‘Όπως τον κόσμο κοίταζες στο βράχο καθισμένη
κι αναπολούσες εποχές που έζησες ξεγνοιασιάς,
με δυο μικρά κυκλάμινα η σχισμάδα στολισμένη
σου έδειχνε πως δεν χάνεται η ζωή όπου κι αν πας.
κι αναπολούσες εποχές που έζησες ξεγνοιασιάς,
με δυο μικρά κυκλάμινα η σχισμάδα στολισμένη
σου έδειχνε πως δεν χάνεται η ζωή όπου κι αν πας.
Είναι που τα χαμόγελα δεν έρχονται με τρένα
κι οι ελπίδες δεν γλυκοπετούν μ’ αγγέλων τα φτερά
εσύ πάντοτε φρόντιζες να ντύνεσαι στην πένα
ν’ ακολουθείς το ένστικτο και να πατάς γερά.
κι οι ελπίδες δεν γλυκοπετούν μ’ αγγέλων τα φτερά
εσύ πάντοτε φρόντιζες να ντύνεσαι στην πένα
ν’ ακολουθείς το ένστικτο και να πατάς γερά.
Είναι που η αγάπη μας γεννήθηκε στη σκόνη
και τα όνειρά μας, πλήγωναν κάθε γλυκιά βραδιά,
κι όπως τα χρόνια πέρασαν καρδιά, μείναμε μόνοι
κι από τη νιότη έμεινε, μια δάφνινη ευωδιά.
και τα όνειρά μας, πλήγωναν κάθε γλυκιά βραδιά,
κι όπως τα χρόνια πέρασαν καρδιά, μείναμε μόνοι
κι από τη νιότη έμεινε, μια δάφνινη ευωδιά.
Ένα σου δάκρυ έφτανε το βράχο να δροσίσει
το κλάμα σου σαν μια βροχή τους κήπους της καρδιάς,
φαντάσου η αγάπη μας μπορούσε και ν’ ανθίσει
αν στο τραγούδι πρόσθετες δυο νότες ανθρωπιάς.
το κλάμα σου σαν μια βροχή τους κήπους της καρδιάς,
φαντάσου η αγάπη μας μπορούσε και ν’ ανθίσει
αν στο τραγούδι πρόσθετες δυο νότες ανθρωπιάς.
Είναι που εκείνος ο καιρός και ότι κουβαλούσε
νύχτωνε και ξημέρωνε πάντα αφαιρετικά,
χανόμουν και χανόσουνα και ότι μας πονούσε,
είναι αυτό που τελικά μας τρώει τα σωθικά.
νύχτωνε και ξημέρωνε πάντα αφαιρετικά,
χανόμουν και χανόσουνα και ότι μας πονούσε,
είναι αυτό που τελικά μας τρώει τα σωθικά.
Είναι που δεν κατάλαβες πως κάποτε τελειώνει
χάνεται η ελπίδα και μαζί χάνεται κι η μιλιά
κι όπως ο πόνος, σύντροφος στο βράχο που είσαι μόνη
και ο χρόνος της αναμονής γίνεται μια θηλιά.
χάνεται η ελπίδα και μαζί χάνεται κι η μιλιά
κι όπως ο πόνος, σύντροφος στο βράχο που είσαι μόνη
και ο χρόνος της αναμονής γίνεται μια θηλιά.
……………………..Χρήστος Κουκουσούρης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου