Σελίδες

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2020

Σημείο Συνάντησης : Ποιητική Συλλογή του Δημητρίου Γκόγκα και της Ρούλας Τριανταφύλλου ( e-book) [Προδημοσίευση]

 


 


Η Ερημιά της Αγάπης

 του Δημητρίου Γκόγκα


[1]

Της Στρατούλας

 

      Ημέρα πρώτη, με τα μάτια κλειστά κι ένα αόρατο βλέμμα αφήνω να χαθεί πάνω από τους παιδικούς λόφους γεμάτους από ανεμώνες και άσπρα κρινάκια, ακολουθώντας τα βήματά μου ανάμεσα στα πουρνάρια που πλήγωναν τα ασθενικά άκρα. Παρακολουθώ το μικρό μυρμήγκι και το πατώ για να κατανοήσω τη δύναμη μου κι αφήνω την αγάπη μου εκεί σιμά, δίπλα από το νερόλακκο. Εξάλλου οι αγάπες πρώτα μαθαίνουνε να κολυμπούν σε νερόλακκους με το φόβο της βδέλλας και την αποστράγγιση της καρδιάς κι ύστερα παρέα με τα δελφίνια και τις αχιβάδες του πελάγους.

 

     Ημέρα δεύτερη κι ένα στεναγμός βαθιά μέσα στα στήθη μου σκάει. Το πρώτο αηδόνι της μέρας γλυκά που κελαηδάει καλή μου για τον κεραυνό που καίει κατάσαρκα μέσα στον πόθο. Χειμώνας είναι, μια ώρα παγωμένης εποχής στην Άνοιξη και το δάκρυ σου λιώνει τις νιφάδες στο πρόσωπό σου. Ψάχνω το δενδρολίβανο και στην αγκαλιά σου το άρωμα της Πασχαλιάς.

 

     Ημέρα τρίτη κι ένα κρύο νερό κυλά στα καμπυλωτά χείλη σου. Διάφανο ως είναι στο ζητώ, εκλιπαρώ, να ξεδιψάσω. Κάνω να πιάσω τα σύννεφα και πέφτω κοιτώντας  τον αγέρα να γλιστρά από τις μεμβράνες ων δακτύλων. Καλή μου, σαν βρεθώ στ΄ ακρογιάλι, να είσαι σίγουρη σαν την μοίρα,  πως θα ΄ρθει η θάλασσα γλυφή κι αδέσποτη, μέσα μου να κυλήσει. Πίστεψέ με έχω το δενδρολίβανο και πλέκω στην αγκαλιά σου τα στέφανα. Μετά καμιά θνητή ώρα δεν θα μας ορίζει,  παρά εμείς.  Θα είμαστε οι ώρες, οι μέρες, οι χρόνοι.


[2]

 

Είμαι η Νήσος

 

Είμαι της λησμονιάς η κουρσεμένη νήσος.

Πορεύομαι στο πέλαγος

με τις πεθυμιές των ηλιοκαμένων κυμάτων.

Τα βράδια, ξιπασμένες σκέψεις με συντροφεύουν

στις σκιές των ναρκωμένων πετρών.

 

Πάνω μου δεν κουβαλώ δένδρα

και κρεμαστούς κήπους, δεν ζυγοσταθμίζω υάκινθους

πλην, είπαν ευτυχώς, κάτι άνυδρους λόφους

και ανεμοδαρμένα βουνά

από τον κακό Ζέφυρο και την Τραμουντάνα.

 

Και πορεύομαι Αριστερά και Δεξιά.

Αριστερά και πάλι.

 

Όταν βρέχομαι βυθίζομαι

στις λαξευμένες από το φεγγάρι, σπηλιές

που σμιλεύτηκαν ανάκατα,

και στις νοτισμένες πλαγιές των ουρανών,

των αυλακωμένων προσώπων απ΄ την γήρανση.

 

Και πορεύομαι.

 

Είμαι μια νήσος, μ΄ ακατέργαστη πέτρα, ατελείωτη γλώσσα

και αιώνιο πένθος στο δεξί μου χέρι.

Σηκώνω, κάπου- κάπου, να δω και πάλι, το δασωμένο φρύδι,

σαν πληγώνει το βλέμμα, στη γραμμή  του ορίζοντα.

Τούτη η γραμμή δεν είναι πια ίδια, δεν είναι πια ίση.

 

 Κι έτσι καθώς, καταμεσής, πορεύομαι,

ο ήλιος ποτέ δεν πηγάζει σαν χθες,

βελάζει ανάμεσα στα σύννεφα και τα βότσαλα,

ακόμα πιο λίγος σήμερα.

 

Κι είμαι μια νήσος, παντέρημη στο πέλαγος,

μ΄ αγριοκάτσικα παρέα και με φίδια

με μουχλιασμένα ριζώματα, με  αλμυρά ραδίκια

και τους μίσχους των θάμνων και των τραγουδιών έρημους

όπως και τους ανθρώπους.

Τ΄  αρμυρίκια, εργόχειρο στην πλάτη βράχων της παραλίας

και αφήνουν στο αγέρι, σημαίες τα φυλλώματα,

στην γλύκα της σήψης και της μνήμης. 

 

Και πορεύομαι στην γραμμή του ορίζοντα.

Και πορεύομαι στην γραμμή του θανάτου.

 

 


 

Θραύσματα της Ξενιτιάς

 της Ρούλας Τριανταφύλλου 


[1]

 

ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ

 

 Και να

ένα μικρό πουλί σε κλουβί κατάμονο.

Και να

ένα ολόγιομο φεγγάρι σε σύννεφα κρυμμένο.

Και να

μία πολιτεία σε αναγκαστική απραξία.

 

Δοκιμάζουμε τα φτερά μας.

               Μα να

Σκουριασμένα κλουβιά,

κλειδωμένα παράθυρα,

γκρεμισμένες γέφυρες,

ο σύντροφος που αγρυπνά

Να και το πέτρινο  σπίτι σιωπηλό

κάτω από τον ίσκιο τ’ ουρανού.

             Και να

τα ερείπια, μέσα μας η μοίρα μας,

ανώνυμη σε ξύλινους χρόνους

            και να

το άγνωστο κι

η τελική δοκιμασία,

            και να

το πρωινό άστρο, το εμβατήριο της θάλασσας.

            Και να

η ανυπόταχτη  έρημος.

           Και να

πάλι το πουλί δοκιμάζει τα φτερά του.

           Και να

πάλι στο έρημο κλουβί αποκοιμιέται ...

 

 [2]

 

ΨΗΓΜΑΤΑ

 

1 

Ξανά και ξανά επιστρέφουμε, 
σαν βροχή σε ξένα σώματα.


2

Ο κόσμος μας είναι η μοναξιά μας.
Στα δάκρυα μας φωλιάζει ο αναστεναγμός της θάλασσας.


3

Μέσα μας η έρημος.
Φωτιά και χαλάσματα.
Βοή ενός πολέμου.

 4

Με το βλέμμα καταγής,
βαδίζουμε σκιές του εαυτού μας.
Σαν σε εξορία.

5

Έρημος ο ουρανός.

Ταξιδεύουμε χωρίς χάρτες.

Στον δρόμο μας ούτε ένα περιστέρι,

ούτε ένα κλαδί ελιάς.

6


Πότε ζήσαμε;
Πότε πονέσαμε;
Πότε αγαπήσαμε;

Το κενό της λήθης.

7

Μάταια αναζητούμε το χαμένο πρόσωπό μας.
Πριν πέσουν αλώβητα οι μάσκες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου