Στήσαν την πανήγυρη έξω από το νεκροταφείο.
Μια σούζα στην ηλεκτρική μοτοσικλέτα
και νάσου ο Θεόδωρος, τρομαγμένος, στις αγκάλες
μου.
Μετά, ελέφαντας, αυτοκινητάκια (οδήγησε μόνος
σου, διάολε!)
κι αεροπλανάκια.
Εκεί στο ψηλότερο σημείο τού 'δειξα τα σύννεφα.
"Τώρα μπορούμε να τ' αγγίξουμε" του
είπα.
'Υψωσε τα χέρια και με στραμμένο το βλέμμα στον
ουρανό
άρχισε σιγά-σιγά την Ανάβαση.
'Εκπληκτος παρακολουθούσα.
Θα τον ακολουθούσα κι εγώ
αλλά η ψυχή μου πολύ χόντρυνε τελευταία.
Χριστοδουλίδης Γιώργος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου