Τι ν' απογίναν στων καιρών τις αιώρες
στους χρόνους
τα ολόδροσα εκείνα κορίτσια
με τις μαύρες ποδιές και τους άσπρους γιακάδες?
Ροβολούσαν ανέμελα ..αγνά στα σοκάκια
ροδοστάλες φορτωμένα της νιότης..
στις πλατείες νυφοπάζαρα εστήναν τα έναστρα βράδια
εγευθήκαν ιδέες τρανές
των ηρώων που εστέκονταν υποσχόμενοι εμπρός των
οι σελίδες του Τσέχωφ τα επαίρναν με τρένα μακριά
τα ταξίδια του νου..τ' ακριβά τους ταξίδια
της ζωής τα ταξίδια εσταθήκαν εις βάθος θαμπά.
Σ' εποχές αλλοτινές τα κορίτσια
με τις μαύρες ποδιές και τους άσπρους γιακάδες
ιστορία στα πλακόστρωτα εγράψαν ..
σε ονείρατα πλεύσαν τρανά και μετά χωριστήκαν
το καθένα από τότες το δικό του μονοπάτι τραβά
κι ανεβαίνουν ψηλά όσο η ζωή επιτρέπει.
Στις αιώρες του χρόνου αγναντεύω βαθιά
τις ξεχωριστές διαδρομές των ψαχουλεύω μ' αγάπη
στης εφηβείας τα χρόνια λαχταρώ να γυρνώ
τα αγκαλιάζω..τα κρατάω σφιχτά
γιατί είχαν κρυμμένα τα ονείρατα αγνά
σαν της δάδας το φως πυρσού αναμμένη
την προδοσία της ζωής λησμονώ
και κοιτάω μπροστά μοναχά..
μη νυχτώσει νωρίς.. αυτό με τρομάζει
δακρυσμένη προσευχή αποβραδίς ψιθυρίζω
π' όνα γιοφύρι τοξωτό τις ήττες πετώ στο ποτάμι
και μετά μονολόγους ψελλίζουν τα χείλη σοφά
συλλαβίζω αργά:
ή ξεχνάς ή ζεις την επιθυμία της νιότης ξανά.
⫷ τα κορίτσια με τις μαύρες ποδιές και τους άσπρους γιακάδες ⫸
Σοφίας Θεοδοσιάδη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου