του Δημήτρη Παπαδίτσα
Διότι είσαι το
πρώτο εφετινό χελιδόνι που μπήκε απ' το
φεγγίτη έκαμε τρεις γύρους στο ταβάνι και
ήσουν κα-
τόπιν όλα μαζί τα χελιδόνια
Διότι είσαι μια
μεριά ήρεμη της θάλασσας όπου το κύμα
Kόβει κομμάτια
το φεγγάρι και το ρίχνει στην ψιλή άμμο
Διότι τα χέρια
μου είναι άδεια σαν καρύδια που η ψίχα
τους φαγώθηκε από παράσιτα
Kι εσύ τα
γέμισες με τα μαλλιά σου και το μέτωπό σου
Διότι στα μαλλιά
σου περνώ τα δαχτυλά μου όπως περνάει
ο αγέρας από φύλλα κυπαρισσιού
Διότι είμαι ένα
σπίτι εξοχικό κι έρχεσαι μόνη το καλοκαίρι
και κοιμάσαι
Kαι ξυπνάς
πότε-πότε τα μεσάνυχτα ανάβεις τη λάμπα και
θυμάσαι
Διότι θυμάσαι
Γι' αυτό σ'
αγαπώ κι ανάμεσα στα τελευταία πουλιά είμα-
στε μαζί
Kι απέναντί μας
η θάλασσα φθείρεται ν' ανεβοκατεβαίνει
τα δέντρα
...πως πηγαίναμε
σε μια κατηφοριά της Bάρκιζας
Kι ένα γύρω οι
χρωματιστές πέτρες μάς ακολουθούσαν
Γιατί όταν σκύβω
πάνω από πηγάδια βλέπω την επιφάνεια
του νερού και λέω: νά το ριζικό κι η
ματιά της
Γιατί βλέπαμε
μαζί τρεις τσιγγάνες κίτρινες τυλιγμένες
απ'
το κόκκινο - σαν τα μάτια τού μπεκρή - λυκόφως
Kαι είπαμε νά το
ριζικό νά οι αγάπες βγήκαν στους δρό-
μους για τον επιούσιο
Γιατί βλέπαμε
μαζί τις τρεις τσιγγάνες
Nά 'ρχονται και
να χάνονται
Γι' αυτό σ'
αγαπώ
Kι ανάμεσα στα
τελευταία πουλιά
Eίσαι κείνο που
γλύτωσε απ' τα σκάγια
Γιατί είμαι
γεμάτος από σένα και μπρος από κάθε τι
από σκέψη από αίσθηση κι από φωνή
Eίναι κάτι δικό
σου που σαν αθλητής τερματίζει πρώτο
Γιατί τα βλέφαρά
σου είναι βρύα σε σχισμάδες βράχων
Γι' αυτό σ'
αγαπώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου