Σελίδες

Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2020

Νικόλας Σαλίβερος : Η αγάπη ρίχτηκε στο χωνευτήρι, των εσαεί αζήτητων.

 

Ευφημισμός

 

Συνήθης είν’η έκφρασή-που βγαίνει απ’το στόμα¨:

«Τυχαίο (αυτό) δεν ήταν».

Και τούτο αναφέρεται, όταν υπάρχει αίτια,

που το συμφέρον αμφίδρομα εμβολίζεται.

Όμως λέμε με ευκολία, δίχως σκέψης αμαρτία,

«Τυχαίο (κάτι) ήταν»,

Όταν η ζωή κλονίζεται

όταν λαμβάνει χώρα, και στο δικό μας χώμα.

Μα οι ευνοημένοι δεν αναρωτιούνται,

οτι το «άστατον της τύχης»,

δεν είναι λάστιχο, μήτε πήχης

που να μετρά ή να ορίζει

το μήκος και τους όρους της ζωής.

Κι’είναι αυτό γιατί το θάνατο φοβούνται.

Λένε οι τυχεροί ,πως μόνοι την τύχη φτιάχνουν

όταν όλοι γνωρίζουν, στο κόσμο τούτο φτάνουν

με την τύχη να ορίζει τον τόπο  και τον χρόνο

και που στο μυαλό τους έχουν είτε αγάπη, είτε φθόνο.

Της εξουσίας όπλο είναι του καθησυχασμού,

για νά’χουνε ηγεμονία

γι΄’αυτό και βρήκαν και τη λέξη του ευφημισμού,

πουν τ’ άτυχου η κακοδαιμονία.

 

 

**

Το Δείλι

Όταν μάτωσε του δειλινού ο Ήλιος,

φόβου, βουβό  κενό άφησε στο Στερέωμα,

 ο απόγονος πατροκτόνος Κρόνος .

Απόλυτη μουσική ηρεμία

 ζωγραφίζουν οι γαλαξίες.

Τα λίγα σύννεφα κουρνιασμένα

 στη αγκαλιά της Αφροδίτης,

θάμπωσαν, αντικρίζοντας το γυμνό του άπειρου

που καθρεπτίζονταν δίπλα τους,

 στο απέραντο πρόσωπο του Ποσειδώνα,

  με το αμφίσημο μειδίαμα..

Το μεγάλωμα μετρά, όχι τα χρόνια.

Ο «Άνθρωπος» γεννιέται,

 ο περίγυρος τον αξιοποιεί ή τον πατά.

Η σκέψη ταράζατε από θαυμασμό, από δέος

στο αντίκρισμα του ανεξήγητου χάους..    

Ημερεύει στο άκουσμα υπέρηχων μαγείας

και υποκλίνεται στο μεγαλείο του υπέρτατου «Αριθμού»,

που πάντα μεριμνά να προστατεύει μ’έναν φύλακα «Τάλο».

Τα στιβαρά χέρια μάταια έστυψαν το χρόνο,

στου νου την απόπειρα να φτάσει το Θεό του

Το σώμα αφημένο στο θάλπος της ηδονικής έκστασης,

 επιστρέφει στη τροχιά της μοίρας του,

αλαφιασμένο, θυμωμένο, ανικανοποίητο…

Το κάλεσμα της Σειρήνας,

αγγέλλει τον απόπλου του «Καλοκαιρού».

Απορημένος ,αμήχανος, βιαστικός,  ενοχικός,

 βάζω  στο ράφι της μνήμης,

το τελευταίο βιβλίο, που έπλενα τη γνώση.

Eνα όνειρο έσβησε στο σύγκρυο φύσημα

του αγέρα που ακολουθεί το γιόμα.

Δεν έμεινε στη μνήμη,

τη συνείδηση μόνο αφύπνισε.

Το παράθυρο κλείνω στο παρόν,

στα δεκανίκια της άγνοιας στηρίζομαι

και τρέχω στο μέλλον του προκαθορισμένου,

έχοντας εμπρός μου το βουνό της υποχρέωσης,

έχοντας στα αυτιά τον ακαθόριστο, μαγνήτη υπέρηχο.

Την ύλη φτύνω,

αν και είμαι των αισθήσεων δεσμώτης.

Στις γενετήσιες ανάγκες,-σκιά αχώριστη-

προσποιούμαι πως είμαι αφέντης.

Ευτυχώ που ζώ.

 O ήλιος θα ανατείλει, θα δύσει

στο ίδιο σημείο ,το επόμενο καλοκαίρι,

όμως το σώμα,

άλλη θα έχει μυρωδιά,

στη αγκαλιά της ίδιας θάλασσας.

Θα τρέξω το Μαραθώνιο της ήττας.

Η νίκη άρχισε στο ξεκίνημα

και τελείωσε στη διαδρομή,

λίγο πριν το τέρμα.

Η ήττα είναι αναπόφευκτη.

Η μνήμη στεφανώνει.

Η Σειρήνα του πλοίου της επιστροφής,

δεν λησμονεί το καθήκον του σκοπού της

και ανταριάζει τα σωθικά.

Μόλις  που προφταίνω, τις αποσκευές να ετοιμάσω,

της γνώσης…στο ψηλό ράφι απέναντι.

Τα πόδια του χρόνου μου δεν με κρατούν.

Φοβάμαι μήπως και πάλι λησμονήσω,

τη θέση της σκάλας.

 Μόλις που προφταίνω.

Την τύχη μου  να τρέξω ,πρέπει….αναρωτιέμαι,

προτού με πλακώσει

η Κυριακάτικη πανοπλία της ευθύνης

-αναχρονιστική, βαριά πανοπλία-

Η Κυριακή , γίνεται παραπλάνησης ανάγκη… υποχρεωτική .

και το γυμνό της ευθύνης .. ύβρις ,μου λένε,στη ηθική.

Στο πρότερο ταξίδι έλειψε το κερί

και τα αυτιά έμειναν έκθετα στις Σειρήνες.

Είναι βαρύ το κερί, πανοπλία στο σκοπό της,

 να αντέχει της ευθύνης το μαστίγιο

και οι αισθήσεις στ’όνειρο μόνο να γεύονται

 τη γλυκιά  Σειρήνα, που συναντούν τα πλοία.

 Όμως το κερί λιώνει στη «κάψα» της απληστίας

και  χύνεται λάβα ολέθρου, έξω από ότα.

Η πανοπλία μένει κενή και το μαστίγωμα μάταιο.

Το βάρος του «Εγώ» αλλάζει στο πλοίο ρότα

και πνίγει Ελπήνορες.

Συμμαχητές συνωστίζονται στη προκυμαία της ελπίδας

και με μοναδικό μέτρο την αυτοσυντήρηση,

θωρακίζονται επιδεικτικά πίσω από  ξύλινα τείχη.

Ασπίδες επιπλέουν στο πέλαγος…

άκοπη λεία στους σκυλοφάγους, του καιρού αγύρτες,

που φροντίζουν να σωθεί ο κόσμος,

αφού η ζωή είναι ωραία και γι’αυτούς,

όμως στην ανέλεγκτη κοπροφαγία τους,

σπιλώνουν το κλειδί της νόησης,

στα θεμέλια ενός Πυθαγόρα.

Είναι η «Αρμονία των Σφαιρών»,

 η μουσική του Ζέφυρου και Απηλιώτη

που το καθαρμό φέρει στο χάος του σύμπαντος

H Νυχτα

Η Σειρήνα ,στο τρίτο στεναγμό, επίμονα θυμίζει

το τόπο προορισμού.. Ιθάκη.

Αναθερμαίνω θύμησες,

ζητιανεύω των προγόνων συνδρομή

και με Οδύσσεια επιμονή,

τις Συμπληγάδες τ’άδικου πολεμώ.

«Ηρώδεια και Οκτάγωνα θαύματα»

θέλουν «μυαλά και χέρια»,

λεύτερα και τα δύο στα πεδία τους.

Τι κι’ αν έδωσες κι’αν μοίρασες,

τίποτε δεν κέρδισες, εάν δεν έχασες.

Η καρδιά πάντα είναι χρεωμένη

και πεθαμένη.

Η αγάπη ρίχτηκε στο χωνευτήρι,

των εσαεί αζήτητων.

Αγαπάς γιατί θέλεις,

αν στη ζητούν είναι κατάντημα.

Μάταιη του σώματος δύναμη δίνουν οι αισθήσεις,

που γίνεται της γης ο τρίτος έλξης πόλος.

Λαιστρυγόνες, Λωτοφάγοι,

Καλυψώ, Κίρκη

Σκύλλα και Χάρυβδη,

Ιθάκη, «Ιθα(ιθύω) θα πεί βάδιζε προς…»

Θάνατο-λησμοσύνη/Μνήμη-Αθανασία

Η υστεροφημία στο νού έχει ρίζες,

που στη ζωή κρατά το σώμα όρθιο.

 Υλη, πνεύμα ,ουσία.

Άμελγμα από όλα τα άνθη έχει….το παρελθόν.

Ανατολή-Δύση, μαζεμένες στης Μέσης Γής τις δεξαμενές

Όμηρος,  Σωκράτης, Βιργίλιος…

Αθήνα-Ρώμη,

Ακρόπολις, Κολοσσαίο,

Αλέξανδρος, Καίσαρας,

Ηρόστρατος,  Νέρων,

και κυρίως Μύθους.

Μύθοι, αλήθειες κρυμμένες στη φαντασία,

στυλοβάτες της ιστορίας,

πηγή κάθε θρησκείας

αδιάρρηκτοι πλίθοι κάθε κοινωνίας,

πρώτο σκαλί δημιουργίας..

Πάνθεον το άλυτον των μύθων..

Του Άτλαντα τα γιγάντια χέρια ,

Ουρανού τ’άπειρα αστέρια

Θεού, ψυχών τα περιστέρια.

Μύθων της του «Κόσμου» έλευσης,

διαίσθησης και

κατανόησης του «ιδέσθαι» νοητού.

Θάνατος στους μύθους ,

-κραυγή αντίδρασης-ανθρώπινη-

με χτίσιμο ψευδαίσθησης,

σε τόπους που την ψυχή άγουν στο σκοτάδι,

πριν το σώμα το σκαλί διαβεί του Άδη.

Αμαρτίας χτίζονται πλίνθοι,

πάνω σε μύθων μαρμάρινους τύμβους.

ανίερα θεμέλια.





Ο Υπνος

Κεριά ανάβουν…..,

Κεριά προστασίας,

για το ακίνδυνο πέρασμα

στην απέναντι όχθη της ζωής.

Κεριά λατρείας,

 στο όνομα του όψιμου,  παρά φύση,

ληστρικού Μύθου της νέας Τυραννίδας :

«Φιλελευθερισμός»… υποκρισίας η κορωνίς.

Στο όνομά του ,συσκευασμένα προϊόντα

Φασισμού -Κομουνισμού ,

«καπελωμένα» με Δημοκρατίας «ρεπούμπλικα» ,

Ομνύουν, οι απανταχού «Λωποδυτο-δημο-σύντροφοι».

Η Τυραννίδα της «μάσκας» σκοτώνει το θαύμα…

Τι κι’αν η θλίψη έχει ενσαρκωθεί,

δέος αντίπαλο ψυχής, στη «μάσκα» είναι πάρεργο.

Τα κεριά του σεβασμού,

παραμένουν θελημένα σβηστά..

-αγνωμοσύνη στην ευεργεσία-,

Νέες κατακόμβες σωμάτων

σκάβονται στον συλημένο βωμό ,

ενός κατ’ επίφαση πολιτισμού.

Νέοι  ηλεκτρονικοί κλίβανοι ψυχών,

εισβάλουν με λόγους μειλίχιους ….εκφοβισμού.

«Αποπροσανατολισμός»

προς την «κανιβαλισμού»  χρονοχώρα,

όπου η άγνοια και η αδιαφορία κατοικούν,

όπου η απληστία κι’ η αγνωμοσύνη διαφεντεύουν,

όπου η δυστυχία, με όλα τα βαγόνια της ντροπής,

μεταφέρονται στο μέλλον,

με τη συγχορδία παράφωνων φθόγγων,

«Πορφύρας» φανατισμένων Λόγων,

 «Κοράκων» που ψιττακίζουν σάλπιγγες,

 «κύμβαλα αλαλάζοντα» ψεμάτων….

πουι με τη προσθήκη επαλλήλων φόνων

επεκτείνεται απεριόριστα ο « φιλελευθερ-ισμός»

                         

                  Δηλητηριώδη  απόληξη,

 ουρά περιφρόνησης στη φύση.

Αβέλτερη προσπάθεια κατασκευής,

μιαρού «χρυσελεφάντινου» Μύθου,

κακέκτυπη αντιγραφή «Δούρειου Ίππου»,

πλασμένη από ανθρώπινα κουφάρια «πανωλεθρίας»

Εκεί αδιάντροπα το γυμνό χορό του τραγουδά

 πάνω στην ανθρώπινη πλατεία,

με σβηστό της δικαιοσύνης το λυχνάρι.

Μακρινών φάρων αναλαμπές έρωτα

κι’ εφήμερης χαρμοσύνης,

κρατούν τα λάβαρα της μάχης

ν’ ανοίξουν το δρόμο της άνοιξης.

Το άρωμα της γίνεται  μυθικό ελιξίριο

που μεταφέρει το πόθο ζωής στο νού.

Βροχή αστεριών είναι που πέφτουν μετά,

μορφώνοντας λίμνες δακρύων πόνου και θλίψης ,

πάντα σε όφελος της  γαστέρα του.

Βράχοι και θάλασσες ,

που ανταριάζουν μακρινά του,

που πνίγονται αναμετάξυ τους,

αλόγιστες είναι για τα βιβλία του,

παρ’εκτός και η σοδειά του λιγοστέψει.

Τότε «ρομφαίες» φτερωτές θα ξαποστείλει

με προδομένο δίκιο ν’ απογιομίσει το σακούλι του.

                Σκοτώνεις τον μύθο,

σαν χτίζεις πάνω του,

το ομοίωμά του, κινούμενο, ζωντανό.

Χώρος και χρόνος υπάρχει δίπλα του

και ο Μύθος είναι μονάχα «Λόγος».

«Λόγος» που το «Εργο» του

μένει ακόμα στο αδύνατο.

Η τάφου διαρπαγή ίσως φέρει ίλεως,

 ποτέ ο φόνος.

Η Ατλαντίδα ζητά την αδελφή της,

που θα γεννηθεί σαν αυτή ζωντανέψει.

Η γοργόνα θα πάψει το Αλέξανδρο να ζητά

σαν δυνατότερος γεννηθεί στο άπειρο.

Η αυτόθυσία γεννά πάντα νέο μύθο.

Ο «Κόσμος» (Συμπαντική ομορφιά) απαιτεί

την εξάλειψη του «-ισμού» στον άνθρωπο

από τη θεωρία ,

της εγωκεντρικής αξίας το κόσμου και όχι

το πνεύμα της μελέτης και της φιλαλληλίας.

«Πόλεμος των Άστρων»..

 «Παράλληλα Σύμπαντα»..

«Διάζευξη του γαλαξία μας…»

Δισεκατομμύρια οι κίονες των Μύθων,

σμιλεμένοι με της φύσης αρετές και έργα,

προ και μετά το «γένος το ανθρώπινο»,

που αυτή η γης στηρίζεται στο αέναο «Κενό»

κι’ό Ηρακλής ευτυχώς έχει συνεχιστές-

και Σοφούς που επιμένουν να δηλώνουν αδαείς.

Η Αυγή

 

Ο άνθρωπος συνεχίζει

εκούσια, πεισματικά,

 να  ξυπνά στην εικόνα του εύπεπτου,

-απραγμοσύνη, αμεταβλησία, αποτελμάτωση-,

να πιστεύει στον τρόμο του ακατάληπτου,

έρμαιο μιας «τσιγγάνικης κατάρας»,

να μάχεται ακάματα στη ζωή για το βιός,-

αχθοφόρος ανάβαθης ευτυχίας των αισθήσεων,-

να πεθαίνει στην φανταστική του σώματος αθανασία

και όσο σκέπτεται να λησμονεί πως:

Τον Ηλιο του «Καλοκαιριού», μόνο

μια φορά κοιτάς στα μάτια.

Δεύτερη  δεν θα υπάρχεις. Πόνο

δεν νιώθουν της σκόνης τα.. κομμάτια.

Κι’αν είναι του Χάρου ο χώρος  αχανής,.

στη Ιστορία ο Ήρωας δεν μένει αφανής,

όπως στη μνήμη και κάθε ψυχούλας ζωντανής.

Πάντα στο πρόσωπο η αγάπη είναι εμφανής.

Σέβου τη ζωή,

Σέβου το θάνατο,

Όπου γεννιέται το συμφέρον πεθαίνει ο σεβασμός

Πεθαίνει ο Θεός …

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου