Ηγησώ(1)
στην
Κυριακή
Με μάτια καινούργια
τη στάχτη φυσώ
και ξορκίζω τη νύχτα
τους Κουρήτες(2) κρατώ
με τα δόντια για γκέμια
μην ταράξουν τον ύπνο.
Πολύμνια, εσύ
τον Κέρβερο δέσε
το λαγούμι φωτίζεται
η Ηγησώ δραπετεύει.
(1) Η Ηγησώ ήταν αρχαία Αθηναία, παρθένος κόρη του
Προξένου.
(2) Στην Ελληνική μυθολογία οι Κουρήτες μνημονεύονται ως
«άγρυπνοι φύλακες» του Δία που κάλυπταν με τις ένοπλες ορχήσεις και τον θόρυβο
των όπλων τους και των κρουστών οργάνων τους, τους κλαυθμούς του για να μη τον
ακούσει ο θεός Κρόνος.
***
Εξ ορισμού
Ποίηση
νόημα ζωής
πνοή ελευθερίας.
Το να σπας τα δεσμά
της αγχόνης του κήπου
κρεμασμένη να μείνει
η ώρα η κακιά
μην κουνήσει το χρόνο.
Λαβωμένη η Σφίγγα(1)
από βέλη σοφών
πριν πεθάνει μιλά
και σου δίνει σκυτάλη
τη ροή της ψυχής
και ασημένιο δοξάρι.
(1) Η Σφίγγα
είναι φανταστικό πλάσμα της ελληνικής μυθολογίας. Στις ελληνικές αναπαραστάσεις
η Σφίγγα απεικονίζεται ως φτερωτό λιοντάρι με κεφάλι γυναίκας ή ως γυναίκα με
πέλματα και στήθη λιονταριού , ουρά ερπετού και φτερά πτηνού.
***
Σύνθεση σε μέτρο ελεύθερο
Ο φόβος του άδειου τοπίου
αντανακλά το λευκό σου περίβλημα.
Γαλάζιος καπνός κρύβει τα μάτια σου
απ’ τη μορφή στον καθρέπτη.
Ο καιρός αλλάζει συνειδήσεις
αλλά όχι συνήθειες.
Συνθέσεις απ’ το τίποτα
είναι η δουλειά σου.
Αλόγιστα ξοδεύεις τους ρυθμούς
του παραπάνω τοπίου.
Παγιδεύεις ιδέες έμμονες
τρώγοντας σάρκες
αποκλείεις δρόμους επιστροφής.
Καίγοντας την ψυχή σου
θερμαίνεσαι.
***
Ο κήπος
Είναι καιρός τώρα, που ακούγονται μέσα στη νύχτα
ποδοβολητά αλόγων που κουβαλούν ακέφαλους ιππείς
και κάποιες νύχτες χωρίς φεγγάρι
ανάβω το κερί
να φωτίσω
το σκοτάδι των ματιών σου
κάποτε, άνθρωποι σοφοί
περνούν έξω απ’ το σπίτι
τότε, τα αγάλματα του κήπου ξυπνούν
και περιμένουν τα χειρότερα.
***
Υποδόριος ήχος
Υποδόριος ο ήχος
παγιδευμένος ξεψυχά
συνομιλώντας με προκατακλυσμιαίους προφήτες
ο ήχος της άπνοιας
και οι κραυγές των αγγέλων
του άδειου τοπίου φυλακτό
η πληγή κακοφόρμισε
ο μύθος σφαδάζει
η αυγή δακρυσμένη
βγαλμένη απ’ το κιβώτιο
του ταχυδακτυλουργού
στα δυο κομμένη με μαχαίρι
και ωστόσο ολόκληρη
παρόλα αυτά
τα τείχη της Τροίας
λένε πως χρόνια τώρα έχουν πέσει.
***
Άτιτλο IΙΙ
Εκείνο που φταίει,
πως μεγαλώνουν τα νύχια μου,
σαν ζώου,
αρπακτικού.
Εγώ τα ακονίζω,
ελλείψει κορμών,
στις σάρκες μου.
Νηπενθές
Στου ύπνου το μαύρο πηγάδι
ρίχνω αγκίστρι
τραβάω κουπί σε θάλασσες άγνωστες.
Πριν η αυλαία να πέσει
ανακαλύπτω τη ζωή απ’ την αρχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου