Σελίδες

Παρασκευή 2 Ιανουαρίου 2015

«Μανόλιες και ευκάλυπτοι» (απόσπασμα)

Αμφίβιον

Έζησα ως τώρα διπλή ζωή, αμφίβιο.
Μια να γλιστρώ στου νηπιακού βυθού το γάργαρο νερό
και μια σερνόμενη στην πηλόπλαστη των ενηλίκων χώρα.
Κι ήτανε τόσο ελκυστικός ο κήπος του νερού -νειλωτικό τοπίο
κι απύθμενη η δίψα μου στη θαλερότητά του,
που αρνήθηκα της στερεότυπης ουσίας το συμβιβασμό
τα λογικά επακόλουθα αψηφώντας.
Χάθηκα στα διαυγή νερά παρέα με ιππόκαμπους
με παιδιά χελιδονόψαρα μάζευα κοχύλια.
Καθόλου εύκολο να κερδίσω την καρδιά τους.
Τα παιδιά κοιτούν κατάματα -άψογο φιλτράρισμα-
δεν τα ξεγελάς.
Κι εγώ ξένο σώμα στον υγρό τους παράδεισο
μα τυχερή στο αλισβερίσι της αγάπης παρά τα λάθη.
Εκεί η ζωή ονειρική και καθαρτήριο
κι ο ήλιος να χαμογελά στις ζωγραφιές τους.
Μα η κοίτη μου ξεράθηκε, -πώς άδειασε η κλεψύδρα;
κι εξόριστη τώρα γυρνώ σε κόσμο ξένο κι άγνωρο
με αγκάθια και πονάω.
Ξυπόλητη είμαι και γυμνή- πώς έγινε; -Κρυώνω.
Έρημη χώρα και τραχιά. Διψάω.
Που η θλίψη μου τη λίπανε καθώς μονάχη κλαίω.
Αμφίβιο κάποτε του Νείλου ερπετό
σαύρα απόγινε που κείτεται στα βότσαλα του ήλιου.
Πώς την έλλειψη να αντέξω, να συμβιβαστώ…
«Δεν ανήκω εδώ!» Στ’ αστέρια το φωνάζω.
Απόκριση καμιά, μονάχα βλέμματα
πύρινα, αλαζονικά και λάγνα.
Τα παιδιά κοιτούν κατάματα με ξάστερο το βλέμμα
μα εδώ μονάχα τη βολή τους κανακεύουν.
Απελπισμένη αναζητώ όπου νερό γυαλίζει
τη μυστική θύρα να βρω
μ’ άλλο «σουσάμι άνοιξε» κλειδί ν’ ανοίξω
να καταβυθιστώ και πάλι
στον κόσμο που με άφησε να βγω χωρίς επιστροφή.
Αμφίβιο κάποτε περήφανο του Νείλου
τώρα απελπισμένο κι άνουρο του οίκου ερπετό
δακρύζοντας αναπολώ τα περασμένα.
Άραγε θα πίστευε ποτέ κανείς τα δάκρυα αυτά
γι’ αληθινά, κι όχι προσποίησης και δόλου
κροκοδείλια;
`
***
Μέρες οργής

Τους λειμώνες της ψεύτικης στοργής
οι χειμώνες της οργής διαδεχτήκαν.
Φρικτή βασίλισσα η οργή
λόγια τραχιά ξεφυσάει
πυρωμένα κάρβουνα
στου πλήθους την αψάδα.
Στη βράση γεννάει ήρωες κι αυτόχειρες
αθώα θύματα και τέρατα αιμοβόρα.
Επιθυμεί δικαίωση, εξαγνισμό
ή μίσους παρανάλωμα.
Της θνητής φύσης πλούσιο- αλί- κοίτασμα
θολώνει μόνιμα το νου, αντίληψης το θάμπος.
Της συντέλειας αυτή δόλιος κολαούζος, άθλιος
της ευτέλειας φίλος διάβολος
λυμαίνεται την Ύπαρξη σ’ ασφοδελούς λειμώνες.
Κι όσο η ευκταία Εδέμ παραμένει άφαντη
ή πλαστός αντικατοπτρισμός
στα όμματα όσων ασελγώς θωπεύουν την ελπίδα
τα σταφύλια της οργής κείτονται
φθηνός και περίοπτος καρπός
λαχταριστός κι ώριμος προς βρώσιν πάντα.
Ομαλά προς αυτόν τα πράγματα

εφιαλτική συνηγορία καιρού και καιροσκόπων Εφιαλτών!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου