Από τον κύκλο «ΑΝΤΙΠΟΙΗΜΑΤΑ»
Το πλοίο σήκωσε άγκυρα στο τρικυμισμένο πέλαγος του μεσονυκτίου μαζί με της σειρήνες της σελήνης
και γκρεμοτσακίστηκε στις Συμπληγάδες πέτρες
μιας Κυκλώπειας μυθικής βεντέτας που κρατάει 3000 χρόνια
όμορφη Αργό σαν το ταξίδι, σαν το όνειρο, σαν την Ιθάκη
οι πνιγμένοι πουλιά της λευτεριάς κρατιόνται στο σπασμένο κατάρτι
λευκά χέρια, φτερούγες γλάρων θωπεύουν τα άψυχα κορμιά
χτυπάει ο μπρούντζος τ’ ουρανού άχρηστη τυμπανοκρουσία
η δύση μελάνιασε σαν νεκρός αρπαγμένος απ’ τα σκοτάδια
και η αγάπη έκαψε το τελευταίο της φτερό στα σωθικά της καταιγίδας
στη λιπόψυχη θυσία της προδομένης υπόσχεσης
οι πνιγμένοι κρατιόνται από τα φύκια των μαλλιών τους
η θεριεμένη θάλασσα ουρλιάζει με χίλια στόματα
πανηγυρίζουν οι φλόγες με χίλια πρόσωπα χαροκαμένα
αυταπάτες τ’ αστέρια στην παρηγοριά του απόβραδου
η μέρα με τα ηδονικά της μάτια γρατζουνισμένος φλοιός
στάζει αθώο αίμα στο γαλανό τραπέζι απ’ τα ποτήρια του κρασιού που γλεντοκοπούν οι καρχαρίες
τ’ αγκαλιάσματα της μέδουσας νεφελώματα σε παγωμένες κλίνες
το αγκυροβολημένο φεγγάρι στα κυπαρίσσια της προκυμαίας
μετράει τα πρόσωπα της συμφοράς και του περισσεύει η λύπη
η θάλασσα μελάνιασε, χτυπιέται, μουγκρίζει ξεψυχώντας την πίκρα στο κατώφλι της χαραυγής ρόχθος μοιρολογιών
κρατιέται απ’ τα μαλλιά της και ταξιδεύει μαύρη στα ύδατα του Άδη
μαύρα ναυάγια καταποντισμοί σε πελάγη ψυχών
ΠΕΤΡΟΣ ΤΣΕΡΚΕΖΗΣ
Από τον κύκλο: «ΑΝΤΙΠΟΙΗΜΑΤΑ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου