ΑΥΠΝΟΙ
Όταν ξαπλώσαμε πρώτη φορά μαζί
κανείς δεν μπόρεσε να κλείσει μάτι δυστυχώς.
Κάθε που βάραιναν τα βλέφαρα
ο ένας σκούνταγε τον άλλο
και τον ρωτούσε αν είναι ακόμα ζωντανός.
Είχαμε φοβηθεί καθώς,
ότι αγαπούσαμε σκοτώναμε συνήθως.
Και έτσι κοιμάται ,
ο ένας απ’τον άλλο χωριστά.
Όταν ξαπλώσαμε πρώτη φορά μαζί
κανείς δεν μπόρεσε να κλείσει μάτι δυστυχώς.
Κάθε που βάραιναν τα βλέφαρα
ο ένας σκούνταγε τον άλλο
και τον ρωτούσε αν είναι ακόμα ζωντανός.
Είχαμε φοβηθεί καθώς,
ότι αγαπούσαμε σκοτώναμε συνήθως.
Και έτσι κοιμάται ,
ο ένας απ’τον άλλο χωριστά.
κανείς δεν μπόρεσε να κλείσει μάτι δυστυχώς.
Κάθε που βάραιναν τα βλέφαρα
ο ένας σκούνταγε τον άλλο
και τον ρωτούσε αν είναι ακόμα ζωντανός.
Είχαμε φοβηθεί καθώς,
ότι αγαπούσαμε σκοτώναμε συνήθως.
Και έτσι κοιμάται ,
ο ένας απ’τον άλλο χωριστά.
***
ΚΑΤΙ ΕΙΧΑΝ Τ’ ΑΣΤΡΑ
Άλλο να μην με περιμένετε, αρκεί.
Σε άλλο χάρτη χαραγμένες οι φοβίες,
ο λόγος μου,
ο κούφιος δρόμος χαραγμένος στην παλάμη μου.
Που ενάντια στην άπληστη μου φαντασία
είχε θαμένα κάτω
απ΄τον ρυτιδιασμένο κόσμο
τα κομμάτια μου,
όσο αδιάκοπα ενοχλούσαν
για μια απάντηση,
που μόνο άρνηση είχε να μου προσφέρει.
Ανόητος.
Καθώς τις πιο ωραίες χθεσινές μου νύχτες
τις ξόδεψα σε κάποια αναμονή.
Δεν ήρθε…
Δεν ήρθα ούτε εγω μαζί σας.
Ούτε μου τραγουδήσαν οι σειρήνες.
Βέβαια δεν ήθελα και κάπου αλλού να πάω
και δεν ευχήθηκα για άλλο προορισμό.
Προφανώς…
κάτι είχαν τ’αστρα,
που σε ένα κόσμο ολόκληρο
άλλος κανείς δεν είχε να μου δώσει.
Σε άλλο χάρτη χαραγμένες οι φοβίες,
ο λόγος μου,
ο κούφιος δρόμος χαραγμένος στην παλάμη μου.
Που ενάντια στην άπληστη μου φαντασία
είχε θαμένα κάτω
απ΄τον ρυτιδιασμένο κόσμο
τα κομμάτια μου,
όσο αδιάκοπα ενοχλούσαν
για μια απάντηση,
που μόνο άρνηση είχε να μου προσφέρει.
Ανόητος.
Καθώς τις πιο ωραίες χθεσινές μου νύχτες
τις ξόδεψα σε κάποια αναμονή.
Δεν ήρθε…
Δεν ήρθα ούτε εγω μαζί σας.
Ούτε μου τραγουδήσαν οι σειρήνες.
Βέβαια δεν ήθελα και κάπου αλλού να πάω
και δεν ευχήθηκα για άλλο προορισμό.
Προφανώς…
κάτι είχαν τ’αστρα,
που σε ένα κόσμο ολόκληρο
άλλος κανείς δεν είχε να μου δώσει.
***
ΔΥΣΗ
Όμως,
στο σώμα μου ακόμα εκείνη η αίσθηση,
οι τριγμοί του κελιού,
η ουσία που ζηλεύαμε
στο σκυθρωπό βασίλεμα της δύσης.
στο σώμα μου ακόμα εκείνη η αίσθηση,
οι τριγμοί του κελιού,
η ουσία που ζηλεύαμε
στο σκυθρωπό βασίλεμα της δύσης.
Σε κράτησα.
Δειλά ανοιγόκλεινε ο παράδεισος.
Tα χρώματα,
η κατοχή μιας ανάσας στα στήθια μου
φυλαγμένη, βαριά σαν αλήθεια.
Λόγια που σάπιζαν στην άκρη των χειλιών
φυλλορροούσαν, άνθιζαν, πεθαίναν.
Γράμματα ξεχασμένα, φωτιά,
όλο ελπίδες να γυρεύω στους καπνούς
και στάχτες.
Δειλά ανοιγόκλεινε ο παράδεισος.
Tα χρώματα,
η κατοχή μιας ανάσας στα στήθια μου
φυλαγμένη, βαριά σαν αλήθεια.
Λόγια που σάπιζαν στην άκρη των χειλιών
φυλλορροούσαν, άνθιζαν, πεθαίναν.
Γράμματα ξεχασμένα, φωτιά,
όλο ελπίδες να γυρεύω στους καπνούς
και στάχτες.
Η εύθραυστη ενθύμηση του κόσμου μου,
παιδικά χαμόγελα, αφέλεια,
περιστροφές στον παράξενο αυτό κύκλο
συνεχείς,
εγώ… εσύ!
παιδικά χαμόγελα, αφέλεια,
περιστροφές στον παράξενο αυτό κύκλο
συνεχείς,
εγώ… εσύ!
Λυμένα πίσω από τη μάσκα
αισθήματα.
Ντύνει η σιωπή μου το χαμόγελο,
γλυστράει, πέφτει, σπάει.
Εγώ.
Η μοναξιά, η θλίψη, το σύμπαν μου.
Το σκυθρωπό βασίλεμα της δύσης
αισθήματα.
Ντύνει η σιωπή μου το χαμόγελο,
γλυστράει, πέφτει, σπάει.
Εγώ.
Η μοναξιά, η θλίψη, το σύμπαν μου.
Το σκυθρωπό βασίλεμα της δύσης
***
ΆΝΕΥ ΟΥΣΙΑΣ
Μια ουτοπία κυνική τη μοίρα μας δεσμεύει
αιώνια, κλείνει την φυγή σε ελπίδας στεγανά
περιπλανώμενες ψυχές χαμένες στα ερέβη
φεγγίτες οσα ονείρα κρατάμε ζωντανά.
αιώνια, κλείνει την φυγή σε ελπίδας στεγανά
περιπλανώμενες ψυχές χαμένες στα ερέβη
φεγγίτες οσα ονείρα κρατάμε ζωντανά.
Μια σημασία άσκοπη μας άπλωνε το χέρι
κρέμαγε στη συνήθεια φθαρμένα φυλαχτά
προσχηματά, πρίν να χαθεί το τελευταίο αστέρι
από τα μάτια, αφέθηκα σε δάκρυα πνιχτά
κρέμαγε στη συνήθεια φθαρμένα φυλαχτά
προσχηματά, πρίν να χαθεί το τελευταίο αστέρι
από τα μάτια, αφέθηκα σε δάκρυα πνιχτά
Και ίσως να ερωτευτήκαμε την λάθος ειμαρμένη
με τα ωραία πέπλα της που άπλωνε μυστικά
στους θλιβερούς καθρέφτες μας, μια νιότη γερασμένη
μας γέλαγε σαν χάνονταν στη δύση οριστικά.
με τα ωραία πέπλα της που άπλωνε μυστικά
στους θλιβερούς καθρέφτες μας, μια νιότη γερασμένη
μας γέλαγε σαν χάνονταν στη δύση οριστικά.
***
ΑΣΦΥΞΙΑ
Μόνο που η ασφυξία
της χαμένης μας της ύπαρξης,
μελάνι έγινε που φύλλα μουτζουρώνει.
της χαμένης μας της ύπαρξης,
μελάνι έγινε που φύλλα μουτζουρώνει.
Γραφή αντάμα με ένα μισοσκόταδο,
μην γίνουν ευδιάκριτοι οι φόβοι.
μην γίνουν ευδιάκριτοι οι φόβοι.
Ως ενός σημείου επιθυμώ.
Τίποτα!
Ως το πρωί θα με έχει καταπιεί
ξανά το φως.
Τίποτα!
Ως το πρωί θα με έχει καταπιεί
ξανά το φως.
***
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ
Μην με ρωτάς ποτέ γιατί δεν φώναξα,
ούτως η άλλως λίγοι αυτοί που θέλαν να ακούσουν.
ούτως η άλλως λίγοι αυτοί που θέλαν να ακούσουν.
Εσύ απλά, ειλικρινά
κράτα μακριά τον θόρυβο της γης
και δάκρυσε μπροστά στον ψίθυρο μου.
κράτα μακριά τον θόρυβο της γης
και δάκρυσε μπροστά στον ψίθυρο μου.
Αν ο λυγμός που αντάμωσες στο βλέμμα μου
έσπαγε το αύριο το γυάλινο,
θα ένιωθες τρόπους που τα τόσα θρύψαλα
σχημάτισαν πάλι το ανεκπλήρωτο.
έσπαγε το αύριο το γυάλινο,
θα ένιωθες τρόπους που τα τόσα θρύψαλα
σχημάτισαν πάλι το ανεκπλήρωτο.
Ως τελευταίες σταγόνες, μνήμες θα κυλούν.
Θα μετανιώνω που δεν έμαθα στα συναισθήματα μου
προφορά,
να αποκτούν και εκείνα μια υπόσταση
έξω απ΄την ασφυξία της λογικής μου.
προφορά,
να αποκτούν και εκείνα μια υπόσταση
έξω απ΄την ασφυξία της λογικής μου.
Και ξέρεις κάτι;
Απλά βαρέθηκα…
(νομίζω βέβαια στο έχω ξαναπεί).
Απλά βαρέθηκα…
(νομίζω βέβαια στο έχω ξαναπεί).
Να αποξηραίνω την ανάμνηση
λες και εκβιάζοντας το φως απ΄τις στιγμές
θα μένουν ζωντανές να με σκεπάζουν.
λες και εκβιάζοντας το φως απ΄τις στιγμές
θα μένουν ζωντανές να με σκεπάζουν.
Και τρέμει παίζοντας η φλόγα της ελπίδας μου
μάταια περιμένοντας να ανθίσει.
μάταια περιμένοντας να ανθίσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου