Δρόμοι σκοτεινοί από το πηχτό νυχτοσκόταδο,
τυλιγμένοι στης Σιωπής τον μανδύα
με μεσίστιες σημαίες Προδοσιάς,
άδειοι από Σκιές και Αγάλματα,
βουβοί και παντέρημοι...
Γκρίζα πεζοδρόμια,
νοτισμένα από τις ψιχάλες της θλίψης
και μουντές οπτασίες,
που ακροβατούνε Αλύτρωτες!
Οι τρανές και πανέμορφες μέρες,
σαν σταγόνες Ανοιξιάτικης μπόρας
εξατμίστηκαν σε κλάσμα του χρόνου,
αφήνοντας πίσω τους
ένα τεράστιο Τίποτα!
Τα νυχτοφάναρα των αστεριών
σβηστήκαν κι αυτά,
απλώνοντας μαύρη σκοτεινιά,
στον Απέραντο Θόλο...
Κύριε, Ποιητή των Θαυμασίων Σου,
Ιδού η Πατρίς μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου