Σελίδες

Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2018

Ο Χρόνος και ο Λόγος : Συλλογικό έργο / Συλλογή Ποιημάτων και επιμέλεια έκδοσης και ανάρτησης Δημήτριος Γκόγκας / 12 Οκτ 2018 ( Απόσπασμα από την ενότητα ποίηση / ελεύθερος στίχος Α-Δ)


Ο Χρόνος και ο Λόγος







Ποιήματα, Κείμενα, Διηγήματα, Σκέψεις, αποφθέγματα
και ένα Δοκίμιο για τον χρόνο




ISBN 978-9925-7392-3-3


----------------------------------------------------------------------------------------

Τίτλος:  Ο Χρόνος και ο Λόγος


Συγγραφείς:

   Η Ιδέα της δημιουργίας αυτής της Ανάρτησης.  ανήκει στον κ. Δημήτριο Γκόγκα.
Συγγραφείς είναι οι Ποιητές, οι Ποιήτριες και γενικότερα οι Λογοτέχνες που παραχώρησαν, διέθεσαν τα ποιήματά, τα κείμενα, τους ορισμούς, τα αποφθέγματα, τις σκέψεις  και τις ρήσεις που αναφέρονται στην Χρόνο και στους οποίους ανήκουν τα πνευματικά δικαιώματα.

Επιμέλεια Έκδοσης: Δημήτριος Γκόγκας
e-mail επικοινωνίας: dimitriosgogas2991964@yahoo.com
Copyright 2018 © Δημήτριος Γκόγκας
ISBN 978-9925-7392-3-3

   Επιτρέπεται η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική του περιεχομένου του βιβλίου με οποιοδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο, ή  η μετάδοση του βιβλίου ή μέρους του με οποιοδήποτε μέσο και σε οποιαδήποτε μορφή με τη γραπτή συγκατάθεση του έχοντος της ιδέα της δημιουργίας ή την αναφορά στην πηγή. Η παρούσα δημιουργία δημοσιεύτηκε, αναρτήθηκε και κοινοποιήθηκε για πρώτη φορά, τον Οκτώβριο 2018, στα παρακάτω Ιστολόγια:

Ø  Οι Ποιητές που αγάπησα και άλλες μικρές και μεγάλες Ιστορίες λόγου (Ανθολόγιο Ποίησης)
Ø  Κυπρίων Ποίηση και άλλες (μικρές και μεγάλες) ιστορίες λόγου

   Επίσης στο ιστολόγιο : Κυπρίων Ποίηση και άλλες (μικρές και μεγάλες) ιστορίες λόγου δημοσιοποιήθηκαν ξεχωριστά οι απόψεις, τα κείμενα, οι ποιήσεις των Κυπρίων Ποιητών/ Δημιουργών.
   Τέλος πρέπει να επισημάνουμε ότι αντίγραφο του παρόντος βιβλίου απεστάλη ηλεκτρονικά και σε μορφή Word και pdf σε όλους τους συμμετέχοντες Δημιουργούς και Ποιητές.
   Διατίθεται δωρεάν από την ηλεκτρονική διεύθυνση των εκδόσεων: http://www.easywriter.gr

**


 Εισαγωγικό

    Πηγή έμπνευσης για την δημιουργία αυτής της ανάρτησης αλλά και του διαδικτυακού βιβλίου ήταν μία εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στην πόλη της Λάρνακας από την Πολιτιστική Κίνηση της Πόλης «Φίλοι του Πολιτισμού και της Λογοτεχνίας» με θέμα: «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» στις 30 Ιαν του 2018. Δεκατρείς (13) Λογοτέχνες και Ποιητές της Κύπρου αναζήτησαν με κείμενα και ποιήματα τον …χρόνο. Μεταξύ αυτών και ο υπογράφων το κείμενο.
    Τι είναι ο Χρόνος λοιπόν; Ένα ρώτημα που έθεσα στον εαυτό μου αλλά και στους συνοδοιπόρους εργάτες της τέχνης του λόγου. Είναι η ώρα, η μέρα, το έτος, είναι οι εποχές του, το παρόν, παρελθόν αλλά και το μέλλον, είναι όλα μαζί; Είναι η περίοδος από την ημερομηνία γεννήσεως του σύμπαντος μέχρι και σήμερα, αλλά και μέχρι το επόμενο λεπτό, έως ότου και εκείνο γίνει παρόν και κατόπι παρελθόν; Είναι όλοι οι αιώνες που συνέθεσαν το παρελθόν και συνθέτουν το μέλλον που ενώ δεν έχει έρθει συγκαταλέγεται στον χρόνο;
    Άγνωστος συγγραφές μιλώντας για τον χρόνο γράφει: Ο χρόνος είναι η μη καθορισμένη κίνηση των γεγονότων από το παρελθόν στο μέλλον με ενδιάμεσο το παρόν.
   
Ας διαβάσουμε παρακάτω τι ειπώθηκε και τι γράφτηκε από σημαντικούς ανθρώπους της ιστορίας για τον χρόνο:

·         Χρόνου φείδου. Χίλων ο Λακεδαιμόνιος
·         Χρόνος ο πάντων πρόγονος. Πίνδαρος
·   Ακόμα και τώρα που μιλάμε φεύγει ο ζηλιάρης χρόνος. Άδραξε τη μέρα και στο αύριο μη πιστεύεις!" Οράτιος
·         Αργούσε πάντα από αρχή. Η αρχή του ήταν πώς η συνέπεια είναι ο κλέφτης του χρόνου Ουάιλντ Όσκαρ
·         Για όλα υπάρχει χρόνος. Έντισον Θωμάς
·         Δεν υπάρχει χρόνος που να μην υπήρξε: Το τέλος και η αρχή είναι όνειρα Αναξίμανδρος
·         Ζούμε με συναισθήματα, όχι με τις ώρες στο ηλιακό ρολόι. Θα έπρεπε να μετράμε το χρόνο με τους χτύπους της καρδιάς Αριστοτέλης
·         Ο χρόνος ανακαλύπτει την αλήθεια Σοφοκλής
·         Ο χρόνος είναι η μορφή της αιωνιότητας Διογένης
·         Όταν κάθεσαι με ένα ωραίο κορίτσι για δυο ώρες, σου φαίνεται σαν δυο λεπτά. Αν καθίσεις σε μια αναμμένη σόμπα για δυο λεπτά, σου φαίνεται σαν δυο ώρες. Αυτό είναι η σχετικότητα Αϊνστάιν
·         Το πρόβλημα είναι ότι νομίζετε πως έχετε χρόνο Βούδας
Στο απλό αυτό δημιούργημα έχουμε την δυνατότητα να αναγνώσουμε δοκίμια, λογοτεχνικά κείμενα, ποιήματα (έμμετρα, ελεύθερου στίχου, χαϊ-κού κτλ) σκέψεις, ρήσεις και αποφθέγματα, μέσα από τα μάτια και την πέννα Σύγχρονων Ελλήνων Ποιητών και Συγγραφέων. 


Δημήτριος Γκόγκας


ΠΟΙΗΣΗ (Ελεύθερος Στίχος)
Α/Α
ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ
ΠΟΙΗΤΗ/ΤΡΙΑΣ
ΤΙΤΛΟΣ ΕΡΓΟΥ
ΣΕΛΙΔΑ
 1
Βαρβέρης Σταύρος
Ένα μπάνιο στην άπλα μιας
στιγμής του νου
10
 2
Βαρδάκας Νίκος
Στιγμή
11
 3
Βαραλής Νίκος
Η Μαμουδίτσα του Τώρα
12
 4
Βασσιλάτου Ουρανία
Οι φτερωτοί
Εναρμόνιση
Βασανιστικός Μονόλογος
13
14
15
 5
Βέλλης Γιάννης
5 άτιτλα ποιήματα
16-17
 6
Βλάχου Κατίνα
Πόσο καλά τον ξέρεις
18
 7
Βρακά Στέλλα
Ως την αιωνιότητα
19-20
 8
Γαλιάνδρα Χριστίνα
Νεκρά Χρήματα
21
 9
Γερογιάννης Γιάννης
Καλοκαίρι
22
 10
Γέρου Ρένα
Χρόνος
Φεύγοντας ο Χρόνος
23
24
 11
Γκόγκας Δημήτριος
Λόγοι στο χαμένο χρόνο Α΄, Β΄, Γ
25-27
 12
Γουργιώτου Αρετή
ΦΥΚΟΕΣΣΑ
Προσμονή
Αδιεξόδου διέξοδος
Ψυχής Είδωλο

28-29
 13
Γραμματικάκη Μαίρη
Το ρολόι του χρόνου μου
30
 14
Γραφάκου  Αγγελική
Ο εξουσιαστής χρόνος
31-32
 15
Δημητροπούλου Καλλιόπη
Ο χρωστήρας χρόνος
Ο Χρόνος
33
34
 16
Δρακουλαράκου Βίκυ
Βράδιασε η Ζωή
Απολογισμός
Ο χρόνος κοίταξε αμήχανα..
Μεγάλωσα πια και...
35
36
37
 17
Ζαμπά Αλεξάνδρα
Χαλαζίας με ρουτίλιο
Παλιός Πομπός
Ο Χρόνος της Καρδιάς
Η παλίρροια του Χρόνου
38
39
40
 18
Θαλασσέλης Αντώνης
Χαθήκαμε
41
 19
Ιωάννου Μαρία
[θυμάσαι;]
42
 20
Καραγιάννης Γιώργος
Ίχνη στο χρόνο
Γρήγορα περνά η άνοιξη
Ανυπεράσπιστος στο χρόνο
43
44
45




 21
Καλαμαρά Κλεονίκη
Ψάχνω το Α…Άλφα
Το πιθάρι της Πανδώρας
46
 22
Κιόρογλου Σοφία
Ενδιάμεσο Ενδιαίτημα
47
 23
Κοκαβέσης Γ. Δημήτρης
Στο χρόνο
Χ
Ελευθερίες
Δώστε μου θεό
χ
48
49
50
 24
Κοκαράκη Περατινού Μαρία
Αποσπάσματα από την Ποιητική Συλλογή: Σχηματισμοί
51-59
 25
Κορμάντζα Ιουλία
Το Ρολόι
60
 26
Κούρβας Πάνος
Περί χρόνου
61
 27
Κουφογάζου Α. Φωτεινή
«στις μεταμορφώσεις του Χρόνου..»
62
 28
Κωνσταντινίδης Κώστας
Τα Στράφι
63
 29
Λαμπής Γιάννος
Ο δικός μου ο χρόνος
64
 30
Λιθοξόος Γιώργος
Ο χρόνος και οι στιγμές
Ο χρόνος
Η σκόνη του χρόνου
65
66
67
 31
Μέτσιου Κατίνα
Χαμένος Ενεστώτας
68
 32
Μπακονίκα Αλεξάνδρα
Το Σβήσιμο
Ενθυμήματα
Το πιο Βαθύ
Λειμώνες του εσώτερου εαυτού μου Στιλπόνητα
Πρόταση
Μαυλιστικά
Η Ντουλάπα
Νύχτα




69-73

 33
Ντόβας Μιλτιάδης
Θυμήσεις
74
 34
Πανάγου Μαρούλα
Νεκρός Χρόνος
75
 35
Πανδής Βασίλης
Το μέλλον,
Ενεστώτας Διαρκείας
76
 36
Παπαονησιφόρου- Παναγιώτου Μυριάνθη
Η μέρα μπήκε αστραφτερή
Δεν θα κλάψω
Γυάλινοι ουρανοί
77
78
 37
Παρασκευάκος Πάνος
Λήθη ή όνειρο… Ο χρόνος;
79-80
 38
Πατσαλίδου – Ιωάννου Γιούλα
Η πάλη με τον χρόνο
81
 39
Πλατρίτη Ζ. Δέσπω
Άτιτλο [Κάποτε το Καλοκαίρι και το Φθινόπωρο]
82
 40
Πορφυρίου Αριάνδη
Λέξεις, Ιερουργός
83
 41
Ποταμιάνος Γιάννης
Στο σελάγισμα των άστρων
Η στιγμή
Ο Δεσμώτης
84
85
86
 42
Πουλιανίτης Κώστας
Ο Χρόνος Χάνεται
Η θεώρηση του Χρόνου
Απορία
87
88
89
 43
Σκουλίκα – Βέλλου Σοφία / Δημήτριος Γκόγκας
Φινιστρίνι Ονείρου
90
 44
Σουρλή Μαίρη
Στο βλέμμα του χρόνου
91
 45
Σπαρτιώτης Ορφέας
Οδοιπορικό
92
 46
Σταματοπούλου Τασία
Ασκήσεις Συμβίωσης
Ότι ώρα νομίζετε
93
94
 47
Σταύρος Σταύρου
Ο χρόνος ως ρήμα
Επίλογος
Εν τέλει ο χρόνος
Ανάμνηση

96-97
 48
Στυλιανού Παυλίνα
Όσο κι αν αλλάζουν οι εποχές
98
 49
Τανακίδου Σοφία
Ο χρόνος Κλέφτης
99
 50
Τέμβριου Αθηνά
Ο Άνεμος και ο Χρόνος
Ερώτημα
Η Ελπίδα και ο Χρόνος
Σκέψεις Καλοκαιριού
Ιστορία

100
101
102
 51
Τριανταφύλλου Ρούλα
O χρόνος και εγώ
Εμείς και ο Χρόνος
Το αίνιγμα του χρόνου

103
 52
Τσιαήλης Ρ. Χρίστος
Δύο εκδοχές του ανάποδου
104
 53
Τυρίμου Ελένη
Ψάχνοντας
Αφιέρωση

105-107
 54
Φράγκου Χαρούλα
Αγλαόδωρος Νυξ
Στου χρόνου τα γυρίσματα
Αμφισβητήσεις

108-111
 55
Χατζηματθαίου Άθως
Ανάπλαση
112
 56
Ψαράκης Κώστας
Καθώς ψυχορραγώ
113-114
ΔΟΚΙΜΙΑ
 57
Κουφογάζου Α. Φωτεινή
Χρόνος και Σοφία (Απόσπασμα)
116-118
ΠΟΙΗΣΗ (Έμμετρος στίχος)
 58
Αθανασίου Αλεξία
Ο γέρος
120
 59
Αλεξιάδης Χρήστος
Του Χρόνου τα απρόσμενα
121
 60
Άλμπης ‘Αρης
Χρόνος
122
 61
Ανδρέου Ειρήνη
Όνειρο Άνοιξης
Σαν κομπάρσος σε ταινία.....
123
124
 62
Γαλιάνδρα Χριστίνα
του χρόνου
125
 63
Κατσιαντώνης Κυριάκος
Χρόνου Χρονικό
Χρόνος Άχρονος
126
127
 64
Κουκουσούρης Ν. Χρίστος 
Η ζωή δεν χάνεται,
Το γραμμένο ταξίδι
Αναστροφές
128
129
130
 65
Ντόβας Μιλτιάδης
Ανθίσει
131
 66
Πάνος Παρασκευάκος
Ο χρόνος σκοτώνει την ελπίδα
Όλου του κόσμου οι εποχές Χρονοκυκλώνες
132 -134
 67
Ρουβήμ Όλγα
Ιερή Νίκη
135
 68
Χατζηματθαίου Άθως
Πως
136
ΟΡΙΣΜΟΙ – ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ- ΡΗΣΕΙΣ
 69
Αζαμοπούλου Φωτεινή
138
 70
Βέλλης Γιάννης
138
 71
Γαλιάνδρα Χριστίνα
139
 72
Γουργιώτου Αρετή
139
 73
Δρακουλαράκου Βίκυ
139
 74
Σκουλίκα – Βέλλου Σοφία
140
 75
Τριανταφύλλου Ρούλα
140
 76
Φράγκου Χαρούλα
140
ΠΟΙΗΣΗ (Χαικού και Τάνκα)
 77
Αζαμοπούλου Φωτεινή
Αυλός Χρόνος
Χρόνος Κυνηγός
Ζωή-Στιγμή

142
 78
Βασσιλάτου Ουρανία
Όρνεα
142
 79
Γαλιάνδρα Χριστίνα
Νερό
142
 80
Γουργιώτου Αρετή
Τραγούδα Χρόνε
Θρηνεί ο χρόνος
143
 81
Αγγελική Γραφάκου
Τα χρόνια περνούν
Στο κάτω κόσμο
Βιάζεσαι χρόνε
143
 82
Δημητροπούλου Καλλιόπη
Ο χρόνος
143
 83
Δρακουλαράκου Βίκυ
Να σε μπορέσω
144
 84
Κατσιαντώνης Κυριάκος
Χαμένη Νιότη
144
 85
Κοκαράκη Περατινού Μαρία
Απ’ την ποιητική συλλογή:
Χάι-Κου και Τάνκα / Λάπηθος
145
 86
Κουφογάζου Α. Φωτεινή
Ώρες
146
 87
Ντόβας Μιλτιάδης
Κλαίει
Χρώμα
Τούνελ
Άτιτλο
Θημωνιά


147
 88
Παπαονησιφόρου Παναγιώτου Μυριάνθη
Κίτρινα φύλλα
Σε ζεστά παλτά
Οι καλημέρες

148
 89
Πορφυρίου Αριάδνη
Να ζεις στο παρόν
Θα μετρώ στιγμές
Το χαϊ-κού βουβό
Διάφανες οπές
Παιχνίδια φωτός
Διαθλάσεις χαράς


149
 90
Σουβατζής Νίκος
Σκληρός ο χρόνος
150
 91
Χατζηματθαίου Άθως
Ψάξε τη στιγμή
150
ΚΕΙΜΕΝΑ- ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ
 92
Βαραλής Νίκος
Η τέταρτη Διάσταση
152
 93
Γερογιάννης Γιάννης
Ο Χρόνος
153-154
 94
Γουργιώτου Αρετή
Η κραυγή του Χρόνου
Ελεήμων Χρόνος
155
156
 95
Δρακουλαράκου Βίκυ
Κάνει μοναξιά απόψε,
Ο ερχομός,
Άγονη Γραμμή
157
-
161
 96
Κοκαβέσης Γ. Δημήτρης
Παζλ Εικόνας
162
 97
Μιχαλόπουλος Γεώργιος
[Παρατηρώ τις φιγούρες των πεζών])
163
 98
Παπαντωνίου Στέλιος
Το φως το Κρόνου
164
 99
Νεφέλη Ρίγα
Αιώνας! Και τα 100 του χρόνια
165
 100
Σκουλίκα – Βέλλου Σοφία
Όχι Κοριτσάκι,
{Αρκεί ένα φύσημα του ανέμου}
166-
169
 101
Τριάντης Χριστόφορος
Ο χρόνος: Ένα παλιό παραμύθι
170-172
 102
Χαραλάμπους Φρόσω
Ταξιδεύοντας με τον Χρόνο
173








ΒΑΡΒΕΡΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ

ΕΝΑ ΜΠΑΝΙΟ ΣΤΗΝ ΑΠΛΑ ΜΙΑΣ ΣΤΙΓΜΗΣ ΤΟΥ ΝΟΥ

Το σώμα μου τόσο ρωμαλέα αδράχνει
τη θάλασσα.
Γιατί κολυμπώ σαν αθάνατος;
Κι έχω την κλίνη του πόνου στο νου;
Εγώ ορίζω τον χρόνο;
Με τόση δύναμη κολυμπώ, σαν αθάνατος!
Ο χρόνος θα υπήρχε δίχως τη σφριγηλή μου πεταλούδα;
Κι ο θάνατος, του αχανούς βυθού παιχνίδι
με τις ανταύγειες του ήλιου κεραστάρηδες του σκότους,
φωτεινές στιγμές στο γλέντι της παρέας μου με τον εναγκαλισμό της αβύσσου;
Δεν έχει νόημα ο χρόνος δίχως το σώμα και την ψυχή μου.

 *



ΝΙΚΟΣ ΒΑΡΔΑΚΑΣ


ΣΤΙΓΜΗ

Την  στιγμή  που  αγάπησα, μια  ρωγμή  αντάμωσα  στην
καρδιά  της  να  ανοίγει. Είναι  του  χρόνου  παιχνίδια  που
μετράμε  στα  αλήθεια, μόνο  πληγές  στο  κορμί  του  πόθου.
Λέξεις, εικόνες  επιθυμίες  ανταμώνουν, όπως  οι  ναυτικοί
στην  θάλασσα  τις  γοργόνες.
Και  οι  απορίες, είναι  αναπόφευκτες  σαν  ένας  άνδρας
ελκύεται  από  μία  γυναίκα. Οι  απαντήσεις  είναι  πικρές
είναι  λεπίδα  από  μαχαιριές, όταν  δεν  σμίγουνε  δύο  ψυχές.
Την  στιγμή  που  ταξίδευα, στου  ονείρου  τα  κύματα  με
μαγέψανε  τα  μάτια  της , και  της  ψυχής  το  τραγούδι.
Η  εκκωφαντική  σιωπή, χώριζε  την  αναμονή  στα  θέλω.
Ίσως  δεν  τολμήσαμε, μα  μονάχα  τριγυρίζαμε  γύρω  απ΄τα
πρέπει. Από «Μη»  που  σκοτώνουν  τον  έρωτα.



 *



ΝΙΚΟΣ ΒΑΡΑΛΗΣ

Η ΜΑΡΟΥΔΙΤΣΑ ΤΟΥ ΤΩΡΑ

Το ξύπνημα μιας λέξης
φτιάχνει ενίοτε φορεμένα παρόντα.
Κατ’ άλλα δεν είμαστε παρά ομιλούντες σκιές
όπως ο Βέγγος στα ασπρόμαυρα.
Ούτε χώμα, ούτε ουρανός
μια προβολή μονάχα του είναι
στα διαφανή γαλάζια του σύμπαντος.
Για αυτό αφήνω τον καιρό να προσπερνάει
δεν είμαι παρά η σκιά που φαντάστηκες
κι αυτό που γράφω είναι  μόνο η σκέψη σου.
Θα ξυπνήσεις κάποιο πρωί
και μια μαρουδίτσα θα έρθει στα μαλλιά σου
ένα φλεγόμενο παρών,
μια ευχετήρια κάρτα από το τώρα.
Τότε θα δεις στην παραλία του χρόνου
ανθρώπους σαν φωτεινά λαμπιόνια
όπως τους έβλεπε ο Ιησούς
εκείνη τη μέρα
που τον άγγιξε η φτερούγα ενός πουλιού
και ήρθε Πάσχα.


 *

ΟΥΡΑΝΙΑ ΒΑΣΣΙΛΑΤΟΥ


ΟΙ ΦΤΕΡΩΤΟΙ

πουλιά
με πληγωμένα τα φτερά
νόμισαν
δε θα ξαναπετούσαν.
σταθήκαν
σ' αιχμηρό γκρεμό μπροστά
πικραμένα
με ποτάμια στα μάτια.
στην άκρη στάθηκαν
και το κενό
σβήστηκε..
χάθηκε απ' το χάρτη.
τ' ουρανού τα χρώματα
ηθικό ενέπνευσαν,
δύναμη δώσαν.
τώρα
απ' τα ψηλά
αφήνουν τ' επίγεια,
με μάτια κλειστά
και ανέμους
να χαϊδεύουν
τα μεταξένια πούπουλά τους.



ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ

σαν εναρμονιστείς
σ’ ήχο και ρυθμό
πάθους, έλξης,
λαχτάρας κ' ηδονής
τότε αισθάνεσαι σύσσωμος
τα "σε θέλω"...




ΟΥΡΑΝΙΑ ΒΑΣΣΙΛΑΤΟΥ

ΒΑΣΑΝΙΣΤΙΚΟΣ ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ

βραχυλογώ
σκορπίζοντας όνειρα
στον αγέρα.
εύθρυπτο υλικό
αδύνατο ν' ανασυσταθεί.
ο τιμωρός μου,
σε κρυστάλλινο ποτήρι
με κερνά
την οσμή της σήψης.
κάθε σταγόνα
μια κατεδάφιση,
ένας κατακερματισμός
των άσπιλων κυττάρων μου.
τ' οξύ
κατασπαράζει τ' όργανα,
ρέει σα λάβα
στις φλέβες αργά
μαρτύριο
που υπομένω
στις βουβές κραυγές μου.
αναμένω
τις σκιές στους τοίχους
που φυλακίστηκαν
να φανούν,
να μου μιλήσουν
για τ' αδιέξοδο.
  να ομολογήσω
πως γνωρίζω
και
πως τ' αποδέχθηκα
άνευ διαφωνίας.
η διαθήκη
φέρει υπογραφή επικυρωμένη
με μάρτυρες
τις εικόνες της ζωής
που πρόφτασα να ζήσω
και τη φαντασία του νου
που κέρδισε κάθε λογικής σημάδι.
εις υγείαν
όσων στιγμών δε κατάφεραν
τα ατσάλινα σίδερα
του κλουβιού μου,
στολισμένο μ' αγκάθια,
να παραβιάσουν
κάπου σε μια γωνιά σκοτεινή
να' ρθουν να με βρουν.             


 *

ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΕΛΛΗΣ

Α.

"Τι κι αν χάσαμε τα παιδικά μας χρόνια, αυτά έρχονται και φεύγουν
όσο οι σκέψεις μας να γνωρίσουμε τον κόσμο, να μάθουμε απ' αυτόν
μόνο οι συγκυρίες δίνουν κάποια αλλαγή, αναγκαία να σκοτώνει το τέλμα
ευτυχώς υπάρχουν κι αυτές, συνδυασμός της ευτυχίας μας
και μετά τι; ένα χαμόγελο να πεις αλήθεια έζησα πραγματικά
αγάπησα περισσότερο από ποτέ, την παραστρατημένη εποχή μου
έτσι για να θυμάσαι κάτι έντονα, όταν περάσεις στις αναμνήσεις."

Β.

"Εκείνο το απόγευμα δεν τέλειωσε ποτέ, σαν σήμερα ελαφρώς γκρίζο, ελαφρώς γαλάζιο, μακιγιαρισμένο ανάλογα της περίστασης
αναμονή, όσο επιτρέπαν οι συγκυρίες, αναζήτηση, εικόνας διαφορετικής στην τόση μούχλα, με κρύο, περίεργο να ψάχνει να δει τα εσώψυχά σου
δρόμοι γύρω γεμάτοι προβλήματα, παράθυρα καλά σφραγισμένα απ' τους περαστικούς, πολιτισμός στο ανέφικτο, καταστήματα γεμάτα πωλήτριες, ερωτήματα όσα κι οι άνθρωποι, διασκέδαση μπερδεμένη στα τόσα ψέματα
κρατώντας τα βιβλία σου, με τόσες ιστορίες ενδιαφέρουσες μα αδιάβαστες, όπως κι η δική σου που τώρα ξεδιπλώνεις, να περιμένουν, άφησες την αγάπη σου μαζί της πληγωμένη, ξεχάστηκες
όμως είναι ο χρόνος απάτη κι η επιστροφή αναγκαία, σ' ένα μισοσκότεινο δωμάτιο, κρατώντας μια ιδέα φθινόπωρο να σε παρασέρνει, μεθώντας από σκέψεις
όσες μπόρεσες να κλέψεις, για να τις δώσεις πίσω, σε λίγες λέξεις, μικρές εικόνες χαμένες που ξαναζωντανεύουν και στέκονται σ' ένα ποίημα".

Γ.

"Όλα στην ποίηση χρεώνονταν τελευταία, θες η εμμονή, θες αμάθεια με περιέργεια
γύρευαν κάποιους σεμνούς ποιητές, να δώσουν θυσία, σε λίγες απογαλακτισμένες λέξεις
 βλαστημούσαν εκείνη την ώρα, τη στιγμή, που γεννήθηκαν οι συμβιβασμένοι
ανίκητες οι συγκυρίες, όριζαν την διαχρονική μετριότητα, ως ανεξάντλητο πλούτο
κακά χρόνια για επαναστάσεις, περισσότερο για αναστάσεις ξεχασμένων ιδεών
κι όμως παρήγορα σάλπιζαν λίγες λέξεις, ενωμένες, σαν πληγή αγανακτισμένου ποιητή
 αγκομαχώντας να κρατήσουν τη σανίδα σωτηρίας, ενός κόσμου, που πέθαινε καρτερικά στα χέρια δεσμοφυλάκων
βαθύτατα προβληματισμένοι, αφήνανε το αίμα, ως κηλίδα στις ξεπερασμένες εντυπώσεις
το αύριο δεν γεννήθηκε ποτέ, έρχονταν κάθε βράδυ, πονηρά, σαν μουρμούρισμα
για να πιστέψουμε, ότι με το χθες πρέπει να τελειώνουμε, λες και το χθες κάποτε δεν βαπτίστηκε αύριο, αλλαγή στις ζωές μας
ακατόρθωτο, όμως αναγκαίο το τελευταίο χτύπημα
θα ξεκινήσω πρωί, εσύ; δεν ξέρω ακόμα και το πρωινό φαίνεται ξεπερασμένο
πριν έρθει, πριν γεννηθεί, είναι και αυτό δοσμένο σ' ένα καθορισμένο πρόγραμμα."


Δ.

"Τα χρόνια, περνάνε ασυνόδευτα, τα όνειρα παγιδευμένα γυρίζουν πίσω φοβισμένα
 ο ουρανός βρίσκει δικαιολογίες, κρατάει τα σύννεφα μαζεμένα, στο γκρίζο
τόση αγάπη σκεπάστηκε και δεν μπορεί να αναπνεύσει, έχει χάσει τους ανθρώπους της
το μόνο που μένει ελεύθερο στα χρόνια μας, είναι η θάλασσα, ο ορίζοντας
 αλλά δεν φτάνει, λείπει το χαμόγελο, τα μάτια σου, η φωνή σου
 η σκέψη σου, με τριγυρίζει και χαράζει πληγές, το όνομά σου."

Ε.

"Στέκεις στο παράθυρο, βιαστικά ξεθολώνεις το μυαλό σου από την υγρασία, το πέρασμα της βροχής
 ανακατεύεις τις σκέψεις με λίγη νοσταλγία, πολύ αγάπη, αποθέματα άλλωστε είχες πάντα
μετά στέκεσαι στον καφέ σου, τον σιγοπίνεις, τραγουδώντας τις ίδιες λέξεις όπως τότε
 όταν σε έσφιξε η καρδιά σου από αγάπη, αλλά κι αγωνία αν μείνει τελικά κοντά σου
όμως ο χρόνος χτυπάει την πόρτα, περιμένει κέρασμα, γιατί τον αγνόησες
με το καλύτερο χαμόγελο σου μουρμουρίζεις, αναρωτιέσαι, θα σταθεί πάλι στην πόρτα μου;
ξανά αφιερώνεσαι σε κάποια βιβλία, ξεχνιέσαι, ελπίζεις ότι κάποτε θα τα τελειώσεις
βαρέθηκες να τα αφήνεις μισάνοιχτα, να μη ξέρεις το τέλος της ιστορίας.



 *


ΚΑΤΙΝΑ ΒΛΑΧΟΥ

ΠΟΣΟ ΚΑΛΑ ΤΟΝ ΞΕΡΕΙΣ

Φεύγει διαρκώς
Παίζει μαζί σου τις  στιγμές στα ζάρια
Μία δική σου σύντομη και λίγη
Άπειρες οι δικές του ηχούν στο σύμπαν
Γελάει με χάρη αφού πάντα κερδίζει
Τρέχει με ορμή την ώρα που τον θέλεις
Καθυστερεί όταν πονάει η ψυχή σου
Δε σε αγαπάει δε σε γνωρίζει κι ούτε σε λυπάται
Μην τον φοβάσαι όμως κι εσύ
Αλλά και μην τον αψηφάς όσο τον έχεις
Γέννημα του μυαλού σου λέει πως είναι
Πες του λοιπόν πόσο καλά τον ξέρεις
Όταν με βία σου μετράει τη ζωή


 *
ΣΤΕΛΛΑ ΒΡΑΚΑ

ΩΣ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Ήταν πριν λίγα χρόνια.
Μια εποχή του χρόνου
δεν ενθυμούμαι ποια.

Μα κι αν φθινόπωρο ήταν,
αν χειμώνας ίσως,
για μένα ήταν ανθοφόρα άνοιξη,
μοσχοβολιστή
και καλοκαίρι θαλασσινό,
όταν συνάντησα την ψυχή σου.

Συναπαντήθηκα με της λέξεις σου
της βαπτισμένες στην Σοφία
και χρισμένες στην Αλήθεια.
Έτσι είδα την ψυχή σου,
που με συγκλόνισε και είπα:
Ναι, αυτό είναι!

Ήξερες να κοπάζεις
την ταραχή
το άγχος μου
τον θυμό
την οργή
τον απελπισμό μου...

Όλα σου τα γράμματα της Γνώσης
μ’ αγκάλιαζαν και σώπαιναν τα δάκρυά μου.

Θαυμαστά και ομορφοϋπέροχα
τα δικά σου όλα.

Οι στιγμές τότε, ο χρόνος μου της
στο λίγο που μου αφιέρωνες για να μιλάς
τα αληθή που γνώριζα, πως τα ζούσες.
Σεμνός, ταπεινός, μια αγκαλιά για όλους.

 Σπίτι σου η κατανόηση για της πάντες,
αυτή η βιωματική κατανόηση.
Της σου οι λέξεις μίλαγαν
τα ¨ναι» στην καρδιά μου,
της ακριβώς χρειάζεται.

Έτσι σ’ αγάπησα αυτόν τον χρόνο
την εποχή που δεν θυμάμαι
μα ήταν για μένα η εποχή της ευνομούμενης
καλοκαιρίας!

Γι’ αυτό σ’ αγαπώ,
γιατί σε θαυμάζω στον χρόνο τον άπειρο.

Σ’ αναγνωρίζω στον παρελθόντα χρόνο,
στον τώρα χρόνο,
ως την αιωνιότητα!


 *
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ

ΝΕΚΡΑ  ΧΡΗΜΑΤΑ 

Ζήτησα  από  τον  χρόνο  να με κάνει  πλούσια και  εκείνος  με γέμισε
με  πεθαμένα  κέρματα.
Και  κυκλοφορώ  με  σκοτωμένα λεφτά  στις  παλάμες  και στις τσέπες.
Κανείς  δεν τα θέλει.
Κανείς  δεν  τα  παίρνει.
Ποιος  αγοράζει  νεκρά χρήματα ;
Και  έτσι περνάει  ο καιρός  διψώντας  και  πεινώντας  από  χαρά.
Κρυώνοντας  από  αγάπη.
 Και συ δεν με λυπάσαι.
Αργοπεθαίνω  και  ακόμα  κερνάς  ψεύτικα  λόγια.
Ας  είναι..
Έτσι κι αλλιώς δικά σου όλα.
Δική  σου η αλήθεια  δικό σου και το χάος.
Δική σου  και γω…

 *
ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΡΟΓΙΑΝΝΗΣ
       
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

Πυρόξανθος ήλιος, μαστιγοφόρος, ανέμιζε τη σημαία της νίκης.
Ιδού ο κόσμος μου, έλεγε και τα χόρτα κιτρίνισαν.
Τα στάχυα έγειραν κι ετοιμάστηκαν για θέρισμα.
Ώρα της πληρωμής και του θέρου, ώρα της απολαβής
οι άντρες άνοιξαν το πουκάμισο
τα κορίτσια κιτρίνισαν και τρύγησαν με τα μάτια
-όσα ο νους τους μπόρεσε-
κιτρινισμένα όνειρα του Ιούλη, που στέρεψε
ξανθιές αναμνήσεις μιας άλλης εποχής.
Χορταριασμένα τα χωράφια, περιμένουν τον θέρο
χορταριασμένες σκέψεις περιμένουν αμόλυντες
χορταριασμένοι οι κόρφοι των γυναικών
περιμένουν δραγάτη που θα τρυγήσει καρπούς
κι οι μήνες ατρύγητοι διαβαίνουν
παράσταση κι αγώνας, για το μεγάλο θέατρο της ζωής.
Μιλούσε ο ήλιος τη γλώσσα μας
και εμείς απαντούσαμε με νοήματα
οι πέτρες, σιωπηλές και άγριες.
Το χόρτο καμένο, τα τζιτζίκια, απτόητα
τραγουδούσαν στο κάμα του μεσημεριού.
Το καλοκαίρι μας μιλούσε με γεύσεις
σταφύλι ατρύγητο, ο πόθος
Το καλοκαίρι μας μιλούσε με ήχους.
άλλαξε το χρώμα μας, πήραμε το χρώμα του ήλιου
και διψασμένοι τραβήξαμε τον κατήφορο
το καλοκαίρι μας μιλούσε με χρώμα.
Οι άνθρωποι σώπασαν, έκλεισαν τα μάτια
ακουρμάστηκαν τη φύση, θυμήθηκαν την ανθρωπιά
που είχαν χάσει. Ατρύγητο σταφύλι η μνήμη
κι η πολιτεία μεθυσμένη, από συμφέρον και μικρότητες !
Καλοκαίρι αφημένο στου βοριά το μελτέμι
Πέτρινο θέατρο, στην αγκάλη του ήλιου
Πέτρινα όνειρα, στην αγκάλη της νύχτας !

Από την ποιητική συλλογή «Αμαδρυάδα»



*

ΡΕΝΑ ΓΕΡΟΥ

ΧΡΟΝΟΣ

Διάβαζα πίσω απ' τις λέξεις.
Θα ήταν Τρίτη μπορεί και Τετάρτη-
Η γραφή σαν σφήνα τρύπωσε στην καρδιά
περνώντας αρχικά απ' τα μάτια.
Ξαφνικά σήκωσα το κεφάλι.
Είχε περάσει ολόκληρος μήνας
κι εγώ δεν το γνώριζα
Άσπρος σαν γάλα ο χρόνος
Ρευστός και ουδέτερος
Δεν είχα ρολόι να τον μετρήσω
Ή κι αν είχα έκανε λάθος!
Οι δείκτες του προς τα πίσω δεν γύρναγαν.
"Χαλασμένο θα είναι" σκέφτηκα
"Πάει μόνο μπροστά! Αδικία!"
Ν' ανακτήσω τον χαμένο τον χρόνο! Πολύ αργά.
Άδικο ο Αόριστος να μην μπορεί να γίνει Ενεστώτας ή Μέλλοντας.
Ένιωσα βιασμένη, ανήμπορη .
"Θέλω τους δείχτες του ρολογιού να μπορώ να γυρίζω"
Και γέλασε!
Σαρδόνια ο χρόνος με χλεύασε.
Θα ήταν Τρίτη μπορεί και Τετάρτη
Αλίμονο
Καμιά σημασία δεν είχε!


 *

ΡΕΝΑ ΓΕΡΟΥ

ΦΕΥΓΟΝΤΑΣ Ο ΧΡΟΝΟΣ

Σ’ εφηβικών ονείρων τεθλασμένες γραμμές
τη ζωή ζωγραφίσαμε.
Αλαφροΐσκιωτος ο λογισμός θωρούσε.
Ανέμελα κράσπεδα προγονικά
χαράζαν τη ρότα στον δρόμο μας.
Γλυκό κρασί έκαιγε στα χείλη το φιλί
Ορμώντας να μπει στο ποτήρι με αγωνία,
να το γευτούν, να το νιώσουν.
Αλόγατα λευκά του ορίζοντα τα σύννεφα
καλπάζαν ατάσθαλα στην βροχή καταπάνω.
Κι εμείς ανυπόμονοι, κρεμασμένοι μας πύλες μας νιότης
αδημονώντας ν’ ανοίξουν για να κουρσέψουμε μας ζωής τα επέκεινα.
Καυτός αέρας μας μπόδισε και πισωπατήσαμε
κι μας ποθούσαμε το φευγιό διαρκώς περισσότερο.
Στην γλύκα του έρωτα γευτήκαμε πίκρα.
Μα ήταν του χρόνου τα δάκρυα που πόνεσαν πιότερο απ’ αυτά μας καρδιάς.
Σαν εκείνος τελείωνε αυτή η ατέλευτη, αγέρωχη πορευόταν ξέφρενη σ’ ονειρικούς παφλασμούς μ’ ένα σώμα αδύναμο ν’ ακολουθήσει.
Η θάλασσα τα χείλη πλατάγισε κι ο χρόνος μέρωσε.
Μας ήβης το αιώνιο να στέκει παρέκει
μας πάθη οχλώντας η αλλήθωρη κι εμείς ούτε που νιώσαμε για πότε ο γέρος μας τύλιξε.
Θα ήταν τότε που ο Αχιλλέας κοκάλωσε το άρμα να δει το κουφάρι του Έκτορα δεμένο από πίσω.
Αλίμονο. Ο χρόνος άντεχε ακόμα να κρατά τα ηνία. Ανήλεος.


                                                                                              *
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ

ΤΡΕΙΣ ΛΟΓΟΙ ΣΤΟΝ ΧΑΜΕΝΟ ΧΡΟΝΟ

Ι

Σημείωση του χρόνου. Στίξη.
Όσο κι αν το επιθυμείς, δεν μπορείς να παραβλέψεις την τελεία.
Το κόμμα στην δύση της μέρας.
Σκότος,  να μην ενδώσεις σε ένα επιφώνημα!
Το πέρασμα του χρόνου μια πεταλούδα που θνήσκει στις ψυχές μας.

Πρόσθεσα μια παράγραφο, να διακοπεί ο λόγος
κι ο χρόνος να πάρει την άγουσα
το πράσινο των κυπαρισσιών που με ενδύει στον πρόχειρο θάνατο. 
Μια παύλα στην αρχή κυλάει ως πρόσωπο και μη, 
ανάμεσα στα νερά του Αχέροντα.

Στις αναδυόμενες παρενθέσεις
δεν σκάλισα τις λέξεις στο παραλήρημα μιας ομάδας
από ασπρόμαυρα πετούμενα στα αβαθή των αλυκών. 
Συμπληρώματα ζωής που διασχίζω, διασχίζεις, 
διασχίζει και ο τρίτος,
μέσα σε ομοιωματικά για να τονιστεί η μονοτονία
και το προγεγραμμένο αρχικό τέλμα.

Κι ύστερα το γλαυκό θαυμαστικό!
Τι να δηλώσω τώρα, εδώ στα παλλόμενα μονοπάτια
Θαυμασμό; για όσα έζησα
Χαρά; που καταφεύγω στις φωλιές των χελιδονιών,
ελπίδα; πως θα κρατηθώ από μια αχτίδα,
φόβο ;μην σπάσει, ένα ξαφνικό αίσθημα;
Άραγε θα είναι αγάπη, 
προσταγή από μια αιώνια καμπή του;
Πατώ επί των βημάτων μου κι όχι επί του χρόνου!

Πριν από τα αποσιωπητικά, ευνόητοι λόγοι, σεβαστοί,
μια σειρά από ευτελούς αξίας ερωτηματικά,
θα απαντήσουν στη δίψα της στέρησης του χρόνου
όταν τον θελήσαμε, στην ώρα που έπρεπε να έρθει,
στις θλιβερές μέρες τις μονόχνοτες νύχτες που περάσαμε
και αλώσαμε την ουσία. 
Απωλέσαμε το γίγνεσθαι του άξιον εστί.


ΙΙ

Ο χρόνος που χάθηκε
Σαν να με τιμωρεί που τον άφησα να τεθεί στο πλην
Και δεν ξέρω τον λόγο.
Θαρρώ πως δεν θα τον μάθω ουδέποτε

Μεγάλωσα μαζί του
Χέρι με χέρι
Χαρτί, καλαμάρι, περιπλάνηση στα ρήματα
Γεννιέμαι, μεγαλώνω, κρατιέμαι και τώρα
Είτε στην ενεργητική, είτε στην παθητική φωνή
Αναμένω το ρήμα πεθαίνω να ζήσω.

Λυπάμαι που σα φυσά κλείνω τα παράθυρα
Φοβάμαι τον δριμύ αέρα
Διστάζω και τραβώ το χέρι απ΄ το μάνταλο
Ποδοπατώ  μια μνήμη ίσως την ονομάσω ερινύα
Με πονούν οι φτερωτές τύψεις
Κι όταν
Με πιάνει το παράπονο ανάβω ένα κερί αιώνιο μνημόσυνο
Στον χρόνο που αφήνει απλώς ένα σημάδι
Μου αποδυναμώνει την τεχνική του λόγου
Και υποκλίνεται στον πληθυντικό
Στον χρόνο που αφήνει απλώς πολλά σημάδια
Στο κορμί
Στην ψυχή
Και υπογράφει αιωνίως δικός σου
Αύριο πάλι


ΙΙΙ

Αν ο χρόνος είναι πίκρα
Αγγίζω μια πίκρα στο βλέμμα σου
Πίσω από το παραθύρι που έκλεισες
Παραμονεύει ένας χλωμός ήλιος. Ο ίσκιος σου.
Σπάθη απελέκητη στα ανέγγιχτα του χρόνου
Πάνω της καρφιτσώνονται ερινύες
Σ΄ ότι πεθύμησες
Ότι πόθησες
Σ΄ ότι σκούπισες με το μαντήλι του νοτιά
Στα ροδομάγουλά σου.

Αν ο χρόνος είναι λύπη
Βάφει με λύπη το Καλοκαίρι στα χείλη σου
Το χέρι του, σφικτά κρατεί το Φθινόπωρο
Σαν ένα βαρύ κτύπο
Πάνω σε ότι έζησες
Και θες να ζεις
Κόβοντας ότι ονειρεύτηκες στα σκότη
Σ΄ ένα διπλό χορευτικό
Και η ζωή σου
Μία οδός που αμφίδρομα παραδίδει σκυτάλη
στις αιώνιες δρασκελιές του χρόνου

 *
ΑΡΕΤΗ ΓΟΥΡΓΙΩΤΟΥ


ΠΡΟΣΜΟΝΗ

Η σελήνη, αυτή μας είδε , αυτή ξέρει, αυτή θυμάται.
Κι ο ποταμός κι ο άνεμος.
Συ μόνον λησμόνησες.!
Ποια η αλήθεια σου;
Το χτες;
Το σήμερα;
Το αύριο;
Απόψε , καθώς τ' ολόγιομο φεγγάρι θα λούζεται στης θάλασσας την απλωσιά ,
στοχάσου τις πανσέληνες της Αγάπης μας στιγμές,
κι απίθωσε την ματιά σου στην φεγγαρόστρατα .
Εκεί θα σε προσμένω.


ΦΥΚΟΕΣΣΑ

Στο παραθύρι γερμένη αναμετρούσε της βροχής το ράπισμα στην θάλασσα και την μέσα της καταιγίδα.
Το κύμα το πολύβουο αφουγκραζόταν και τους ξέπνοους της καρδιάς της αχούς,
ένα κουβάρι φύκια κι αρμύρα και ταξίδια που δεν έκανε.
Δρασκέλισε το κατώφλι.
Ψυχανεμίστηκε ανάερα ο Γλάρος
τις κραυγές της τις βουβές και πάνωθέ της με απορία ζυγιάστηκε.
-Μου μοιάζεις ,ψιθύρισε Εκείνη,
βαθύ μου πέλαγος, σου μοιάζω!
Εκεί ,εκεί, στην γραμμή του ορίζοντα ,εκεί, στου ουρανοθάλασσου το σμίξιμο
εκεί, εκεί....
Έγινε ένα με την αλμύρα ,
κι αυτή ΦΥΚΟΕΣΣΑ.

 *
ΑΡΕΤΗ ΓΟΥΡΓΙΩΤΟΥ

ΑΔΙΕΞΟΔΟΥ ΔΙΕΞΟΔΟΣ


Ορίζοντες κλειστοί στη θύμηση.
Αλισάχνη κηλιδώνει το διάβα του Χτες.
Του απελθόντος καιρού οι συντεταγμένες στοιχειώνουν.
Απέλπιδες κραυγάζουν για ύπαρξη.
Δειλά απλώνει η ψυχή τ΄ ακροφτέρουγα.
Δεινή όμως η Επιβίωση ορθώνεται
- Φωτιά και μαχαίρι στην Μνήμη ,
τι δεν της πρέπει μνημόσυνο.
Βιώθηκε, προσπέρασε, διάβηκε,
αμείλικτη η επιλογή της.
 Αρχέγονη στιγμή, το Τώρα!


ΨΥΧΗΣ ΕΙΔΩΛΟ


  Το Είδωλο την τόξευε,
στου καθρέφτη το αντιφέγγισμα.
Εχθρών βέλη οι χαρακιές του Χρόνου.
-Πως;  πότε;  γιατί;    αναλογίστηκε.
Ποτάμια οι μνήμες , θολερά , διάβηκαν.
Ρυάκια στο πάτωμα κύλησαν.
  Σφάλισε τα μάτια....
 Και κει το Είδωλο τραγούδησε.
 Καθρεφτίστηκε η ψυχή.
Γλαροπούλια  έκρωξαν,
σεργιάνισαν όνειροκύματα ,
αντάμα λικνίστηκαν φύκια κι αλμύρα.
    Ο χορός της !
Η μυρουδιά της !
το ουρανοθάλασσο της!
Η γεννήτρα της!
Χαμογέλασε...

 *
ΜΑΙΡΗ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ

ΤΟ ΡΟΛΟΙ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΜΟΥ

Χτύπησε η ώρα μεσάνυχτα δώδεκα
και σκίρτησε η καρδιά του Ιούλη.

Χτύπησε η ώρα μία
και χλώμιασε το ολόγιομο φεγγάρι του Αυγούστου.

Χτύπησε η ώρα δύο
κι έγειρε μεθυσμένος ο τρυγητής Σεπτέμβρης.

Χτύπησε η ώρα τρείς
και σε χέρσα γη έπεσε η σπορά του γεωργού Οκτώβρη.

Χτύπησε η ώρα τέσσερις
και μάτωσε στην καγκελόπορτα ο Νοέμβρης.

Χτύπησες η ώρα πέντε
κι έχασε όλα τα δώρα ο γιορτινός Δεκέμβρης.

Χτύπησε η ώρα έξι
κι αρνήθηκε να έρθει ο νέος χρόνος τον Γενάρη.

Χτύπησε η ώρα επτά
και χάθηκε στη στροφή ο κουτσός Φλεβάρης.

Χτύπησε η ώρα οκτώ
και κόκκινη γραμμή από αίμα στάλαξε στο χιόνι ο Μάρτης.

Χτύπησε η ώρα εννιά
και μαυροντύθηκε για την προδοσία της Σταύρωσης ο Απρίλης.

Χτύπησε η ώρα δέκα
κι ο Διόνυσος ως Ευάνθης δεν ανεστήθη την Πρώτη του Μάη.

Χτύπησε η ώρα έντεκα
και με δρεπάνι με έκλεισε στο χώμα ο θεριστής Ιούνης.

Χτύπησε η ώρα μεσημεράκι δώδεκα
και χαίρομαι που με κρατάει αιώνια στα ουράνια ο γεννήτωρ Ιούλης.


*
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΓΡΑΦΑΚΟΥ

Ο ΜΕΓΑΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΗΣ

Με ξεγελάς Χρόνε
Βιαστικέ κι Ανύποπτε
και με κυκλώνεις
Δεν πρόκαμα για χτες να πω
και τσουπ !
κάμποσα χρόνια μετρώ
μπορεί και τα μισά του αιώνα.
-Πότε οι Άνοιξες και πότε οι χειμώνες;;
Ε και;;
οι νύχτες άλλοτε σκοτεινές και άλλοτε φεγγοβόλες
στις καρδιές θα ευωδιάζουν  Έρωτα
και χίμαιρες πάντα θα μας τάζουν..!

Σε περίμενα από καιρό Φθοροποιέ
Σ ‘ αναγνωρίζω από τα χέρια μου
που σαν ποτάμια ορμητικά κι αόρατα
τις φλέβες μου φουσκώνουν.
Μα εσύ μην γνοιάζεσαι γι αυτό..
Στα χνάρια πάνω περπατώ
αυτών που πέρασαν πριν από με
και σιγουριά μεγάλη νοιώθω..

Πότε ανατέλλει ο ήλιος και πότε δύει;;
Ε και;;
Τις πιο πολλές φορές  θα περνά και θα ξαναπερνά
απ’ τις κουρτίνες στα παράθυρα και θα τις καίει.
Θα μπουμπουκιάζουν τις Άνοιξες τα κλώνια της ροδακινιάς
και το καλοκαίρι τους καλλιστήμονες
μιλιούνια τα μελίσσια θα μαζεύουν..

Τικ τακ τικ τακ  σαν  εκκρεμές
έχεις μια μελωδία στη σιωπή
ανάμεσα στον θάνατο και την ζωή
Συμπαντικός και Άπειρος
λικνίζοντας την μοναξιά σαν τις κοιλάδες
και σαν τα βουνά.. Βουβά..
όγκοι σιωπηλοί
 Ε και;;
Εμείς  θ ‘αγαπούμε τους τραγουδιστές του δρόμου
μερικές φορές κι εμείς θα τραγουδούμε
κι η αύρα η βραδινή κι αυτή θα τραγουδά ανάμεσα απ’ τα φύλλα
κι οι άνεμοι θα γνωρίζουν των δέντρων τις αντοχές..!

Χρόνε Άφθαρτε
Μεγάλε Εξουσιαστή της επίγειας ζωής μας
μόνον ο θάνατος δεν σε νικά
μα ούτε κι εσύ εκείνον..
Είναι θαμμένοι στον Ύπνο τους
Έχουν όλοι ξαπλώσει και βαθιά κοιμούνται..
Μην γνοιάζεσαι  γι αυτό..
Ο ήλιος κι η βροχή δεν τους πειράζει
Μηδέ το Ουράνιο Τόξο..
 *

ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ

Ο ΧΡΩΣΤΗΡΑΣ ΧΡΟΝΟΣ

Σαν τον βαφέα που ρέει τις χρώσεις του
στο μέταλλο σώμα
και κλείνει τους πόρους της γύμνιας,
που μεταποιεί τις  ραγάδες της ξέσης
σε στιλπνές φορεσιές συντήρησης,
όμοια κινείται ο πανδαμάτορας χρόνος.
Γραμμίζει τον προδήμιο με το σαδιστικό χέρι
συνομιλεί με τις αρπαγές του
πίσω από τους γκρεμισμένους τοίχους του παρόντος
και αμυδρότερες τις μεταθέτει στο αδιάβαστο μέλλον.
Έχουν τεράστια κύματα οι πλεύσεις του χρόνου
χρόνος των απωθήσεων
χρόνος της προσμονής
της παραίτησης
της λήθης των συσσωρευμένων
της σύμπραξης των σιωπών.
Ενίοτε μεταμφιέζεται Άνθρωπος
μυρίζει τους τύμβους
-μια ηττοπάθεια τον διαπερνά-
και ζωγραφίζει τα θανατερά μάρμαρα
για να απαλύνει έναν φόβο στιλπνίζοντα
και εργατικό.
Κι εκείνη η αφορισμένη πυρά των αρτηριών του
με χρώσεις γκρίζας εξώπορτας
μεταφέρει των παλμών του το γδάρσιμο
σε μέλλουσες βροχές.
Αλλόχρωμο δάκρυ λυτρώνει
αχάραγες καλημέρες, καλησπέρες ατάξιδες,
ανθρώπινες σχέσεις
και ανοίγει ο στεναγμός στα δύο.

Ο χρωστήρας χρόνος
"βάζει τὸ δέρμα τῆς προσαρμογῆς καὶ χάνεται".*

* στίχος Κικής Δημουλά


 *
ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ

Ο ΧΡΟΝΟΣ

Το λυκαυγές φωτίζει τον εύθραυστο δρόμο του
και συμπάσχει με την πτώση της κρυστάλλινης βροχής.
Τείνω το χέρι μου στ' ανώφελο του χρόνου
μια εξοικείωση - όσο να το κάνεις-
τη χρεία του βαθιά υπηρετεί.
Τινάγματα ερέβους
του μέλλοντος υπαινιγμοί
του άκαιρου πιστώσεις και άλλα συναφή
συστρέφονται στη φέξη της σιωπής.
Αναμονές και παρατάσεις, ενστάσεις χρονικές
και λοιποί ουσιαστικοί προορισμοί
μεταλλάσσονται σε λεπτοδείκτες άτεγκτους
και ορίζουν την αναλγησία των ωρών.
Χαράματα, ασάλευτος στέκει κι ο νους
του απολογισμού δεινός τεχνίτης
κι αποκοιμίζει στα βαθουλά του ύπνου μαξιλάρια
τ' απόβροχα λησμονητέων συναναστροφών.
Της νύχτας τα περάσματα
με βιάση δρασκελίζουν τη στιγμή
-κοπιώδεις ονειρώξεις μιας ηδονής μοναχικής-
και χάνονται στου άκαιρου τη μήτρα.
Φευγάτες ακούσια εκροές πάνω στου χρόνου το κορμί
χρίζονται του σκότους ανούσιοι αφορισμοί
και δαπανούν πολύμορφα το φως.
Γεννήθηκα γεννιέμαι και αναγεννιέμαι
στου διάχρονου την αδηφάγα μηχανή.
Έξι και μισή
μιας αμφίβιας ώρας η σύλληψη μόλις έχει τελεστεί.
Ο χρόνος ένας φαύλος κύκλος
και η φθορά ένα ταξίδι στη βροχή.


 *
ΒΙΚΥ ΔΡΑΚΟΥΛΑΡΑΚΟΥ

ΒΡΑΔΙΑΣΕ Η ΖΩΗ

Πήρε να βραδιάσει η ζωή ...
σιδερένιος κι αψίθυμος ο ουρανός
ορμητικά βουτάει στο στέρνο.
Ένα κορίτσι αλλοτινό
με όψιμη θωριά,
σαν σκόνης κύμα φάνηκε
στη φλόγα του κεριού,
που ξέχασα κοντά στο παραθύρι.
Έχει πληγές στα γόνατα
και αίματα στα χέρια του
απ΄τα παιχνίδια της αλάνας, ακόμη...
Βαδίζει όλο τσαχπινιά, μ΄ ένα φόρεμα φλοράλ
στους αστραγάλους σηκωμένο.
Με νάζι απλώνει όνειρα στα σχοινιά
με καράβια και χάρτες ζωγραφισμένα.
Πήρε και βράδιασε η ζωή ...
κι ο αψίθυμος ουρανός
απόσωσμα ψυχής άρχισε να στάζει.
Κι ένας άνεμος γεμάτος συντριβή
έσβησε το κερί στο παραθύρι...
Τα προικιά απ΄ τις αγάπες
και τις αναμνήσεις του κοριτσιού
απ΄τα σχοινιά
μην ξεχάσω να μαζέψω.

*
ΒΙΚΥ ΔΡΑΚΟΥΛΑΡΑΚΟΥ
ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ

Δειλινό.
Ο κισσός αγκαλιάζει το σπίτι ...
Σφιχτά..
Σαν να προσπαθεί να το κρύψει.
Μόνο του . Παλιό πια ..
Φτιαγμένο από εκείνες
τις σκληρές πέτρες της σιωπής,
με λουλούδια ριζωμένα ανάμεσα.
Κι ένα γιασεμί στην χειμωνιάτικη αυλή του
να μοσχοβολά ακόμη, μια ιστορία
εγκαταλελειμμένη και περαστική.
Προς κατεδάφιση γράφει απ΄ έξω ...
Αρχοντικό θα το λεγες, χωρίς περγαμηνές και οικόσημα.
Μόνο του
με ένα παράσημο ματωμένου ουρανού
που αρνείται να παραδώσει.
Μόνο ... Σαν μερικούς ανθρώπους.

*


ΒΙΚΥ ΔΡΑΚΟΥΛΑΡΑΚΟΥ


Μεγάλωσα πια και...
Δεν πυρπολούμαι από διάτρητα προσκυνοχάρτια.
Δεν προσυπογράφω στιγμές χρεοκοπημένες.
Δεν δέχομαι έντοκες αγάπες με πλαστογραφημένα σ΄ αγαπώ.
Δεν τρέφω διαβατάρικες υποσιτισμένες φιλίες.
Δεν παραμυθιάζομαι από διακινητές ονείρων.
Δεν χειραγωγούμαι από ανέστια αισθήματα.
Διεκδικώ την λεύτερη επιλογή μου
και με υπερασπίζομαι σε
ό,τι άγονο αφιππεύει στην ψυχή μου.





ΒΙΚΥ ΔΡΑΚΟΥΛΑΡΑΚΟΥ

Ο χρόνος κοίταξε αμήχανα το ρολόι του.
Του χαμογέλασα και αρμένισα στο παρελθόν
και σ΄ αυτά που το ανατάραξε ...
Στοίβαξα αγάπες και κειμήλια από οδύνες.
Πρέπει να φύγω ... μου είπε
θέλεις κάτι ?
Ναι του αποκρίθηκα,
να μου ξεμπλέξεις τ΄ αστέρια απ΄τα μαλλιά μου ...
Λίκνισε το κομπόδεμα της νιότης μου
πάνω από τις θολωτές ρυτίδες και μου έκλεισε το μάτι.

Προσποιήθηκε πως άνοιγε πανιά και μου ζήτησε τα δανεικά του...!
Δεν έφυγε ...
πήγε και κρύφτηκε ξανά στο γνωστό στενό του.
Ήξερε...
πως μόνο αυτός μου είχε απομείνει !




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου