Τον άκουγα να ωρύεται στις εξώπορτες,
ζητώντας νοίκι από τ' ορφανό,
στερώντας από δουλειά τον πεινασμένο.
Κι όταν τις νύχτες στο φως της λάμπας
υπολόγιζε τόκους κι επιτόκια,
ο ίσκιος του ξεχειλίζοντας το δωμάτιο,
χυνότανε αργά από το παράθυρο
σ' αμέτρητα ποτάμια κατάμαυρης λάβας.
ζητώντας νοίκι από τ' ορφανό,
στερώντας από δουλειά τον πεινασμένο.
Κι όταν τις νύχτες στο φως της λάμπας
υπολόγιζε τόκους κι επιτόκια,
ο ίσκιος του ξεχειλίζοντας το δωμάτιο,
χυνότανε αργά από το παράθυρο
σ' αμέτρητα ποτάμια κατάμαυρης λάβας.
ΑΝΤΩΝΗΣ Θ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου