Μέθη
Ασβεστωμένα σκαλοπάτια
Που σ’ οδηγούν
Όλο και πιό ψηλά.
Που σ’ οδηγούν
Όλο και πιό ψηλά.
Γιατί μεθάς
Κι από το άσπρο
Κι από το άσπρο
Ίδια όπως μια ωραία γυναίκα
Απ’ τον καθρέφτη της
Απ’ τον καθρέφτη της
Ή
Ένας άντρας από το
Αφύλακτο σπίτι της.
**
Μαλώνω τον πόθο
Η άσπρη μου μπλούζα που σου άρεσε
Έφυγε.
Έφυγε.
Η άσπρη μου φούστα που σου άρεσε
Ταξίδεψε.
Ταξίδεψε.
Τα ρούχα που αγάπησες πάνω μου
Ήρθαν προς τα σένα.
Ήρθαν προς τα σένα.
Μαλώνω τον πόθο
Που παίρνει το πρόσωπο του αέρα
Και τα ταξιδεύει.
Που παίρνει το πρόσωπο του αέρα
Και τα ταξιδεύει.
Έμεινε γυμνή
Η σπονδυλική μου στήλη
Η σπονδυλική μου στήλη
Μια σκάλα
Να την ανέβεις αγαπημένε
Θα βγεις στον ουρανό
Θα βγεις στον ουρανό
Να την κατέβεις
Βγάζει πάνω μου.
Βγάζει πάνω μου.
Εσύ
ν’ αποφασίσεις.
**
- Εξαρτάται
πως θα του φερθείς
του χρόνου
έλεγε
φτιάχνοντας
τους μικρούς κόμπους
με τη βελόνα
φτιάχνοντας
τους μικρούς κόμπους
με τη βελόνα
η μητέρα
κι η φωνή της
έμοιαζε
σαν να ανέβαινε
περίσκεπτη
έμοιαζε
σαν να ανέβαινε
περίσκεπτη
μιά σκάλα
κι όχι αυτό
το δαντελένιο πετσετάκι.
το δαντελένιο πετσετάκι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου