Αλέξιος Μάινας
~~..~~
Μοντέλο για λινόδετη λάρνακα
Στη φωτοσκίαση της
ζωής
των αυλών του χωριού
των αυλών του χωριού
η γιαγιά με κουβαδάκια μ’ αχλάδια
κάτω απ’ το δέντρο
νιώθοντας κοντή
πάνω στη σκάλα.
κάτω απ’ το δέντρο
νιώθοντας κοντή
πάνω στη σκάλα.
Όταν γυρίζω από
δουλειές στο δωμάτιό μου
έχει πέσει πια πίσω απ’ τις απύλωτες μάντρες
–εκεί που το πρωί πρωί συντάσσει σκιές
θορυβώντας με τις πορφυρές παντόφλες του–
στη λίμνη με τις αργόσχολες πράσινες πάπιες
όπου δείχνει τα δέντρα να υψώνουν
τα κλαδιά τους όταν φυσά.
Ανοίγω ένα απ’ τα δυο δυτικά μου παράθυρα,
γεμίζω με το νυσταγμένο μου πρόσωπο τις παλάμες,
πονάνε λίγο οι αγκώνες
αλλά βολεύομαι.
έχει πέσει πια πίσω απ’ τις απύλωτες μάντρες
–εκεί που το πρωί πρωί συντάσσει σκιές
θορυβώντας με τις πορφυρές παντόφλες του–
στη λίμνη με τις αργόσχολες πράσινες πάπιες
όπου δείχνει τα δέντρα να υψώνουν
τα κλαδιά τους όταν φυσά.
Ανοίγω ένα απ’ τα δυο δυτικά μου παράθυρα,
γεμίζω με το νυσταγμένο μου πρόσωπο τις παλάμες,
πονάνε λίγο οι αγκώνες
αλλά βολεύομαι.
Ψάχνω ένα μοτίβο που να μην έχω ζωγραφίσει,
ένα πικραγγούρι ή
τραγόχορτο, μια μολόχα ή φουμάνα
κίτρινη σαν δαυλός κάτω
από γκρίζες αψίδες,
ή φαντάζομαι μια κυρία σε ψηλοτάβανα δώματα,
ή φαντάζομαι μια κυρία σε ψηλοτάβανα δώματα,
ένα αγρίμι σε πόρτες με
κέδρινα κάδρα,
και χαϊδεύω τον άδειο
καμβά στο λιγνό καβαλέτο.
Ψάχνω τα βλέμματα λοιπόν του μοντέλου μου
που δε λέει να σταματήσει να χασμουριέται
τσακίζοντας τον αυχένα, δείχνοντας ένα ξεδιάντροπο
ροζ στόμα να ροκανίζει την έννοια της ομορφιάς
Ψάχνω τα βλέμματα λοιπόν του μοντέλου μου
που δε λέει να σταματήσει να χασμουριέται
τσακίζοντας τον αυχένα, δείχνοντας ένα ξεδιάντροπο
ροζ στόμα να ροκανίζει την έννοια της ομορφιάς
με γεωμετρικά λευκά
δόντια
που δεν ταιριάζουν στο μυτερό στέρνο
που δεν ταιριάζουν στο μυτερό στέρνο
και τις μπίλιες των
ώμων.
Απαιτώ ακινησία
μα το λέω με δισταγμό σχεδόν άφωνα,
το λέω σαν ιπποκόμος που επιπλήττει ψιθυριστά
χτυπώντας χωρίς κακία
το τεράστιο λιγόπιστο κρεμεζί άλογο
που καμπυλώνει στο χέρι ξεφυσώντας.
Το σώμα της έτοιμο ν’
ανασηκωθεί,
μα περιορίζει την αγανάκτηση
μα περιορίζει την αγανάκτηση
–κατανοώντας τη θνησιγένειά
της–
σ’ ένα πρόχειρο τίναγμα
του λαιμού,
σε μια πρόταση των
ποδιών
που ακουμπούν πάλι με όλο το πέλμα
στο φρέσκο
που ακουμπούν πάλι με όλο το πέλμα
στο φρέσκο
κλεμμένο
καρπούζι.
~~..~~
Αλέξιος
Μάινας,
από την ποιητική συλλογή:
από την ποιητική συλλογή:
«Το περιεχόμενο του υπόλοιπου»
εκδ. Γαβριηλίδης, 2011
εκδ. Γαβριηλίδης, 2011