Σελίδες

Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2014

Σπύρος Ποδαράς : Η συγγραφή για μένα είναι σαν το νερό στον διψασμένο πρέπει να γράψω για να αναπνέω

Το δείλι

Κάθε ξημέρωμα
με κυνηγάνε φωνές ποιητών
φωνές τόσο ήρεμες μα και τόσο τρομακτικές
ψυχές που δεν ξέρουν ότι είναι ο ίδιος ο παράδεισος
είναι η ώρα που η δική μου ψυχή
επιστρέφει νευρικά στο σώμα
μην αντικρίσει την ξελογιάστρα πρώτη αχτίνα
τότε που τα δάκρυα στεγνώνουν στο όνειρό μου
και γίνονται ιδρώτας
τότε που καταλαβαίνω ότι είμαι ζωντανός
Νιώθω μέσα από τις λέξεις την μοναξιά τους
αγάπη μίσος
πάθος πόνος
ευτυχία αγωνία
Ιθάκη υπομονή
Κάθε ξημέρωμα ακούω φωνές τόσο σπαραχτικές
που η καρδιά μου παύει να στέλνει αίμα
στην ζωή
προσπαθεί να στείλει τις δικές μου λέξεις
στον παράδεισο

Κάθε ηλιοβασίλεμα
κλείνω τα μάτια και περιμένω το χάραμα
να μ’ ακούσω
 γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας 

Ο Σπύρος Ποδαράς γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη.
Μεγάλωσε όπως ο ίδιος αναφέρει : «…. σε ένα  μεγαλοπρεπές υπόγειο στις δυτικές συνοικίες της Θεσσαλονίκης, βλέποντας από το παράθυρο μόνο τις τρύπιες κάλτσες των ρημαγμένων από την ανέχεια γειτόνων του. Το μεγαλοπρεπές αυτό υπόγειο είχε σαν στολίδια ποντικοπαγίδες διάσπαρτες σε όλο το «σπίτι» για τους καθημερινούς επισκέπτες της νύχτας, που μέχρι να πιαστούν στριφογύριζε στην αγκαλιά της μητέρας του από τον φόβο..» Προσπαθώντας να προσεγγίσει το όνειρό του, να σπουδάσει δηλαδή ιατρική, ακολουθεί παραϊατρικά επαγγέλματα και γίνεται βοηθός Φαρμακοποιού. Η γραφή ήταν πάντοτε μια αγαπημένη ενασχόληση. Την ώρα που οι φίλοι και γνωστοί του έβλεπαν στον «ουρανό διαστημόπλοια» αυτός είχε την δυνατότητα να προσεγγίζει τα αστέρια. Μιλά με περίσσιο σεβασμό για τους ανθρώπους, που τον έφεραν στην ζωή, τους γονείς του: Την Παρθενόπη «..την ΜΗΤΕΡΑ, μια ψιλή αρχοντογυναίκα πλασμένη να δίνει αγάπη, γεννημένη το 1940 με την απελευθέρωση των Γιαννιτσών σ' ένα στάβλο στους Αμπελόκηπους Θεσσαλονίκης .. πρέπει να ήταν σίγουρα η Παναγία, ήρεμη, δυναμική, καλός άνθρωπος, θεϊκή μορφή.. »και τον Δημήτρη «..τον ΠΑΤΕΡΑ, γεννημένος το 1935 στην Χαλκιδική στο Στρατώνι… με εκείνη την μυρωδιά πετρελαίου να τον ακολουθεί σε όλη του την ζωή, χαλαρός, σοφός, ομορφάντρας..»
Η  γνωριμία μας πραγματοποιήθηκε μέσω των σελίδων του διαδικτύου και η ποίησή τους μας κέρδισε με την απλότητα του λόγου της και κυρίως με την καθαρότητα των νοημάτων της. Στο αίτημά μας για παραχώρηση της συνέντευξης που ακολουθεί ανταποκρίθηκε άμεσα και δεν μένει παρά να τον ευχαριστήσουμε που μοιράστηκε μαζί μας σκέψεις, απόψεις και προβληματισμούς, αλλά κυρίως ένα κομμάτι από την ζωή του 


Ø Γεννηθήκατε και μεγαλώσατε στους Αμπελόκηπους της Θεσσαλονίκης  μέσα σ΄ ένα  «μεγαλοπρεπές υπόγειο στις δυτικές συνοικίες της Θεσσαλονίκης, βλέποντας από το παράθυρο μόνο τις τρύπιες κάλτσες των ρημαγμένων από την ανέχεια γειτόνων του» Θα θέλαμε να μας μιλήσετε για εκείνα τα χρόνια της ανέχειας, της φτώχειας αλλά και της παιδικής ανεμελιάς, εάν μπορούμε να αναφερθούμε χρησιμοποιώντας τον όρο ανεμελιά, αλλά και στην περιοχή που ανδρωθήκατε «λόγω της ομορφιάς του τοπίου ή επειδή νόμιζαν πως κατοικείται από αγγέλους» Πόσο επηρέασε την ζωή σας η ζήση σας σε κείνη την γειτονιά της συμπρωτεύουσας;
Σ.Π: Τα χρόνια της ανέχειας λοιπόν των παιδικών μου χρόνων δυστυχώς με ακολούθησαν μέχρι μεγάλο.
Έπρεπε ίσως να την γνωρίσουν και τα δικά μου παιδιά.

Αλλά ας μιλήσουμε για το τότε, που σήμερα έμεινε μόνο μια νοσταλγία που κάπου - κάπου τα δάκρυα μου αδειάζουν τον πόνο της ψυχής μου για εκείνα τα χρόνια του μεγαλοπρεπές υπογείου.
Μια ζωή μοιρασμένη βλέποντας τις τρύπιες κάλτσες των γειτόνων το πρωί από το παράθυρο και των ποντικιών το βράδυ σε έναν αγώνα επιβίωσης. Μια ζωή με το άρωμα της φρεσκοπλυμένης αυλής, και της ρίγανης στο ψωμί Μια ζωή που είχα δίπλα την μητέρα μου και δεν φοβόμουν τίποτε (ξέρετε ότι η πρώτη γραμμή άμυνας κάθε παιδιού είναι η μητέρα, αυτή αποφορτίζει τα πάντα )
Υπάρχει βέβαια και ο πατέρας αλλά όπως έγραψα σε ένα ποίημά μου το οποίο και εκδόθηκε λέω σε κάποιον στίχο

Ήταν ήρωας και φονιάς των φόβων μας
Αγαθός και παιχνίδι ακούραστο
Δυνατός με χέρι από βαμβάκι
Θλιμμένος ακόμη και στο γέλιο του
Πονούσε γιατί τον έβαζαν να σε μαλώσει
Κακός για να γίνεις καλός
Μύριζε η παρουσία του άρωμα ακατέργαστο
Πάντα στην ίδια την γωνιά αόρατος προστάτης
Ήθελε μόνο λίγο περίσσεμα αγάπης
Έκλαιγε και δεν το ξέραμε
(Είναι πάντα κοντά μας για βοήθεια και ας είναι η δεύτερη επιλογή μας)

Ήταν χρόνια που ακόμη και σαν παιδί μπορούσα να καταλάβω από τα βλέμματα των δικών μου την δυστυχία. Μια δυστυχία όμως που έκανε τα θεμέλια της ύπαρξής μου γερά. Ήταν γενικά χρόνια δύσκολα για το σύνολο των Ελλήνων και ίσως αυτό βοήθησε στο να καταφέρουμε να ορθοποδήσουμε σαν λαός, σε αντίθεση με σήμερα που και πάλι θα ορθοποδήσουμε όμως μιας και θέλουν να μας κάνουν όπως παλιά, θέλουν να επαναφέρουν την ανέχεια. Η ζωή κύκλους κάνει.
            Από αφηγήσεις της μητέρας μου διέφερα λίγο από τα άλλα παιδιά με την έννοια ότι θα έκλαιγα βλέποντας ένα ζητιάνο ας πούμε, δεν γνωρίζω τον λόγο πάντως φόβος δεν ήταν, ήταν όμως πρόβλημα για τους γονείς μου που δεν μπορούσαν να δώσουν ερμηνεία
                      Ή ακόμη όταν οι φίλοι μου οι παιδικοί κοιτούσαν τον ουρανό και έβλεπαν τέρατα και εξωγήινους, εγώ έβλεπα τα άστρα και φυσικά έπαιζα μόνος.

Να μην σας ζαλίζω όμως στο βιβλίο που ετοιμάζω θα υπάρχουν όλα μέσα

Η ανέχεια εκείνη μου έμαθε να δουλεύω σκληρά χωρίς να φοβάμαι το αύριο, με έκανε αισιόδοξο μιας και επιβίωσα στα δύσκολα. Οι χαρακιές βέβαια που άφησε με ακολουθούν έως σήμερα

Ø Μιλάτε για τους γονείς σας με ιδιαίτερα  λόγια αγάπης.  Θα πρέπει να είχατε μια πολύ στενή σχέση. Πόσο επηρέασε στην διαμόρφωση του χαρακτήρα σας η «ήρεμη» μητέρα και ο «σοφός» πατέρας; Η ζωή τους αλλά και η σχέση που αναπτύχθηκε γονέων – παιδιού υπήρξε πηγή έμπνευσης για εσάς
Σ.Π: Υπήρχε μέγας σεβασμός και στους δυο, ακόμη και σήμερα τον πατέρα μου τον σέβομαι και σκύβω το κεφάλι για τον αγώνα που έδωσε για να κάνει τις ρυτίδες του.
          Ο θάνατος της μητέρας μου με άφησε μισό, ήμουν 21 ετών με γυναίκα       και παιδί και χωρίσαμε ξαφνικά όταν αρρώστησε. Η μητέρα μου, σαν παναγία που ήταν στα μάτια μου πήγε εκεί που έπρεπε στον παράδεισο. Αλλά τίποτε δεν μπορεί να χωρίσει αυτόν τον  δεσμό ούτε ακόμη ο θάνατος, οπότε την έχω συνέχεια δίπλα μου Απλώς  μου λείπει η λέξη Μαμά. Η έμπνευση είναι δεδομένη, Το παρελθόν μου είναι πάντα στο επάνω μέρος των φύλλων της ζωής μου και από κάτω απλώς εγώ συνεχίζω στην ζωή μου γράφοντας τις σκέψεις μου.
Ø Πως οδηγηθήκατε στην αγκαλιά της ποιητικής ενασχόλησης; Υπήρξαν κάποιοι που σας ώθησαν ή απλώς η ανάγνωση ποιητών δημιούργησε το ποτάμι μαζί με τα αναχώματα που απαιτούνται για να παρασυρθούμε στην δίνη της;
Σ.Π: Δεν ήμουν μελετηρό παιδί. Μου άρεσε από παιδί και το θυμάμαι να έχω πάντα στις τσέπες μου έως και σήμερα ένα χαρτί και ένα μολύβι αι να γράφω τα πάντα, από σκέψεις προσωπικές έως σκέψεις για το πως θα σώσω τον κόσμο και η στεναχώρια μου ήταν όταν δεν είχα τα πολεμοφόδια μου «μολύβι και χαρτί» αν γινόταν κάτι τι θα έκανα αν το ξεχνούσα και δεν το έγραφα. Τώρα βέβαια που ξεχνώ ποιο εύκολα είναι επιτακτική η ανάγκη να υπάρχουν αυτά τα πολεμοφόδια.
            Επακόλουθο λοιπόν όλων αυτών και η ανάγκη να πω ωραία λόγια στο αντίθετο φίλο κατά την εφηβεία μου και ποιο μικρός μπορώ να πω χα χα μου άνοιξαν δειλά τα βιβλία των ποιητών και συγγραφέων, για λάθος λόγους βέβαια, αλλά κατάλαβα ότι πολλά από αυτά που έλεγαν νόμιζα ότι τα έλεγα και εγώ. Η συγγραφή για μένα είναι σαν το νερό στον διψασμένο πρέπει να     γράψω για να αναπνέω



Ø Γράφατε από πολύ μικρός ποίηση, αλλά μόλις στα 55 χρόνια σας εκδώσατε την 1η σας ποιητική συλλογή; Ποιοι κατά βάση ήταν οι λόγοι αυτής της καθυστέρησης;  
Σ.Π: Κατ' ουσία,  είμαι δειλός στο να εκτεθώ, αλλά δεν ήταν και ποτέ αυτοσκοπός στο να τα δω σε βιβλία, είχα τα δικά μου μπλοκάκια έδινα τίτλους και τα καταχώνιαζα για να μην τα έχω δίπλα μου και αλλάξω κάτι από αυτές τις παρθένες σκέψεις, ότι κάνω μέχρι και σήμερα, σπάνια επεμβαίνω στην πρώτη μου σκέψη. Με τα χρόνια όμως κατάλαβα ότι έπρεπε να αφήσω κάτι από εμένα στα παιδιά μου εκτός από αγάπη, οπότε και έφτασε το πλήρωμα του χρόνου. Μετάνιωσα βέβαια που δεν το έκανα ποιο μπροστά αλλά τώρα ίσως το κάνω ποιο σωστά.
Ø    Θα θέλαμε να αναφερθείτε στο βιβλίο σας : Το βαλς των στίχων " που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις " ΟΣΤΡΙΑ" Στο ποίημά σας ΟΛΕΘΡΟΣ γράφεται:

Δεν μπορείς να λέγεσαι ποιητής
 αν δεν μπορείς να μυρίσεις την θλίψη
αν δεν μπορείς να ακούσεις την μελωδία των χρωμάτων
 αν δεν μπορείς να δεις το αόρατο
 αν δεν μπορείς να αναπνέεις αγάπη
 αν δεν μπορείς να ζεις
στο χθες και στο αύριο συγχρόνως

Αν τα μπορείς είσαι δυστυχής
Ανακωχή με την ζωή μόνο ο θάνατος

Θα μείνω στο στίχο: Αν τα μπορείς είσαι δυστυχής…… Για σας λοιπόν ο ποιητής είναι δυστυχής αν μπορεί όλα τα παραπάνω; Ο πόνος και η δυστυχία, ειδικότερα ο πόνος της αγάπης  και του έρωτα πρωταγωνιστεί στην ποίησή σας; 

        Σ.Π: Ο ποιητής κατεξοχήν είναι μοναχικός άνθρωπος και για να μην παρεξηγηθώ δεν εννοώ μονόχνοτος κλπ. Εννοώ ότι «επιτρέψτε μου να πω» ελέγχει το μυαλό του, οπότε και σε ένα γήπεδο μέσα να είναι, μπορεί αν κάποιες από τις αισθήσεις του,  του δώσουν εντολή για κάτι, να απομονωθεί από τους θορύβους και να πλάσει την ιστορία του
Το ποίημα μου ο όλεθρος που αναφέρετε στην ερώτηση σας είναι και αυτό που μας προβλημάτισε στην παρουσίαση του βιβλίου μου και το συζητήσαμε εδώ σε παρένθεση θα ήθελα να πω στους φίλους να πηγαίνουν σε παρουσιάσεις και αν μην αγοράζουν τα βιβλία θα τους βοηθήσει πολύ στην ανάγνωση μετά.

Σ' αυτό το ποίημα οι αισθήσεις κάνουν κάτι παραπάνω από τα συνήθη. Μυρίζουν την θλίψη.... ακούνε την μελωδία των χρωμάτων.... βλέπουν το αόρατο... κλπ. Όταν λοιπόν έχεις αυτή την ικανότητα που λογικά ένας ποιητής την έχει όπως και πολύ άνθρωποι βέβαια για να μην κάνουμε υπεράνθρωπο έναν που γράφει, τότε ανακαλύπτεις έναν άλλο κόσμο κρυμμένο, μπορείς να μυρίσεις την θλίψη... είναι κάπως σκληρό αυτό  μπορείς ν ακούσεις την μελωδία των χρωμάτων...
αλήθεια το φθινόπωρο πως θα είναι αυτή η μελωδία;  Και ναι πρέπει να ζεις συγχρόνως και στο παρελθόν και στο μέλλον μα και στο παρόν, η σκέψη δεν έχει όρια ταξιδεύει Με αυτή την έννοια όποιος μπορεί να  το κάνει αυτό δεν μπορεί να είναι ευτυχής.

Ø Η ποίηση για σας είναι μια προσπάθεια να ζεις «στο χθες και στο αύριο συγχρόνως» ή και αυτό; Τι είναι τελικά η ποίηση για εσάς;

Σ.Π: Ποίηση είναι τα πάντα, είναι η ζωή και ο θάνατος, είναι ο έρωτας και η αγάπη, είναι η δημιουργία και όπως έγραψα σε ένα ποίημά μου                                                                

Ποίηση η δημιουργία                                                                                           αλλά ένας ο δημιουργός                                                                                                      
εγώ ένας απλώς γραφιάς του

Ø Αν κρατήσεις ένα κερί αναμμένο, είναι αθανασία. Το αναφέρεται κάπως έτσι σε κάποιο από τα ποιήματά σας. Εσείς μπορείτε  να κρατήσετε ένα κερί αναμμένο;  Θα θέλατε να είστε αθάνατος;

Σ.Π:    
Γράφω κάπου:                                                                                 

Μπορεί

«Η ζωή είναι πολύ μικρή
Δυστυχώς
Και εμείς δεν είμαστε αθάνατοι
Ευτυχώς»

Δεν θα ήθελα να είμαι Αθάνατος , αλλά αν μπορέσεις να κρατήσεις το κερί που ανάβεις για μια αγάπη ας πούμε αναμμένο ε ναι τότε είσαι αθάνατος, αν μπορέσεις και παλέψεις για μια ευχή σου για να πραγματοποιηθεί μέσα από ένα κερί που δεν θα το αφήσεις να σβήσει ε ναι είσαι αθάνατος. 
                                                                                                             
Ø Το άρωμα των περασμένων χρόνων είναι τόσο δυνατό που σας αγκαλιάζει ακόμα και τώρα που ως «βάτραχος γέρος τρέχει και πηδά» Και επειδή στο ζώο «βάτραχος» συναντώ και άλλη αναφορά  θα ήθελα να σας ρωτήσω  γιατί  ονομάζεται τον εαυτό σας βάτραχο;

Σ.Π:  Από μικρός και σε όλη μου την ζωή όπως και το σύνολο σχεδόν των συνανθρώπων μας για να καταφέρει να επιβιώσει και πόσο μάλιστα κάποιος που είναι λίγο ποιο ευαίσθητος πρέπει να κάνει άλματα για συμβαδίζει με την ζωή μιας και αυτή δεν περιμένει.

Ο αγώνας που έδινα μικρός για να είμαι παρόν στα παιχνίδια κλπ ήταν διπλάσιος των άλλων παιδιών ήμουν αδύνατος μικροκαμωμένος ετοιμόρροπος χα χα, οπότε δεν περπατούσα πηδούσα

Με αυτήν την έννοια λοιπόν είμαι βάτραχος

Ø Κάνατε οικογένεια μικρός, παιδιά και ακολουθήσατε μια ζωή που πιθανολογώ  ότι σας έχει καλύψει . Υπάρχουν όμως και ανεκπλήρωτα όνειρα, όπως και σε κάθε άνθρωπο; Υπάρχει χρόνος  πιστεύεται για να εκπληρώνουμε τα όνειρά μας; Ή κάποια στιγμή πρέπει να παραδίνουμε τα όπλα, να λέμε φτάνει,  απόκαμα.

Σ.Π: Τα όνειρα δεν τελειώνουν ποτέ, ακόμη και στην τελευταία του ανάσα κάποιος πιστεύω ότι ονειρεύεται άλλη μια. Μεγαλώνοντας  τα όνειρα που κάνουμε είναι ποιο προσγειωμένα μιας και τα φιλτράρει η λογική μας. Δεν θα πάψω ποτέ να ονειρεύομαι γιατί το ξημέρωμα μου θα ήταν τελείως ανούσιο χωρίς τον αγώνα για την πραγματοποίηση των ονείρων μου

Ø Εκδώσατε μία ποιητική συλλογή, απ΄ όσα ξέρουμε ετοιμάζεται ακόμα μία. Σε συνδυασμό με την θέση σας ότι η έκδοση δεν ήταν ποτέ αυτοσκοπός να θεωρήσουμε ότι όσα είχατε να πείτε ως ποιητής θα τα έχετε πει;

Σ.Π: Ετοιμάζω και ένα μυθιστόρημα εκτός της ποιητικής συλλογής που είναι σχεδόν έτοιμη αυτοβιογραφικό θα μπορούσα να πω που με παιδεύει εδώ και 2 χρόνια.

Η ποίηση είναι δημιουργία, η δημιουργία δεν τελειώνει ποτέ οπότε θα γράφω για πάντα όσο βέβαια το επιτρέψει το μυαλό. Αν νιώσω ότι δεν θέλω ή δεν κάνει ή δεν μπορώ να εκδόσω, δεν θα το κάνω. Είναι το τελευταίο που με ενδιαφέρει σε όλο το φάσμα αυτής της δημιουργίας

Ø Σήμερα πιστεύετε ότι υπάρχουν σπουδαίες πένες αντάξιες των μεγάλων ελλήνων ποιητών; (Ρίτσος, Ελύτης, Σεφέρης, Καβάφης κτλ) Μπορούν οι νέοι ποιητές να συνεχίσουν ένα έργο ισοδύναμο ή ακόμα και μεγαλύτερο από το έργο εκείνων;
Σ.Π: Θα μιλήσω λίγο γενικά. Δεν θα μπω στην λογική ότι ήμαστε η ποιο ποιητική χώρα ,ότι ήμαστε οι καλύτεροι κλπ. Ποίηση υπήρχε υπάρχει και θα υπάρχει παντού από την δημιουργία ακόμη, με την δική μου λογική
            Στο ερώτημά σας αν θα μπορέσουν να υπάρξουν ποιητές του βεληνεκούς αυτών που αναφέρατε, και βέβαια υπάρχουν, απλώς πιστεύω ότι σαν λαός ήμαστε λίγο κολλημένοι με το παρελθόν μας και καλά κάνουμε, αλλά αυτή μας την προίκα την ξοδεύουμε αριστερά και δεξιά καλύπτοντας τα σημερινά μας αδιέξοδα, τα λάθη μας κλπ
 Ήμαστε ένας λαός του εμείς είχαμε έναν Αριστοτέλη έναν Σεφέρη κλπ, και σ' αυτά επαναπαυόμαστε

Ποιητές για να συνεχίσουν το έργο τους και βέβαια υπάρχουν δεν φτάσαμε εδώ σήμερα μόνο με αυτούς αλλά και μεταγενέστερους ποιητές, μην ξεχνάμε ότι τον Καββαδία ο οποίος μου αρέσει ιδιαίτερα η κοινότητα των ποιητών τότε δεν τον ήθελε,  αυτός όμως άφησε το στίγμα του σαν ένας κρίκος στο να προχωρήσει η δημιουργία αυτή και σήμερα υπάρχουν αξιόλογη ποιητές που δημιουργούν τους δικούς τους κρίκους. Θα το δείτε στο μέλλον.

Πάντως θα ήθελα να πω ότι ακόμη και σήμερα ποιο εύκολα διαβάζεις και κατανοείς ένα ποίημα αυτών των μεγάλων ποιητών από ένα σημερινό όπου χρειάζεσαι λεξικό για να καταλάβεις τι λέει, αυτό το θεωρώ εγώ πρόβλημα, δεν μπορεί που δεν μπορεί να περπατήσει η ποίηση σήμερα αν γίνει ακόμη ποιο δύσκολη θα χαθεί.

Και στον αντίλογο ας ανέβει επίπεδο ο αναγνώστης για να τα καταλαβαίνει, απαντώ ας βοηθήσει και η ποίηση σε αυτό γίνοντας κατανοητή.

Ø Στο ποίημά σας :ΑΝΑΤΟΛΗ γράφετε:

Κάθε ξημέρωμα
με κυνηγάνε φωνές ποιητών

τι φωνές είναι αυτές κύριε Ποδαρά; Σπαρακτικές, δραματικές, ήρεμες; Και πριν το δείλι, όταν σταματάνε τι σας έχουν πει;

Σ.Π: Κάθε ξημέρωμα με κυνηγάνε φωνές ποιητών. Είναι αυτό που σας έλεγα με τις αισθήσεις προηγουμένως, ότι πρέπει να ζεις και να ακούς, και στο τότε και στο σήμερα και στο αύριο

Οι φωνές αυτές και τι δεν μου λένε. Μου μιλάνε για χαμένες Ιθάκες για περασμένες αγάπες για έρωτες πεθαμένους, για για για για να μην σας κουράζω μου μιλάνε για μια άλλη ζωή πλασμένη μέσα από λέξεις.

Τελειώνοντας θα ήθελα να συμπληρώσω
Τι είναι ποιητής ;
Θα το πω μέσα από ένα δικό μου παραμύθι.
Ήταν κάποτε τρεις φίλοι στους πρόποδες ενός βουνού και το χάζευαν

Ο πρώτος
Αποτυπώνει λοιπόν σε ένα χαρτί μετά από ώρα σκέψεις όλα τα μονοπάτια των θηραμάτων που έβλεπε μόνο αυτός,  βλέπει τα πιθανά μέρη των ενεδρών που θα βάλει τις παγίδες κλπ και χαμογελά, αυτός ήταν ένας κυνηγός.

Ο δεύτερος
Αποτυπώνει όλο αυτό το μεγαλείο μετά από ώρα σκέψεις σε ένα καμβά ακριβώς ίδιο με αυτό που βλέπει με όλες τις λεπτομέρειες και χαμογελά με την σειρά του. Αυτός ήταν ένας ζωγράφος

Γυρίζουν στον τρίτο και τον βλέπουν δακρυσμένο
-τι έγινε; του λένε.
Τους δείχνει ένα κίτρινο φυλλαράκι πάνω σε ένα δένδρο,  στο καταπράσινο δάσος που απλωνόταν μπροστά τους και γράφει χωρίς πολύ σκέψη στο χαρτί ένα «λυπάμαι «

Αυτός είναι ο ποιητής


Σας ευχαριστώ πολύ για την φιλοξενία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου