Τίποτα δεν είναι καινούργιο…
Σύννεφο κι εγώ
κουβαλάω βροχή κι ομίχλη.
Τόσα χρόνια χωρίς γη.
Δεν γνωρίζω από πού ήρθα.
Πουλί ταξιδεύω χρόνια
χωρίς στεριά.
Ο άνεμος μού δίνει σχήμα και ζωή
λες κι είμαι δέντρο,
με τόσες υποταγές
κι άλλες τόσες εξεγέρσεις.
χωρίς στεριά.
Ο άνεμος μού δίνει σχήμα και ζωή
λες κι είμαι δέντρο,
με τόσες υποταγές
κι άλλες τόσες εξεγέρσεις.
Ακολουθούσα το δρόμο του ήλιου,
το άγνωστο,
προσδοκώντας έναν θεό.
το άγνωστο,
προσδοκώντας έναν θεό.
Τίποτα δεν είναι καινούργιο…
Εξακολουθώ να είμαι χώμα και νερό.
Άχρηστα τα φτερά σε ουρανό μικρό.
Εξακολουθώ να είμαι χώμα και νερό.
Άχρηστα τα φτερά σε ουρανό μικρό.
Την εποχή της βροχής,
-όταν παντρεύονται
ουρανός και γη-
η θλίψη του ταξιδιού με πλημμυρίζει.
-όταν παντρεύονται
ουρανός και γη-
η θλίψη του ταξιδιού με πλημμυρίζει.
Δεν με αποδέχτηκα ποτέ με τις τόσες υποταγές.
Ορθάνοικτη φυλακή η ζωή μου.
Ορθάνοικτη φυλακή η ζωή μου.
Αχ! και να ’μουν ένα τόσο δα κυματάκι
να κοπάσει μέσα μου η θάλασσα…
να κοπάσει μέσα μου η θάλασσα…
**
Μικρές Εξορίες (Οκτώβρης)
Φύλλα δέντρου το φθινόπωρο
οι μικροί μου θάνατοι.
Βλέπω τον εαυτό μου να διαβαίνει.
Τόσο μικρή πια,
ίσα που χωράω στο σώμα μου.
Τόσο μικρή πια,
ίσα που χωράω στο σώμα μου.
Χρόνια και χρόνια με κουβαλάω.
Λύπη, φόβοι και καημοί
συμπαγή πετρώματα με τον καιρό.
Λύπη, φόβοι και καημοί
συμπαγή πετρώματα με τον καιρό.
Μέσα μου κρύβω αλήθειες μικρές
-μεγάλες ήττες που με γέρασαν.
-μεγάλες ήττες που με γέρασαν.
Οι μέρες που απέμειναν
θα πορευτούν περιγελώντας με.
θα πορευτούν περιγελώντας με.
Πώς να κρατήσω φεγγάρια;
Πώς να κρατήσω νύχτες καλοκαιρινές;
Τα χέρια ν’ απλώσω ν’ αγγίξω άστρα;
Πώς να κρατήσω νύχτες καλοκαιρινές;
Τα χέρια ν’ απλώσω ν’ αγγίξω άστρα;
Δάκρυ με οδηγεί και με πνίγει.
Ω άνεμε!
Λαιστρυγόνες με θέλουν αλυσοδεμένη
στο παγωμένο χέρι του χειμώνα;
Λαιστρυγόνες με θέλουν αλυσοδεμένη
στο παγωμένο χέρι του χειμώνα;
**
ΛΗΘΗ
Το κρασί του έρωτα που με μέθυσε
Κι εκείνη η κόκκινη φλέβα
Ποτάμι
Που παρασύρει η λήθη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου