Ράβω το στόμα μου
στις άκρες ξεπετιούνται οι κλωστές
σαν βλαστάρια που περίσσεψαν
από το μίσχο λουλουδιών
κανείς δεν προσέχει
τις λεπτομέρειες των φυτών
κανείς δεν προσέχει
τις λεπτομέρειες της λύπης
οι άνθρωποι ακολουθούν μόνο τη λάμψη
τα καθαρά μαλλιά κάποιας γυναίκας
γεμάτης υγεία δέσμες του ήλιου
που στριμώχνονται
και λιγοστεύουνε την όραση
βρίσκω ένα όνειρο κακό
που με βυθίζει στην καρδιά του
-πνιγμοί πριν τη σφαγή υγρή
του ταύρου ανάσα
ή των αρρώστων τα πνευμόνια
που με ποτίζουν επικίνδυνα-
μην το γελάς μην του γελάς
με βρίσκει παντού
μου παραστέκεται
εκεί που πνίγομαι
με πνίγει
με ένα φιλί σαν πείραμα
γεμάτο ιούς και παρενέργειες
σπαρταριστά τα μπράτσα του
μοχθούν στη δύναμή μου
τελευταία προσπάθησα πολύ
μα οι στιγμές χειροτέρεψαν
κλείνω τα μάτια και δεν κοιμάμαι
ακούω τις κραυγές των ποιημάτων
τη βαριά τους ανάσα
το βήχα τους που κρατά χρόνια
εξηγώντας την ηλικία μου
τρομάζω με τον παραμκρό θόρυβο
και με τη σιωπή τρομάζω
πιο πολύ όμως φοβάμαι
ν' ακουμπώ τα μαλλιά μου
οι χτένες τα δόντια τους
αν τις δω στο τραπέζι με ακολουθούν
μέχρι να νυχτώσει
απόψε παρατησα το σπίτι
κλειστό κογχύλι τ' άφησα
στα μάτια των ψαράδων
και κολυμπώ ανέπαφα
στου ουρανού την επιφάνεια
τα αστέρια με παρατηρούν
χωρίς να με βυθίζουν
κι από τις λέξεις που ξεχνώ
η γλώσσα μου μικραίνει
σαν ράμφος που θυμήθηκε
τα μυστικά των δέντρων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου