Υιός Μητέρας άγγελος
Ποιός είπε
πως εντέλει δεν υπάρχουνε μητέρες
που τα καταφέρνουν, δες τον, μόνος κι ατσάκιγος
διαβάζει καθισμένος στη διαφιλονικούμενη σκιά
του τοίχου μιας καίουσας του θέρους μεσημβρίας
με τη μητέρα του παρούσα στη διάγνωσή του ως άγγελος
παρούσα στο επίδομα, στην εκκλησία παρούσα
σε δάσκαλο και σε απαλλαγή στρατολογίας
παρούσα ακόμα και επί της οπής που έβαλε
κάτι δικό του που τον πήγε σε γυναίκα η μητέρα του...
Είναι ένας γιος μητέρας που εντέλει τα κατάφερε
να τον κρατήσει ως αίσθημα και νόηση σε μιαν
εικόνα Παναγίας μέσα της απέναντι στον κόσμο
ενώ εσείς πιστεύετε πως είναι διανοητικά ανάπηρος
από εκείνους που ξεχνιούνται τους δεκαπενταύγουστους
στων άδειων πόλεων της μεσογείου τις μεσημβρίες
που τα καταφέρνουν, δες τον, μόνος κι ατσάκιγος
διαβάζει καθισμένος στη διαφιλονικούμενη σκιά
του τοίχου μιας καίουσας του θέρους μεσημβρίας
με τη μητέρα του παρούσα στη διάγνωσή του ως άγγελος
παρούσα στο επίδομα, στην εκκλησία παρούσα
σε δάσκαλο και σε απαλλαγή στρατολογίας
παρούσα ακόμα και επί της οπής που έβαλε
κάτι δικό του που τον πήγε σε γυναίκα η μητέρα του...
Είναι ένας γιος μητέρας που εντέλει τα κατάφερε
να τον κρατήσει ως αίσθημα και νόηση σε μιαν
εικόνα Παναγίας μέσα της απέναντι στον κόσμο
ενώ εσείς πιστεύετε πως είναι διανοητικά ανάπηρος
από εκείνους που ξεχνιούνται τους δεκαπενταύγουστους
στων άδειων πόλεων της μεσογείου τις μεσημβρίες
**
Παραλογή
Σε κάτι εικόνες της Κοιμήσεως της Θεοτόκου
υπάρχουν δυο κομμένα χέρια αφημένα
που με φόβιζαν από παιδί και κανείς δεν μου είπε
εκτός απ ότι κάποιος που δεν πίστευε λέει
πήγε να προσκυνήσει και του κόπηκαν τα χέρια
όμως εγώ ήξερα πως είν΄ τα χέρια εκείνου
που του ζήτησαν να πάει την καρδιά της μάνας του
και σαν την πήγαινε στο δρόμο σκόνταψε
κι έβγαλε η καρδιά ανθρώπινη λαλίτσα και του είπε:
σκόνταψες παιδάκι μου. Γιατί ήταν μια σκληρή εποχή
που και ο τελευταίος είχε μία μάνα και καμιά εγώ
και πολύ ονειρεύτηκα και σκέφτηκα και έγραψα
το διφορούμενο στην κόγχη νόημα της Πλατυτέρας
και τη λέξη κήπος "στα λευκά της μαύρης μάνας μου"
και γράφω τώρα με τα δυό μου χέρια που κολάστηκαν
και με τα ίδια αυτά χέρια κάνω το σταυρό μου
ελπίζοντας σ' ένα λευκάκι ρόδο Παναγίας της Αθώωσης.
**
Δεκαπενταύγουστος των Αισθητών
Φθαρμένοι
από βιβλία και εικόνες
και ρόδα χἐρι δεύτερο από νεκροταφείο
σε σκυλάδικο ω πόσο νοσταλγούν
πόσο θα ήθελαν ν 'ανέβουν ως το ύψος
εκείνων που σκοτώσαν τον καθρέφτη
και προστρέχουν μ' ένα τσίγκινο ευχαριστώ
στο φως το από Μεγάλων Μητέρων Μεσογείου
Μα δεν τους θέλει το βελούδο της γιορτής
και δεν έχουν καν μιαν αίσθηση αμαρτίας μέσα τους
να παν σε μια γωνιά να κλάψουν για τη μάνα τους
που έγραψε το φύλο της εικόνας τους
και θέλουν τώρα τόννους απομίμηση
σάπιες γλαδιόλες, νύχτα, μαύρη λάμψη
για να τους βρει ο ήλιος της ημέρας.
Τι άθλια φθονούν τους λαϊκούς
που βάζουν φως στην καθημερινή φθορά της σάρκας
που ήρθαν για να πάρουν κάποιο πάθος
από τα πρόσφορα της Ιστορίας να τους κάψει.
Τους διώχνει ο ήλιος του Αυγούστου
και στις άδειες πόλεις παίζουν επιτέλους
τον πρίγκηπα της απουσίας των μητέρων τους
σε καφενεία σκιερά και άχρωμα
σίγουροι πως στο τέλος θα έρθει ο Σεπτέμβρης
να βρούνε βλέμμα, να ξαναπουλήσουν, βρε αδελφέ,
το τεχνικό και το ανεόρταστο του ψέμματός τους.
και ρόδα χἐρι δεύτερο από νεκροταφείο
σε σκυλάδικο ω πόσο νοσταλγούν
πόσο θα ήθελαν ν 'ανέβουν ως το ύψος
εκείνων που σκοτώσαν τον καθρέφτη
και προστρέχουν μ' ένα τσίγκινο ευχαριστώ
στο φως το από Μεγάλων Μητέρων Μεσογείου
Μα δεν τους θέλει το βελούδο της γιορτής
και δεν έχουν καν μιαν αίσθηση αμαρτίας μέσα τους
να παν σε μια γωνιά να κλάψουν για τη μάνα τους
που έγραψε το φύλο της εικόνας τους
και θέλουν τώρα τόννους απομίμηση
σάπιες γλαδιόλες, νύχτα, μαύρη λάμψη
για να τους βρει ο ήλιος της ημέρας.
Τι άθλια φθονούν τους λαϊκούς
που βάζουν φως στην καθημερινή φθορά της σάρκας
που ήρθαν για να πάρουν κάποιο πάθος
από τα πρόσφορα της Ιστορίας να τους κάψει.
Τους διώχνει ο ήλιος του Αυγούστου
και στις άδειες πόλεις παίζουν επιτέλους
τον πρίγκηπα της απουσίας των μητέρων τους
σε καφενεία σκιερά και άχρωμα
σίγουροι πως στο τέλος θα έρθει ο Σεπτέμβρης
να βρούνε βλέμμα, να ξαναπουλήσουν, βρε αδελφέ,
το τεχνικό και το ανεόρταστο του ψέμματός τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου