Οι φοβισµένοι
Γονατιστοί,
σκυφτοί, αιώνια τροµαγµένοι,
σαν τους
διαβόλους σε κολάσεις στοιβαγµένοι,
πάντα
πιστεύουν πως κακό τους περιµένει:
Οι φοβισµένοι.
Είναι σφιχτά
µε τη ντροπή αγκαλιασµένοι,
λόγω συνήθειας, φριχτά απελπισµένοι,
ζουν µια ζωή
καθ’ όλα διχασµένη:
Οι φοβισµένοι.
Τρέµουν τον
ήλιο, που µε θέρµη τους κοιτάζει,
την ύπαρξη
τους, συνεχώς που αναστενάζει
κι ό,τι ωραίο,
την ψυχή που αγκαλιάζει:
Οι φοβισµένοι.
∆εν έχουν
δύναµη τα χέρια να σηκώσουν
κι ούτε σταλιά
νερό δεν θα σου δώσουν.
Μα ίσως σ’
έναν λάκκο να σε χώσουν:
Οι φοβισµένοι.
∆εν έχουν
όρεξη το φως να ξεκλειδώσουν
και προτιµούν
κάθε γιορτή να φαρµακώσουν
κι ό,τι τους
χάρισαν µε πάθος να προδώσουν:
Οι φοβισµένοι.
Το
Αυγουστιάτικο φεγγάρι, τους ταράζει.
Το µπλε της
θάλασσας, τα νεύρα τους πειράζει
κι ό,τι µε
θάρρος και µ’ ελπίδα µοιάζει.
Οι φοβισµένοι.
Μ’ ένα φορτίο
συµφορές τσουβαλιασµένοι,
είναι στο
βάθος τους µονίµως πεπεισµένοι,
πως τίποτα
καλό δεν τους προσµένει:
Οι φοβισµένοι.
Με την µατιά,
σαν του θανάτου, παγωµένη
και την καρδιά
απ’ τους ανθρώπους ξεκοµµένη,
παντού
αισθάνονται (και είναι κιόλας) ξένοι:
Οι φοβισµένοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου