βρεθήκαμε στούς ήρεμους ελαιώνες και ήταν απόγευμα.
κι ήταν αργά για να δουλέψομε ,έγειρε η μέρα
μα και νωρίς για να φύγομε, όπου οι άλλοι δούλευαν ακόμα.
κι ήταν αργά για να δουλέψομε ,έγειρε η μέρα
μα και νωρίς για να φύγομε, όπου οι άλλοι δούλευαν ακόμα.
Και μας βασάνιζε αυτή η σκέψη , εκεί , στους ήρεμους ελαιώνες.
Σε ποιές ερημιές ξοδέψαμε το απέραντο πρωινό
ακούγοντας τα μυστικά των ανέμων
και σε ποιά όνειρα στους ίσκιους των βράχων το λαμπρό μεσσημέρι ;
ακούγοντας τα μυστικά των ανέμων
και σε ποιά όνειρα στους ίσκιους των βράχων το λαμπρό μεσσημέρι ;
Κι έπρεπε άραγε ν αναρωτιόμαστε που ξοδέψαμε τη μέρα μας
ή μήπως είταν κι αυτό άλλη μια πρόφαση αμαρτίας;
ή μήπως είταν κι αυτό άλλη μια πρόφαση αμαρτίας;
Και μας βασάνιζαν αυτά τα ερωτήματα , κι έπεφτε ο ήλιος ο παντοτεινός
κι οι ελιές ήμερες , ταπεινές , φορτωμένες καρπό
αμέτοχες στα βάσανά μας ...
κι ήταν νωρίς για να φύγομε , είχε μέρα ακόμα , κι αργά για να αρχίσομε.
Απόγευμα .
Εκει στα ήρεμα λιόφυτα.
κι οι ελιές ήμερες , ταπεινές , φορτωμένες καρπό
αμέτοχες στα βάσανά μας ...
κι ήταν νωρίς για να φύγομε , είχε μέρα ακόμα , κι αργά για να αρχίσομε.
Απόγευμα .
Εκει στα ήρεμα λιόφυτα.
Ψαράκης Κώστας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου