Ηταν δεν ήταν
μια σπιθαμή η σκιά της
μα άφηναν τη γη
οι πατούσες της
και τέντωνε τα πόδια
με της καρδιάς τα χέρια
να πιάσει το φεγγάρι
μια σπιθαμή η σκιά της
μα άφηναν τη γη
οι πατούσες της
και τέντωνε τα πόδια
με της καρδιάς τα χέρια
να πιάσει το φεγγάρι
πάντα κρυφά
μη τύχει και ονειροπαρμένη
τη βαφτίσουν
τη βαφτίσουν
Το ασήμι του ουρανού
θωρούσε τη λαχτάρα της
και ξήλωνε τις φλέβες του
να γίνουν φεγγαροκλωστές
με αυτές να ράψει τα όνειρα της
θωρούσε τη λαχτάρα της
και ξήλωνε τις φλέβες του
να γίνουν φεγγαροκλωστές
με αυτές να ράψει τα όνειρα της
Γύρους πολλούς ταξίδεψαν
του χρόνου οι λεπτοδείχτες
του χρόνου οι λεπτοδείχτες
Καθισμένη πια
στου σύννεφου το πεζούλι
κάθε που ο διαβήτης του ουρανού
το ανάγλυφο του φεγγαριού χαράζει
απλώνει της καρδιάς τα χέρια
να το αγγίξει
και ακόμα ράβει όνειρα
ανάσες του μυαλού
στου σύννεφου το πεζούλι
κάθε που ο διαβήτης του ουρανού
το ανάγλυφο του φεγγαριού χαράζει
απλώνει της καρδιάς τα χέρια
να το αγγίξει
και ακόμα ράβει όνειρα
ανάσες του μυαλού
στα φανερά πια
τώρα δεν νοιάζεται
αν μάθει η γη
γιατί θέλει να κρεμιέται
από τις τσέπες του φεγγαριού
με της ψυχής τα δάχτυλα
αν μάθει η γη
γιατί θέλει να κρεμιέται
από τις τσέπες του φεγγαριού
με της ψυχής τα δάχτυλα
Έγινε αγέρας
είπαν στο συμβούλιο των θεών
οι γαλαξίες
είπαν στο συμβούλιο των θεών
οι γαλαξίες
κι αυτοί
έστειλαν πεφταστέρια
να ταξιδεύουν στο δρόμο της
να ταξιδεύουν στο δρόμο της
Δήμητρα Παπαδάτου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου