Σελίδες

Δευτέρα 29 Φεβρουαρίου 2016

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ

Αλέξιος Μάινας  

~~..~~ 



Άρδευση και σπονδές της δυναστείας των Τανγκ.

Έχει μαζευτεί μια στρατιά μυρμήγκια
στο μαρμάρινο στηθαίο του μπαλκονιού,
ξεχειλίζουν απ’ τις σχισμές στη βάση του τοίχου.
Θυμάμαι ένα καλοκαίρι στη θάλασσα πριν από δεκαετίες.
Ήταν ένα απ’ τα πρώτα ταξίδια στους αμμόλοφους του Βορρά,
στο Βέστερλαντ με το σκελετό του φαρόπλοιου
και το νησί Άμρουμ.
Έπεφτε νωρίς το φθινόπωρο, σύννεφα στραγγίζαν το φως 
και μοιραία φυσούσε γιατί θα ξεκίναγε το σχολείο. 


Υπήρχε μια μυρμηγκοφωλιά στα δοκάρια που στήριζαν 
τη στέγη του παράσπιτου της αγροικίας που νοίκιαζε ο θείος.

Απ’ τα παράθυρα φαινόταν η μουλιασμένη έρημος 
της ρυτιδωμένης απ’ την άμπωτη άμμου,

η γάτα που ’κανε τη δική της ανασκαφή, 
το σμήνος των γερανών που καθόταν στο πασσαλόπηγμα 
εποπτεύοντας τον περίπατο του νερού.

Ο θείος υποδεχόταν όρθιος το σούρουπο 
μπροστά στο κενό τζάκι και το σπαθί

πίνοντας και παραπατώντας.
Η γυναίκα του παραμόνευε για να ισιώσει το χαλί.
Οι αγοραίες προπόσεις του θείου ξεπερνιούνταν με Μπραμς.

Θυμάμαι να κυνηγώ τα μυρμήγκια που κατέβαιναν τον τοίχο 
και ξεκάμπιζαν στο χαλί, 
σκαρφάλωνα με τα παπούτσια στο σοφά και τα συλλάμβανα

ανάμεσα σ’ ανεμόμυλους κι απομιμήσεις των Φλαμανδών,  
τα σήκωνα με δυο δάχτυλα πάνω απ’ το στόμα και τα ’τρωγα.  
Η δανέζα νταντά, που μονίμως καθάριζε φρούτα, 
εμφανιζόταν στην καμαρόπορτα σαν αρχάγγελος

και σφύριζε με τα δόντια 
για να μου αποσπάσει την προσοχή χωρίς να με μαλώσει.


Ίσως γνωρίζω πολύ περισσότερα πράγματα τώρα, 
αλλά κοιτώντας μέσα μου τα παλιά μυρμήγκια

να ξανοίγονται στο τρικυμισμένο χαλί  
μοιάζουν όλα τα σημεία του χρόνου να εκτείνονται στην ίδια ευθεία 
σαν συλλαβές μιας τελεσίδικης ρήσης, 
και καθώς συλλέγεται διαρκώς υλικό και υπάρχουν ευθύνες 
είναι δύσκολο να σταθείς λίγο απόμερα 
και να καταλάβεις τι μένει.



Από την ανέκδοτη συλλογή:
«Ο διαμελισμός του Αδάμ»
© 2008-2015


~~..~~  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου