Νεφέλη Σμίχελη
Η Νεφέλη Σμίχελη γεννήθηκε στο διαδίκτυο πριν σχεδόν 10 χρόνια ως αποτέλεσμα συνδημιουργίας του Γιάννη Σμίχελη και του σύννεφου. Από τότε περιφέρεται μέσα σε αυτό ρωτώντας αναζητώντας και γράφοντας.
Η Νεφέλη Σμίχελη γεννήθηκε στο διαδίκτυο πριν σχεδόν 10 χρόνια ως αποτέλεσμα συνδημιουργίας του Γιάννη Σμίχελη και του σύννεφου. Από τότε περιφέρεται μέσα σε αυτό ρωτώντας αναζητώντας και γράφοντας.
Σκαλίζω τη φωνή σου στο δέρμα μου
αφήνω τις μελωδίες της να διαποτίσουν τα κύτταρα μου.
Διαγράφω πορείες με τα μηνύματα διαστέλλοντας την ουσία
Η πλάνη σου δεν είναι όνομα στη σκοτεινή διαδρομή των κομητών
η πλάνη σου είναι το άρμα που μέσα στο χρώμα της νιφάδας
θα μπω και θα μεθύσω.
Το δάκρυ ξεσπαθώνει, στο χείλος, στο βάραθρο που τέμνει το ματόκλαδο
για να σε ψηλαφίσω,
το δάκρυ σου, άγγελε μου, θα πιω να ξεδιψάσω
σε τροχιές ατίθασες ήλιων θα διανύσω το κορμί σου
το δάκρυ σου, άγγελέ μου, στο γείσο της ψυχής μου θα αφήσω να κυλήσει,
θα ρίξω άγκυρα στων χειλιών σου το ποτάμι.
Σε τρελό πανηγύρι η σιωπή μου αναδεύει τα κύματα των ματιών σου
κραυγάζει ιαχές στους καταρράχτες της φωτιάς.
Παιχνίδι είναι η στιγμή, σημάδι είναι το κύμα
τα παραμύθια είναι λύτρωση στο διηνεκές
Έτσι όπως τα δάχτυλα σχίζουν την υγρασία της καρδιάς
όπως μια ανάσα τσακίζει τα σεντόνια
σημαδεύω την σελήνη
Αφήνω την δίψα να εξατμίζει τα δάκρυα που δεν στάζουν.
ΕΡΩΤΙΚΗ ΕΚΣΤΑΣΗ
Τα μάτια μου στάζουν χιόνι,
η θηλή σου είναι η αίσθηση του απέραντου που με πλημμύρισε
μα δεν με άφησε να σε χορτάσω.
Τα φιλήδονα βλέμματά σου υνιά που διέσχιζαν την σάρκα μου και
στις λωρίδες του δέρματός μου μοσχοβολούσε
το μελίσσιο αίμα της παραίσθησης
Να σβήσω να χαθώ στη μέθη του ματωμένου ήλιου σου
Να ζήσω ή να πεθάνω στο τρελό παραλήρημα του κορμιού σου
Έτσι όπως σιγά και κρυφά θα εισχωρείς στους αναστεναγμούς μου
να σου χαρίσω το κάθε ψιθύρισμα της αφής μου.
Τα μάτια να τρεμοπαίζουν στο βλεφαρισμό των βογκητών μου
Και 'γω που ονειρευόμουν να σου κλέψω την αρμύρα του κορμιού σου
......................
Έσταξε μια σταγόνα νερό στο στήθος
κ' έσκυψα και την ήπια,
γεύση ανείπωτη, νερό και σάρκα
.......................
Να χάνονται τα δάχτυλα στο ίσκιο σου
να λατρέψω κάθε του γωνιά
ν' αγαπήσεις κάθε σημείο του ξανά
το βάρος του να νοιώσω
Τα μάτια μου στάζουν χιόνι,
η θηλή σου είναι η αίσθηση του απέραντου που με πλημμύρισε
μα δεν με άφησε να σε χορτάσω.
Τα φιλήδονα βλέμματά σου υνιά που διέσχιζαν την σάρκα μου και
στις λωρίδες του δέρματός μου μοσχοβολούσε
το μελίσσιο αίμα της παραίσθησης
Να σβήσω να χαθώ στη μέθη του ματωμένου ήλιου σου
Να ζήσω ή να πεθάνω στο τρελό παραλήρημα του κορμιού σου
Έτσι όπως σιγά και κρυφά θα εισχωρείς στους αναστεναγμούς μου
να σου χαρίσω το κάθε ψιθύρισμα της αφής μου.
Τα μάτια να τρεμοπαίζουν στο βλεφαρισμό των βογκητών μου
Και 'γω που ονειρευόμουν να σου κλέψω την αρμύρα του κορμιού σου
......................
Έσταξε μια σταγόνα νερό στο στήθος
κ' έσκυψα και την ήπια,
γεύση ανείπωτη, νερό και σάρκα
.......................
Να χάνονται τα δάχτυλα στο ίσκιο σου
να λατρέψω κάθε του γωνιά
ν' αγαπήσεις κάθε σημείο του ξανά
το βάρος του να νοιώσω
ΕΥΔΟΚΙΜΟ ΧΑΟΣ-ΔΙΑΦΥΓΗ ΑΠ' ΤΗΝ ΑΠΡΑΞΙΑ
Το πνεύμα έσταζε σταλακτίτες στην άπνοια
ενώ κάρφωνα το μάτι στο πίσω μέρος του μυαλού
για να βρεθεί μέσα στο ρόδι του σύμπαντος.
Ευδόκιμο το χάος στο σπίτι μου, που ο σκελετός του
είναι μονάχα ανάσες και ήχοι, οι οποίοι καθώς με κυνηγάνε
η σκέψη μου χύνεται στο χώμα και φυτρώνει αγριάδα.
Έτσι η νύχτα γίνεται μέρα και ντύνομαι μια ηλιαχτίδα.
παραληρώντας μέσα στη φράση « τα λόγια πια δεν φτάνουν».
Έπνιξα το ζάρι στο βυθό του μυαλού
Τύφλωσα την κουκουβάγια με το σκοτάδι μου
και κείνη δίχως όραση μ' έβλεπε να τρέχω αμίλητος
και τ' ανυπόταχτα νερά του βουβάθηκαν,
Όμως μες στην απελπισία ένοιωθα όμορφα
γιατί νιφάδες έλουζαν το κεφάλι μου
κ' ένας κύκνος χόρευε στον χιονισμένο θόλο
της ανυπαρξίας μου.
Κάποτε, ήξερα πως η νύχτα έχει χρώμα
τώρα ξέρω πως η μέρα είναι τυφλή
και ρέει μέσα μου
Μα καθώς χάνομαι σε μαύρα σύννεφα
ρανίδες χάους με δροσίζουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου