Σελίδες

Τρίτη 20 Ιουλίου 2021

Οι Βεγγέρες της γειτονιάς / Σαλίβερος Νικόλας


Της φυλής απομεινάρι, η αρχαία Εσπερίδα,
με ...ξενόφερτη λέξη,τη βαφτίσανε <Βεγγέρα>.
Στις γειτονιές..<συλλείτουργο> εκάναν κάθε μέρα
της Σύρας οι κυράδες ..συνοδεία με <μαρίδα>
Σήμερα στης Βαγγελίτσας,αύριο στης Μαρουσώς,
<άγριο> ήταν το κουσκούς χτές βράδυ στην κυρ-Κούλα.
Και<περγαμόντο> στο..δροσιό έβαλ’η κύρα Βούλα,
<ακαθάριστη μαρίδα> τα παιδάκια της Σωσώς.
 Στα σκαλιά έξ’ απ’τις πόρτες ..Αρμένικες βεγγέρες,
τα καλοκαίρια κάνανε κάτω από τα άστρα.
Το Νικολάκη της Λενιώς,τρείς μέρες είχε άφτρα,
ο Γιάννης της μαμής με τη Ρένα <αλλάξαν βέρες>.
<Σπολλάτη τα μαντάτα>… το λόγο παίρνει η Λιολώ,
στο φεγγαρόφωτο παίζαν <κουτσό> τα κοριτσάκια,
<κυνηγητό>…<μακρυά γαϊδούρα>  τα αγοράκια.
Ο Μήτσος της Μπαλωματούς..έκλεψε τη Βαγγελιώ.
Χαιρετούσαν και αυτούς που ζούσανε στα γύφτικα,
καλησπερίζαν όλες τους περαστικούς διαβάτες,
μπαλωμένα είτε φορούσαν ή Αμερικής γραβάτες.
Απ’του Στέλιου το νταβά γιαούρτια παίρναν..ματσίτικα.
Το ..κουσέλι τους χειμώνες,ίδιο είχε αραλίκι,
μέσα στις <σάλες> των σπιτιών,γύρω απ’το μαγκάλι.
Η γιαγιούλα κρύωνε και πλεκτό εφόρα σάλι
κι’η <μαρίδα> στούς κοιτώνες έκανε χαλαμπαλίκι.
Σε μια καρέκλα σιωπηλός..τις άκουγε ο παππούς
κι’όταν οι…<κλώσσες> κάνανε.. καρπούζι το ρεβίθι,
όλοι γροικούσαν,σαν αυτός αρχίνα παραμύθι.
Κι’ήταν.. <δασκαλικό>,το..<θρίλερ>του παππού ν’ακούς.
Γυναικείο..νταραβέρι ήτανε η βεγγέρα.
Στην ταβέρνα πίνανε φτώχιας την πίκρα οι άντρες
κι’όλων η ζωή..<εβρόντα> σαν κομπολογιού τις χάντρες,
ακόμα κι’αν αναδουλειά υπήρχε τη Δευτέρα.
Σιγανά..τα μυστικά μ’άδολη λέγανε ..κακία
<Τι ντροπή,,,μ’έξη παιδιά,να ξελογιαστεί η Βέρα,
με το Γιώργο της Φανιώς,δυο παιδιών κι’αυτή μητέρα>.
Καλημέρα όμως τους λέγαν κι’ό,τι είπανε??. Βλακεία.
Πολλών οι..άντροι λείπανε σε  μακρινά ταξίδια..
Στη θάλασσα….στα σίδερα τους έταξε η μοίρα.
Της ανάγκης..πρόσφυγες, μακρυά από τη Σύρα.
Κι’αν χιονάς φυσούσε έξω,τους ζώνανε τα φίδια.
<Nάμα> οι βεγγέρες ήταν ,παρηγοριάς το <χάπι>,
στις γυναίκες που κρατούσαν σφαλιστή τη φαμελιά.
Κλεισμένες στο..τσιμέντο τώρα..με Τι-Βί στην αγκαλιά,
<μουγκές> το χρόνο σπαταλάνε,δίχως λαλιά κι’αγάπη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου