Σελίδες

Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2014

Νικολαίδης Λουκάς: Τούτη την ώρα, άθελά του ο Νους, έστερξε με θλίψη, στις χαμένες αγάπες ολούθε του κόσμου.


Τα χελιδόνια φεύγουν


Αίφνης, φωνές ακούστηκαν πουλιών,
που κατά το Νότο φεύγαν,
περιδιαβαίνοντας του μακρινού
ορίζοντα τη χαίτη...
Πόνος, Κατήφεια, Στεναγμός
των δέντρων η ορφάνια,
κι οι φυλλωσιές σπαράξανε,
καθώς τις χελιδονοκραυγές ακούσαν.
Θάναι σκληρή η μοναξιά
ετούτο το Χειμώνα,
και η επιστροφή την ΄Ανοιξη,
θ' αργέψει πολύ γιά νάρθει....
Από φόβο ανασαλέψαν τα νερά
κάποιας μικρής λιμνούλας,
μη τάχα δεν γυρίσουνε ξανά,
δροσόνερο να πιούνε...
Φόβος, μη τάχα στο ταξίδι τους
τα βρει μιά καταιγίδα,
αητοί,ή γεράκια λαίμαργα,
τη σάρκα τους να ξεσκίσουν.
Όμως, την ΄Ανοιξη που θε ναρθεί,
πιστεύω απ' την ψυχή μου,
πως θα επιστρέψουνε όλα μαζί,
γιά να κελαηδίσουνε ξανά,
της Ξεγνοιασιάς το όμορφο τραγούδι...

****

Του Φλεβαριού μιά Νύχτα

Φλεβαριάτικη Νυχτιά,
και στ' όνειρό μου είδα,
Άνοιξη πως τάχα ήτανε,
κι Εγώ, ένα μικρό Αηδόνι,
που στην αψηλή κορφή ενός βουνού
ανέμελα πετούσα,
φιλώντας τ' άστρα τ' Ουρανού,
και....τελειωμό στο λάλημα δεν είχα!
Τα γλυκοτράγουδα που έλεγα
στες ρεματιές ηχούσαν,
και τ' άλλα πουλιά ζηλεύανε
της Ευτυχίας τες στιγμές,
που κείνη την ώρα ζούσα.
Μα στην κορφή πως να σταθείς
γιά διάστημα μεγάλο,
αφού, βοριάδες και βροχές
τη βαρυχειμωνιά που ακολουθεί,
θα Σε γκρεμίσουνε στη Γη,
που είναι γιά όλους...Τάφος!
Και,
όπως λεν' είναι γραφτό,
του καθενός το όποιο όνειρο,
μοιραία....ξεθυμαίνει!
Του σκύλου μου το αλίχτισμα
γιατ' η φωτιά στο παραγώνι ήταν σβησμένη,
το αλαφροϋπνι μου έκοψε στα δυό,
και τ' όνειρό μου εχάθη.

****
Χειμωνιάτικο Γιόμα


Χειμωνιάτικο Γιόμα,
και πόθος σαν χρονιάρικο άτι,
χλιμίντρησε μέσα μου
γιά να έβγω στον κάμπο,
και να βρεθώ στου ποταμιού τα όχτια....
Κι ύστερα,
σαν άρχισαν να πέφτουν
των πρώτων αστεριώνε τα φώτα
πάνω στα γυμνά κλωνάρια των δέντρων,
μου φάνηκε,
πως ανάψαν μυριάδες λαμπιόνια,
στο μουντό κοιμητήρι
της Θεόγυμνης Φύσης...
Έσκυψα κι αφουγκράστηκα
τες ρίζες των θάμνων,
που μιλούσαν μιάν αλλόκοτη γλώσσα....
Στη ρεματιά, αντηχούσε ακόμα
ο πένθιμος ήχος,
που αφήνει η φτερούγα
των φευγάτων πουλιών....
Τούτη την ώρα,
άθελά του ο Νους,
έστερξε με θλίψη,
στις χαμένες αγάπες ολούθε του κόσμου.
Κι όταν καταλάγιασε ο Νους,
ματάρθε η Γαλήνη!!!

****

Ερημόσπιτο


Στην πολύβουη Πόλη,
ανάμεσα σε σπίτια αψηλά και καινούρια,
μισογκρεμισμένο φτωχόσπιτο στέκει...
Στου καιρού τις μπόρες αντέχει,
και μένει εκεί να θυμίζει
εποχές περασμένες,με αναμνήσεις πολλές...
Στη σιωπή του,
οι αγέρηδες, οι βροχές κι οι καταιγίδες,
σημάδια του χρόνου αφήσαν...
Κεραμίδια δώθε και κείθε σπασμένα,
αφήσαν ορθάνοιχτα μάτια,
στο Ουρανό να φεγγίζουν.
Ακουαρέλα σκόνης οι τοίχοι του
με ρωγμές στα πλευρά τους,
και τα τζάμια σπασμένα,
μαρτυρούν θλιβερή εγκατάλειψη...
Των παραθυριών κρεμασμένα τα φύλλα,
μοιάζουν, 
με πουλιών πληγωμένων φτερά.
Στα φθαρμένα απ' το χρόνο ντουβάρια,
σε κρεμασμένη κορνίζα
σκεπασμένη απ' της σκόνης το χιόνι,
δεσπόζει η μορφή γερασμένης μανούλας
που γιά τα χαμένα ονείρατα κλαίει,
τώρα που απόμεινε μόνη....
Και ο χρόνος αμείλικτα,
γιά την έρμη χαμοκέλα...κυλάει.



*****



Διάσταση Ονείρου


Το Πάθος,
την Ανάσα στα αφροκύματα σβαρνάει,
γιά να ξεπεραστούν των οψαριών οι έχθρητες,
με του βυθού τες χλόες.
Τα Σύντομα και τα Μακρά,
αναδεύουν τη θαλάμη των Ωρών,
στην λεκάνη της λίμνης με τ' αφρόψαρα.
Κι ύστερα,
ήρθε το Σύννεφο θολό,
άχρωμο και βαθύ...
Μιά Αδιόρατη Διάσταση Ονείρου,
με έννοιες Ακαταλαβίστικες,
και με μορφές ΄Αγιων Ηρώων αφκιασίδωτες,
που ξεπερνά της Παράνοιας τα σύνορα,
κι αχνίζοντας...αργοπεθαίνει.
Ένα κατάρτι σκέλεθρο,
μακριά από του γυαλού το έμπα,
στου γαλάζιου το πλάτεμα αργοσβήνει.
Εικόνα δύσκολη και σπάνια συνάμα...
Τούτη η ώρα,
θαρώ πως κόπηκε στα δυό,
και η επόμενη νυχτιά,
μάλλον θα διχαστεί κι αυτή
ανάμεσα στο Ηλιογερμάτισμα,
και στης Αυγής τα Αθώα της Παιχνίδια....



*******


Δικαίωση 

Στην αιχμή της Μοναξιάς,
ο Στολιδιάρης Στοχασμός,
τη σιωπή του σέρνει
στου βάλτου την αργοσυρμή,
αποδιώχνοντας,
τους μαύρους σίφουνες της Νύχτας...
Λαχτάρησαν τα σωθικά
απ' της χαράς τον απροσδόκητο χαμό,
που οι μοίρες τηνε κλέψανε
γιά να την πάν'  εκεί,
όπου το χάος διαφεντεύει!
Απ' της Μιζέριας τον γκρεμό,
η Αλήθεια αναδύεται θλιμένη,
και δυό σταλαγματιές από Αγιασμό,
της Σιωπής δροσεύουν το λαρύγγι.
Ώρα, που η Νερομάνα η Ντροπαλή του Χτες,
Πεντάφωνη πλέον αντηχεί,
αφήνοντας στο Παρελθόν,
την κάθε μιά του Νου σκοτούρα...
Όντες Απλοί, μη Βέβηλοι μα Δυνατοί,
πορευόμαστε πλέον μακριά
από του Ανθρώπου τις Πληγές,
και τις μαβιές ιδέες...
Φτάσαμε πιά στην Αναγνώριση,
μιάς και μετά το Δάκρυ
ήρθε η Δικαίωση,
το χέρι να μας σφίξει!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου