Σελίδες

Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2021

ΑΡΕΙΜΑΝΙΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ - (Τελευταίο μέρος) (Το πρώτο προεπαναστατικό στρατιωτικό σώμα γυναικών)Σούλι. Σουλιώτες – Σουλιώτισσες

      

Γράφει η Κυριακή Μάγκουρα - Αγγελάκη
    



Ο τραγικός χαλασμός των Μποτσαραίων – Κουτσονικαίων


Το δράμα της εξόδου των Σουλιωτών στο Σέλτσο ολοκληρώθηκε με τον χαλασμό της μεγαλύτερης ηρωικής φάρας, αυτής των Μποτσαραίων. Τραγικοί σύζυγοι, τραγικοί πατέρες, τα αδέλφια Κίτσος και Νότης Μπότσαρης. Νεκρός ο αδελφός τους, ο Νίκαιζας. Η δεύτερη σύζυγος του Κίτσου, η Αναστασία Μπότσαρη το γένος Μακαντώνη πεθαίνει από τα τραύματά της, καθώς μεταφέρεται αιχμάλωτη στα Γιάννενα και ενταφιάζεται στο χωριό Κομτζιάδες της Άρτας. Αιχμάλωτοι οδηγούνται ο γιος του Κίτσου Κώστας, και οι κόρες του Κίτσου, Δέσπω και Αγγελική. Νεκρά τα παιδιά του, ο Γιαννάκης και ο Γιώργης που έπεσαν μαχόμενοι ηρωικά στην πρώτη γραμμή. Πνίγεται η καπετάνισσα Ελένη στον Αχελώο. Από πνιγμό στο ποτάμι πεθαίνει άλλο ένα μικρό παιδί του Κίτσου, αγνώστου ονόματος, καθώς μεταφερόταν με άλλα γυναικόπαιδα στη Λάρισα, γράφει ο Δ. Οικονόμου στο έργο του «Το Σούλι», σελ. 43.

Τραγική η θέση και του ήρωα Νότη Μπότσαρη, αφού συλλαμβάνεται βαριά τραυματισμένος και οδηγείται αιχμάλωτος από τους Τουρκαλβανούς στην αυλή του Αλή Πασά στα Ιωάννινα. Φυλακίζεται στο φρούριο της Κλεισούρας από όπου θα δραπετεύσει αργότερα (1806) και θα περάσει στην Κέρκυρα. Η γυναίκα του, η Χριστίνα Μπέκα, και η κόρη του, η ωραία Ελένη, σκοτώθηκαν ή πνίγηκαν, ενώ η κόρη του, η Αγγελική, αιχμαλωτίστηκε. Η μητέρα του, η γριά Δέσπω Κουτσονίκα, και τα παιδιά του, Αθανάσιος και Ιωάννης «Γιάννος», σκοτώνονται. Η σύζυγος του Γιαννάκη Κουτσονίκα, η Ελένη, αιχμαλωτίζεται μαζί με τα δύο βρέφη της, αλλά ελευθερώνεται στα Ιωάννινα μετά από είκοσι μέρες «επεμβάσει Χριστιανών και Οθωμανών των Ιωαννίνων», γράφει ο Δ. Καρατζένης, στο έργο του «Η Μάχη του Σέλτσου», σελ. 49. Ζάλογγο, Ρηνιάσσα, Σέλτσο αποτελούν τριλογία θυσιών. Αιματοβαμμένοι τόποι με το ηρωικό αίμα ανυπότακτων ψυχών. Δύο χιλιάδες είναι τα θύματα της θηριωδίας του πανούργου Αλή Πασά. Από τους τελευταίους μάρτυρες των 1.400 Σουλιωτών και Σουλιωτισσών στο Σέλτσο, μόνο 80 άνδρες και 2 γυναίκες διασώθηκαν. Από αυτούς 65 ή 54 πέρασαν τον ποταμό Αχελώο και κατέφυγαν στα Άγραφα, με οπλαρχηγό τον Σουλιώτη Λάμπρο Κοσμά. Εκεί συνεργάζονται με τα παλικάρια του ατρόμητου Καπετάνιου των Αγράφων, τον Αντώνη Κατσαντώνη, κατά τα έτη 1805 – 1806 και πολεμούν τους Τούρκους. Ελάχιστοι Σουλιώτες και Σουλιώτισσες που διασώθηκαν μετά την καταστροφή του τόπου τους εγκαταστάθηκαν στα γύρω χωριά ή κατέφυγαν τελικά στην Κέρκυρα. Πρόσφυγες στα Επτάνησα, οργανώνονται στα ηπειρωτικά τάγματα κάτω από τη ρωσική σημαία και αργότερα τη γαλλική, εναντίον των Τουρκαλβανών.

Η δολοφονία του ήρωα Κίτσου Τζαβέλα

Ακόμη κι εκεί στην ξενιτιά, ο Αλή Πασάς δεν μπορούσε να ανεχθεί τους Σουλιώτες απέναντί του. Ήθελε με κάθε τρόπο να τους απομακρύνει από την Κέρκυρα ως επικίνδυνους, αφού και κάτω από τη σημαία των ξένων ήταν πάλι αντίπαλοί του. Έτσι θέτει σε εφαρμογή το δόλιο σχέδιό του, κάνοντας δύο κινήσεις καλής θέλησης. Η πρώτη είναι να ελευθερώσει τον φυλακισμένο Νότη Γ. Μπότσαρη και η δεύτερη να πετύχει την επιστροφή του ακαταμάχητου Κίτσου στα πάτρια εδάφη με ανταλλάγματα.  Παράλληλα συνωμότησε και στη δολοφονία του.

Ο αρματωλός του Ραδοβυζίου Γώγος Μπακόλας, με τις συστάσεις του αρματωλού Δ. Καραϊσκου, δολοφονεί ένα βράδυ του Γενάρη του 1813 τον Κίτσο Γ. Μπότσαρη στην Άρτα, όταν ο τελευταίος φιλοξενούνταν στο σπίτι του παπουτσή Ρίζου. Αυτό ήταν το δραματικό τέλος του γενναίου ήρωα Κίτσου. Το έργο του θα συνεχίσουν άξιοι ήρωες της φάρας των Μποτσαραίων : οι δύο γιοι του, Μάρκος και Κώστας, ο αδελφός του, Νότης Μπότσαρης, και οι υπόλοιποι Σουλιώτες και Σουλιώτισσες.

Δεκαπέντε χρόνια κράτησε η γενναία αντίσταση των Σουλιωτών κατά του φοβερού Αλή Πασά. Έτσι ο χρόνος αυτός καλλιέργησε στους Έλληνες Κλέφτες και Αρματωλούς την ομοψυχία, το πνεύμα της συνεργασίας και της αλληλεγγύης. Αφυπνίστηκε η εθνική συνείδηση. Οι Σουλιώτες ως εμπειροπόλεμοι και πολέμαρχοι γίνονται η μαγιά του επαναστατικού στρατού. Αγωνίζονται σε όλες τις γωνιές της Ελλάδας για την Λευτεριά. Ίσως η παρακάτω ανώνυμη και αχρονολόγητη επιστολή, την οποία έλαβαν οι Σουλιώτες του Φώτου Τζαβέλα και του Δήμου να εκφράζει τον πόνο των ξεριζωμένων Σουλιωτών και Σουλιωτισσών, αλλά στην πράξη οι Σουλιώτες έγιναν η φωτιά που άναψε η Επανάσταση του 1821, από τη Δυτική και Κεντρική Στερεά Ελλάδα, έως την Πελοπόννησο.

«Έκαψεν ο καλόγερος του Κούγκι! Τώρα εχάλασεν ο κόσμος! Εχάθηκαν οι αδελφοί μας εις το Ζάλογγον, εις την Ρηνιάσσαν και εις το Σέλτσον. Ο Κίτσος (Μπότσαρης) έδωκεν εις τους εχθρούς νέον μάθημα εις το Ζάλογγον και το Σέλτσον.
Αλλά τι καταλάβαμε!
Έπεσε το Σούλι!!!
Εχάθηκεν ο κόσμος! *

*Από το βιβλίο της Σ. Αλιμπέρτη «Αι ηρωίδες της Ελληνικής Επαναστάσεως», 1933, σελ. 133.   


      Στο Σούλι

Τα στουρναρένια στήθια σου,
πλάτανοι δεν τριχώνουν
ή φράξα και πυξάρια
Λίγοι βλαστοί απ’ τα σπλάχνα σου
– αμάραντοι- φυτρώνουν
Τους λένε παλικάρια.

Αλέξανδρος Πάλλης
(Συλλογή Ταμπουράς και Κόπανος, 1907)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου