Σελίδες

Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2015

Της ορφανεμένης βασιλεύουσας πόλης των πόλεων

Αριστοτέλης Φράγκος 



Αφότου διάβασα κι έμαθα για σένα απ' τα βιβλία
Κι είδα τη βουβή όψη σου να ανακτά πνοή ζωής

Να αποκτά λαλιά στο άψυχο χαρτί της φωτογραφίας
Και να αφηγείσαι τα αλλοτινά σου ένδοξα μεγαλεία
Ένα αγκάθι απ' τις τριανταφυλλιές των κήπων σου
Καρφώθηκε πολύ βαθιά και μάτωσε την καρδιά μου
Κόρη του Κεράτιου Κόλπου, γαλανομάτα αυτοκράτειρα
Σπλάχνο απ' τα σπλάχνα, της μάνας σου Ελλάδας
Έκτοτε αυτουιοθετήθηκα ως ο ερωτικός βαρκάρης σου
Καθότι θέλω, όσο το μυαλό μου τολμά να ελπίζει
Όσο η αύρα σου θα καίει φωτιά, λάβα, στα στήθη μου
Όσο το λάλημα του πετεινού θα φλερτάρει τα αυτιά μου
Κι όσο τα χείλη μου θα δροσίζονται στην κρήνη σου
Να σε φορώ φυλαχτό στον κόρφο και να σε σεργιανίζω
Βασανισμένη όπως είσαι από τους δυσοίωνους αιώνες
Στις θύμισες εκείνων που δεν έλαχε να σε γνωρίσουν
Ζύγωναν μέρες Λαμπρής όταν εντέλει σε αντάμωσα
Λουζόσουνα στα κύματα του Βόσπορου, του Μαρμαρά
Και καθώς φόρεσες τον ήλιο στο κεφάλι φωτοστέφανο
Εικόνισμα θείο έμοιαζες για προσευχή και προσκύνημα
Ενώ με το μαρτυρικό σου βλέμμα ψαχούλευες απέναντι
Λαχταρούσες, όπως τόσα χρόνια με αγωνία λαχταράς
Να βρεθείς στις χαρές του νιόπαντρου τότε χρόνου
Και στις γειτονιές που σε ανέθρεψαν με γάλα μητρικό
Ω! Πόλη! Των πόλεων του κόσμου βασιλεύουσα
Ω! Άμοιρη αδελφή που ξέμεινες ορφανή στην ξενιτιά
Όπως σε μασκάρεψαν με βέβηλα μισοφέγγαρα στολίδια
Με φερετζέδες από αραχνοΰφαντα κινέζικα μετάξια
Και μετέβαλαν τον Πανάγιο Οίκο του Θεού σε γιουσουρούμ
Λερναίες οι αμφιβολίες μου αγωνιούν για το θρύλο
Θα μπορεί μαθές ταχιά, να σε αναγνωρίσει ο εξαδάχτυλος
Ο μαρμαρωμένος που λένε βασιλιάς και να σε λευτερώσει;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου