...
πώς
μετριέται ο χρόνος
όταν
κρύβομαι στην αγκαλιά σου
κι
εσύ μου σκουπίζεις τα δάκρυα
λέγοντας
μη φοβάσαι
θα
είμαι εγώ εδώ για σένα
...
σίγουρα
όχι με δευτερόλεπτα
ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΙΘΟΞΟΟΣ
Η ΣΚΟΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
...
η
σκόνη του χρόνου με πολιορκεί
μπαίνει
από παντού στο σπίτι
στέκεται
αντίκρυ βλοσυρή
ξεθωριάζει
τα μάτια του έρωτα
σβήνει
τις μνήμες, με απειλεί
...
εκεί
που στεκόσουν χθες
σκόνη
οι πατημασιές
ξάσπρισε
και ο καμβάς
πώς
να γράψεις σ' αγαπώ
με σκονισμένες
λέξεις
...
η
σκόνη του χρόνου με πολιορκεί
μπαίνει
από παντού στο σπίτι
τα
λόγια άηχες σιωπές
μύθος
η αγκαλιά
άσπρισαν
με σκόνη
τα
σγουρά μου τα μαλλιά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου